Βρισκόμαστε ένα βήμα πριν την ολική κατάρρευση του Εθνικού Συστήματος Υγείας. Δυστυχώς, η κυβέρνηση σπατάλησε τους 8 μήνες που της έδωσε με μεγάλες θυσίες ο ελληνικός λαός και δεν προχώρησε σε ουσιαστική στήριξη και ενίσχυση της δημόσιας υγείας. Όπως αποδεικνύεται, την κρίσιμη στιγμή, οι υγειονομικοί μας δίνουν συγκινητικά τη μάχη της πρώτης γραμμής, έχοντας να αντιμετωπίσουν και μεγάλες ελλείψεις σε έμψυχο δυναμικό και απαραίτητο εξοπλισμό.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα υποβάθμισης της δημόσιας υγείας είναι η Ηλεία, όπου η κατάσταση είναι απελπιστική. Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι Νοσηλευτικές Μονάδες και τα Κέντρα Υγείας του νομού μοιάζουν ανυπέρβλητα, καθώς η κυβέρνηση αδιαφόρησε προκλητικά και επιδεικτικά για την έγκαιρη ενίσχυσή τους.
Πολλούς μήνες πριν, τονίζαμε και επισημαίναμε διαρκώς τους κινδύνους που ελλόχευαν μπροστά στο αναμενόμενο δεύτερο και ισχυρότερο κύμα της πανδημίας. Ζητάγαμε επιτακτικά, και εξακολουθούμε να το κάνουμε, με κάθε τρόπο την ενίσχυση της δημόσιας υγείας του νομού μας. Καταθέσαμε και σχετικές ερωτήσεις προς τον Υπουργό Υγείας για να τον κάνουμε ν΄ αντιληφθεί την κρισιμότητα της κατάστασης. Δυστυχώς, δεν εισακουστήκαμε.
Είναι αδιανόητο, εν μέσω της πανδημίας, αντί να είναι ετοιμοπόλεμες και να λειτουργούν με τον ορθολογικότερο και πληρέστερο τρόπο ΟΛΕΣ οι δημόσιες δομές υγείας του νομού, να βρισκόμαστε αντιμέτωποι με την τραγική υποστελέχωση τους, την αδυναμία εύρυθμης λειτουργίας και τον περιορισμό τους.
Όλο το προηγούμενο διάστημα η κυβέρνηση δεν προχώρησε στην πρόσληψη μονίμων γιατρών και νοσηλευτών στα νοσοκομεία, ενώ δεν μερίμνησε για την προσθήκη επαρκών ΜΕΘ στο ΕΣΥ. Είχε το χρόνο και τις δυνατότητες να σχεδιάσει και να υλοποιήσει την ενίσχυση και τη στήριξη του δημόσιου συστήματος υγείας. Υπήρχαν τα απαραίτητα κονδύλια και η παρότρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης για να το πράξει. Προφανώς, για ιδεοληπτικούς λόγους, θεώρησε περιττή τη διάθεση πόρων για την ενίσχυση και θωράκιση της δημόσιας υγείας. Τώρα, επιχειρεί καθυστερημένα να διορθώσει την ανεπάρκεια και την ολιγωρία της. Η ετεροχρονισμένη και εσπευσμένη διαδικασία για την πρόσληψη 300 γιατρών στο ΕΣΥ για τις ΜΕΘ πριν μια εβδομάδα, δείχνει τον πανικό με τον οποίο επιχειρεί να διορθώσει τα έως τώρα πεπραγμένα της. Τα ερωτήματα που δημιουργούνται είναι εύλογα: Γιατί δεν το έπραξε νωρίτερα; Οκτώ μήνες τί περίμενε; Έπρεπε να φτάσουμε στο «και πέντε» για να ενεργοποιηθούν τ΄ αντανακλαστικά των κυβερνώντων;
Εκ του θλιβερού αποτελέσματος προκύπτει ότι η κυβέρνηση εφησύχασε και απέτυχε να προετοιμάσει το Ε.Σ.Υ., ώστε ν΄ ανταποκριθεί με επάρκεια στην αντιμετώπιση της πανδημίας. Η αναστολή του 80% των χειρουργικών επεμβάσεων αποτελεί τρανή απόδειξη της αποτυχίας της, καθώς οι δημόσιες δομές υγείας τείνουν να αποκτήσουν μονοδιάστατο προσανατολισμό, μόνο προς την αντιμετώπιση της πανδημίας. Αποτέλεσμα αυτού είναι να μη μπορούν να υποδεχτούν ασθενείς που πάσχουν από άλλα νοσήματα, αυξάνοντας τη θνησιμότητα από άλλες σοβαρές ασθένειες. Άραγε, έχουν αναρωτηθεί στην κυβέρνηση τι θα απογίνουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι και πως θα αντιμετωπίσουν το πρόβλημα υγείας που τους απασχολεί;
Η κατάσταση στο νομό μας έχει φτάσει, δυστυχώς, στο απροχώρητο. Το τελευταίο χρονικό διάστημα το σύνολο, σχεδόν, των υγειονομικών φορέων της Ηλείας έχει προβεί σε πλήθος καταγγελιών για τη δυσλειτουργία της δημόσιας υγείας του νομού, τονίζοντας ανελλιπώς τις ανάγκες που υπάρχουν, κρούοντας των κώδωνα του κινδύνου για την δραματική υποστελέχωση σε μόνιμο ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό.
Ειδικά στην Ηλεία, που ήταν ένας από τους πρώτους νομούς που αντιμετώπισαν την εμφάνιση του κορονοϊού, και επιπλέον, ο νομός που καταγράφηκε το πρώτο θύμα, η ενίσχυση των δημόσιων δομών υγείας έπρεπε να έχει υλοποιηθεί.
Έστω και τώρα, που το δημόσιο σύστημα υγείας ακροβατεί σε «τεντωμένο σχοινί», που το παραμικρό, επιπλέον, χάσιμο χρόνου θα αποδειχτεί μοιραίο και καταστροφικό για τη δημόσια υγεία των πολιτών της Ηλείας, η κυβέρνηση οφείλει να αντιμετωπίσει το σοβαρό πρόβλημα που υπάρχει και να στελεχώσει με επάρκεια το σύνολο των δομών υγείας του νομού. Είναι επιτακτική ανάγκη να δράσει αποφασιστικά και με ταχύτητα, προσλαμβάνοντας το απαραίτητο ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, για να βρίσκονται όλες οι μονάδες σε ετοιμότητα για την κρίσιμη μάχη. Δεν το έκανε εδώ και 8 μήνες, από την αρχή εμφάνισης της πανδημίας, όταν είχε τη δυνατότητα να το πράξει, με τον απαραίτητο σχεδιασμό και προγραμματισμό. Έχει το χρέος να το πράξει τουλάχιστον τώρα.