Από την αρχή της κρίσης έως και σήμερα, παρατηρούμε την κυβέρνηση να μη στηρίζει και να μην ενισχύει με ουσιαστικούς και επαρκείς πόρους τη ρευστότητα της αγοράς. Με αυτό τον τρόπο, η ύφεση στην ελληνική οικονομία, που είχε ξεκινήσει από τα τέλη του 2019 και πριν την έναρξη της πανδημίας, λαμβάνει ανεξέλεγκτες διαστάσεις, με αποτέλεσμα η κατάσταση μετά το καλοκαίρι να διαμορφώνεται δραματική.
Η κυβέρνηση συνεχίζει να αγνοεί επιδεικτικά τα μηνύματα που καθημερινά στέλνουν κρίσιμοι κλάδοι της οικονομίας. Αντί να ενισχύσει τη ρευστότητα, της οποίας η έλλειψη έχει αποβεί καθοριστική για την απελπιστική κατάσταση που επικρατεί αυτή τη στιγμή, αντί να χορηγήσει μη επιστρεπτέα ενίσχυση και δανειοδότηση χωρίς αυστηρούς τραπεζικούς όρους στις επιχειρήσεις, τους επαγγελματίες και τους παραγωγούς που το έχουν ανάγκη, παρατηρεί απαθής τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα να καταρρέει. Οι τράπεζες, παρά το γεγονός ότι έχουν λάβει 37 δισ. ευρώ από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα με αρνητικά επιτόκια για τη στήριξη των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, έχουν διαθέσει στην αγορά μόνο ένα μικρό μέρος από αυτά, κυρίως στους μεγάλους και καλούς τους πελάτες και για αναχρηματοδότηση παλιών δανείων.
Πραγματικά, είναι εξοργιστικό να υπάρχει η δυνατότητα στήριξης της αγοράς και αυτό να μη γίνεται. Με την οικονομία της χώρας να μην υπόκειται αυτή τη στιγμή σε περιορισμούς αναφορικά με τους στόχους του πλεονάσματος, με τη διάθεση ευρωπαϊκών κονδυλίων, αλλά και με τα 37 δις που άφησε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ σαν «μαξιλάρι» ασφαλείας για δύσκολες στιγμές, σαν και αυτές που ζούμε σήμερα, η κυβέρνηση της ΝΔ δεν έχει καμία δικαιολογία να μην έχει λάβει τα απαραίτητα μέτρα στήριξης. Μπορούσε να βάλει ένα ανάχωμα στην κρίση, με καίριες παρεμβάσεις. Δεν το έκανε, με επιλογή της και είναι υπόλογη γι’ αυτό.
Ως υπεύθυνη αντιπολίτευση, ο ΣΥΡΙΖΑ, είχε παρουσιάσει έγκαιρα και με σαφήνεια ένα πληρέστατο και άκρως εφαρμόσιμο σχέδιο ανάσχεσης της κρίσης, που θα τόνωνε την οικονομία της χώρας και τους παραγωγικούς κλάδους της. Μεταξύ άλλων, είχε τονιστεί η σπουδαιότητα της άμεσης λήψης των απαραίτητων μέτρων στήριξης, καθώς ενδεχόμενη καθυστέρηση θα επιδείνωνε την κατάσταση με αποτέλεσμα να πρέπει να δοθούν πολλαπλάσια χρήματα για να μπορέσει να ορθοποδήσει η οικονομία. Δυστυχώς η κυβέρνηση δε μας άκουσε, αντιθέτως «έπαιζε» με τα νούμερα της επερχόμενης ύφεσης, διαχειρίστηκε με επικοινωνιακό τρόπο το τεράστιο πρόβλημα, προσπαθώντας να καθησυχάσει τον ελληνικό λαό ότι τα πράγματα δε θα είναι τόσο άσχημα. Οι εξελίξεις όμως διαψεύδουν πανηγυρικά τις κυβερνητικές προβλέψεις.
Η έκθεση της Επιτροπής Πισσαρίδη, δείχνει το πλαίσιο πάνω στο όποιο σκοπεύει να κινηθεί η κυβέρνηση. Αυτό δεν είναι τίποτα άλλο από την εφαρμογή σκληρών νεοφιλελεύθερων πολιτικών, με τις οποίες θα χρηματοδοτηθούν και θα επιβιώσουν οι λίγοι και ισχυροί, και θα αφανιστούν πολλές μεσαίες και μικρές επιχειρήσεις, αυτές που τα κυβερνητικά στελέχη ονομάζουν «ζόμπι», παραβλέποντας την πτώχευση του 2009 και την 10ετή οικονομική κρίση. Επιδιώκουν την εφαρμογή μιας ιδιότυπης «ανοσίας της αγέλης» στην πραγματική οικονομία.
Είναι χαρακτηριστική η παντελής έλλειψη διάθεσης από την πλευρά της κυβέρνησης για πραγματική και ουσιαστική στήριξη της οικονομίας της χώρας. Αντί να έχει προχωρήσει έγκαιρα στην εφαρμογή ενός εμπροσθοβαρούς προγράμματος τόνωσης της επιχειρηματικότητας, ώστε να ανακοπεί η ελεύθερη πτώση στην οποία έχουν περιέλθει κρίσιμοι και ζωτικοί κλάδοι της οικονομίας μας, όπως η εστίαση, ο τουρισμός, ο πρωτογενής τομέας, οι ελεύθεροι επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενοι, συνεχίζει επιδεικτικά να αγνοεί το σήμα κίνδυνου που εκπέμπει η αγορά, μην επεμβαίνοντας καίρια και αποφασιστικά με άμεσα μέτρα στήριξής της. Η επιλεκτική αυτή αδράνεια κοστίζει, και θα κοστίσει, πολύ ακριβά, με αποκλειστική ευθύνη της κυβέρνησης.
(Δελτίο Τύπου)