Άμεσες και δραστικές λύσεις ρευστότητας, που να δίνουν την ευκαιρία σε όλες τις επιχειρήσεις να διασφαλίσουν τη βιωσιμότητά τους και να διασώσουν τις θέσεις εργασίας, απέναντι στην πρωτοφανή οικονομική κρίση λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού, ζητά από τον υπουργό Ανάπτυξης και Επενδύσεων ο Μιχάλης Κατρίνης με επίκαιρη ερώτηση που κατέθεσε στη βουλή.
Πιο συγκεκριμένα, ο τομεάρχης ανάπτυξης και επενδύσεων του Κινήματος Αλλαγής ζητά από τον αρμόδιο υπουργό να απαντήσει:
1. Εάν σκοπεύει η κυβέρνηση, πέρα από το δανεισμό, να δώσει και άμεσες ενισχύσεις στις επιχειρήσεις που έχουν πληγεί.
2. Εάν θα συμπεριλάβει σε μέτρα παροχής ρευστότητας και επιχειρήσεις που δεν είναι ενήμερες δανειακά, αλλά και δεν ανήκουν στους στρατηγικούς κακοπληρωτές, με δεδομένο ότι αυτές οι επιχειρήσεις έχουν ανάγκη όσο ποτέ την έκτακτη στήριξη και τη ρευστότητα, ώστε να μην κλείσουν.
3. Με ποια κριτήρια, ποιες προϋποθέσεις και με τι επιτόκιο θα δοθούν τα δάνεια στις επιχειρήσεις, από τη στιγμή που το δημόσιο θα εγγυηθεί το 35% του συνολικού δανεισμού και 12 δις ευρώ ρευστότητα στις τράπεζες.
Ο βουλευτής στην ερώτησή του αναφέρει ότι, ενώ 900.000 επιχειρήσεις και 700.000 επαγγελματίες βρίσκονται σε οριακή κατάσταση, οι εξαγγελίες της κυβέρνησης (για αναστολή φορολογικών υποχρεώσεων για 4 μήνες, έκτακτη αποζημίωση των 800 ευρώ για 45 ημέρες και επιστρεπτέα προκαταβολή συνολικά 1 δις ευρώ για όλες τις επιχειρήσεις με τη μορφή δανείου) δίνουν μόνο μικρές ανάσες, αλλά αμφίβολης αποτελεσματικότητας, για την πλειοψηφία της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας, των επαγγελματιών και των αυτοαπασχολούμενων.
Τονίζει, μάλιστα, ότι η αναστολή των δόσεων προς τις τράπεζες για 6 μήνες αφορά μόνο τις ενήμερες την 31/12/2019 επιχειρήσεις, όταν σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια αφορούν πάνω από το 50% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και το 60% των πολύ μικρών επιχειρήσεων. Αξιοσημείωτο είναι, μάλιστα, ότι σημαντικοί κλάδοι για την ελληνική οικονομία, όπως ο τουρισμός και οι αγροτικές επιχειρήσεις, εμφανίζουν ποσοστά μη εξυπηρετούμενων δανείων 35% και 50% αντίστοιχα.
Την ίδια στιγμή, όμως, που η Τράπεζα της Ελλάδος θεωρεί ότι στρατηγικός κακοπληρωτής είναι μόνον ένας στους έξι οφειλέτες επιχειρηματικών δανείων, δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη για τους υπόλοιπους πέντε, που ούτε στρατηγικοί κακοπληρωτές είναι, αλλά ούτε και μπορούν να ρυθμίσουν τα δάνειά τους, αφού οι τράπεζες δεν τους προσφέρουν δίκαιη και βιώσιμη πρόταση ρύθμισης.
Όπως επισημαίνει ο Μιχάλης Κατρίνης, για την ενίσχυση της ρευστότητας στις επιχειρήσεις το υπουργείο Ανάπτυξης έχει εξαγγείλει εγγυοδοτικό μηχανισμό για τη χορήγηση κεφαλαίων κίνησης ύψους 1 δις ευρώ που έχουν δεσμευτεί από το ΕΣΠΑ και που με τη μόχλευση με τραπεζικά κεφάλαια θα διοχετεύσουν δάνεια 3,5 δις ευρώ στις επιχειρήσεις, με προοπτική να διπλασιαστούν σταδιακά κατά την περίοδο επανεκκίνησης της οικονομίας που κανείς δεν μπορεί να προσδιορίσει πότε θα ξεκινήσει. Ωστόσο, παρότι η κυβέρνηση με τη χρήση όλων των διαθέσιμων εργαλείων (ΕΣΠΑ, ΕΤΕπ, ΤΕΠΙΧ) στοχεύει στην παροχή δανείων συνολικού ύψους 8.75 δις ευρώ, ο δανεισμός αυτός αφορά μόνο τις επιχειρήσεις που είναι ενήμερες προς τις τράπεζες και μόνον εφόσον οι επιχειρήσεις αυτές διαθέτουν επαρκείς εξασφαλίσεις.
Την ίδια στιγμή, η Αναπτυξιακή Τράπεζα που φιλοδοξεί στην πλήρη ανάπτυξή της να μοχλεύσει ως 4 δις ευρώ ετησίως, αποκλειστικά μέσω συγχρηματοδοτήσεων, δεν έχει ακόμα λειτουργήσει στη χώρα μας.
Συγκρίνοντας την πολιτική της κυβέρνησης με αυτό που γίνεται στην υπόλοιπη Ευρώπη, ο Μιχάλης Κατρίνης αναφέρει ότι στις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης οι παρεμβάσεις του κράτους (μέσω δαπανών και εγγυήσεων) κυμαίνονται μεταξύ 10% και 20% του ΑΕΠ, ενώ στη χώρα μας μεταξύ 2,5% και 3%, με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να επιτρέπει άμεσες ενισχύσεις έως 500.000 ευρώ ανά εταιρεία.