Διαδικτυακή εκδήλωση με θέμα «Περιβάλλον και Κλιματική Κρίση: Από τις διακηρύξεις στην πράξη» διοργάνωσε ο Ευρωβουλευτής του Κινήματος Αλλαγής Νίκος Ανδρουλάκης, με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα του Περιβάλλοντος το Σάββατο 5 Ιουνίου. Στην συζήτηση συμμετείχαν οι κκ. Ανδρέας Παπανδρέου, Καθηγητής Περιβαλλοντικών Οικονομικών στο ΕΚΠΑ, Χάρης Δούκας, Αν. Καθηγητής ΕΜΠ, μέλος Διοικούσας Επιτροπής του ΤΕΕ και Τομεάρχης Ενέργειας του ΚΙΝ.ΑΛ και Ελεάννα Δημητρακούδη, Σύμβουλος για θέματα Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής για την Ομάδα Σοσιαλιστών και Δημοκρατών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Την εκδήλωσε συντόνισε η δημοσιογράφος της Τηλεόρασης του Creta, Αντιγόνη Ανδρεάκη.
Το κύριο θέμα που απασχόλησε τους συμμετέχοντες ήταν η προσαρμογή της οικονομίας σε ένα βιώσιμο μοντέλο ανάπτυξης βάσει και των στόχων για μείωση κατά 55% των εκπομπών μέχρι το 2030 και πλήρη μηδενισμό τους μέχρι το 2050. Κοινή συνισταμένη όλων των ομιλητών ήταν η ανάγκη άμεσης λήψης μέτρων ώστε να είναι όσο το δυνατόν πιο ομαλή αλλά και το γεγονός, ότι η μετάβαση για να πετύχει πρέπει να είναι δίκαιη.
Ο Ευρωβουλευτής Νίκος Ανδρουλάκης, στην παρέμβασή του αναφέρθηκε στην ανάγκη συνολικής αλλαγής της μαζικής κουλτούρας και νοοτροπίας, ξεκινώντας από τα σχολεία. «Πρέπει να ενταχθεί σαν μάθημα η περιβαλλοντική ηθική στα σχολεία» είπε, και πρότεινε σε αυτή την κατεύθυνση, ένα σύγχρονο δίκτυο πράσινων σχολείων τα οποία θα λειτουργήσουν στην αρχή ως πρότυπα και στη συνέχεια θα επεκταθούν σε όλη τη χώρα, με βιολογικά προϊόντα στα κυλικεία, που θα καταναλώνουν την ενέργεια που θα παράγουν τα ίδια με φωτοβολταϊκά στις στέγες, θα ενισχύουν την ανακύκλωση, θα δίνουν κίνητρο στη χρήση ποδηλάτου για τις μετακινήσεις των μαθητών και θα προωθούν την επαναχρησιμοποίηση των σχολικών ειδών».
Ο κ. Ανδρουλάκης υπογράμμισε ακόμα ότι μία μακροπρόθεσμη κλιματική πολιτική χρειάζεται όραμα και όχι λογιστική αντιμετώπιση. Τόνισε ακόμη ότι πρέπει να αξιοποιήσουμε το Ταμείο Ανασυγκρότησης για τον εκσυγχρονισμό του δικτύου διανομής και την ενίσχυση της διασυνδεσιμότητάς του ώστε περισσότεροι πολίτες να μπορούν να γίνουν παραγωγοί ενέργειας και να προχωρήσουμε στον εκδημοκρατισμό της παραγωγής ενέργειας είτε σε ατομικό επίπεδο είτε μέσω των ενεργειακών κοινοτήτων. Σε αυτό το σημείο κατέκρινε τις νομοθετικές παρεμβάσεις της Κυβέρνησης που το καθιστούν αυτό σχεδόν αδύνατο, περιορίζοντας την πρόσβαση στους μικρούς παραγωγούς και την κάλεσε να καταργήσει το έκτακτο τέλος για τον ΕΛΑΠΕ στα μικρά και μεσαία έργα, ώστε να ενισχυθεί η ενεργειακή δημοκρατία στην πράξη.
Από την πλευρά, ο κ. Ανδρέας Παπανδρέου ανέλυσε τη σημασία του έξυπνου σχεδιασμού μέτρων για μια νέα, βιώσιμη πράσινη ανάπτυξη, ώστε να προστατευθούν τα ευάλωτα στρώματα, στην κατεύθυνση του σχεδιασμού από κοινού, που θα συνεπάγεται και τη συνιδιοκτησία αυτών των μέτρων. Καθώς η μετάβαση αυτή καθοδηγείται κυρίως από την πολιτική, ανέδειξε τη σημασία να ξεπεραστεί η λογική των βραχυπρόθεσμων μέτρων, στην κατεύθυνση των έργων υποδομής μεγάλης έκτασης. Ο κ. Παπανδρέου τόνισε ακόμα ότι «η ταχύτητα μετάβασης είναι χωρίς προηγούμενο,» συμπληρώνοντας την θετική στροφή προς την επιστήμη, ως ένα από τα διδάγματα του COVID-19, που έδειξε ότι η εκτεταμένη χρηματοδότηση ήταν αυτή που στήριξε την έρευνα για την εξεύρεση των εμβολίων.
Η κυρία Δημητρακούδη σημείωσε πως η κρίση της πανδημίας μας έχει διδάξει ότι οι προειδοποιήσεις της επιστήμης δεν είναι κινδυνολογία και ότι υπάρχουν κίνδυνοι που μπορούν να αλλάξουν ριζικά τον τρόπο ζωής μας και την οικονομία με την κλιματική αλλαγή να είναι ο μεγαλύτερος από αυτούς τους κινδύνους. Επισήμανε την ανάγκη να διασφαλίσουμε έναν μετασχηματισμό χωρίς αποκλεισμούς που θα βασίζεται σε μια δίκαιη μετάβαση ώστε να μη μείνει κανείς στο περιθώριο, μία προσπάθεια που αποτελεί τη μεγαλύτερη πρόκληση της γενιάς μας, αλλά ταυτόχρονα και μια μοναδική ευκαιρία να αντιμετωπίσουμε τις κοινωνικές και τις διαγενεακές ανισότητες.
Από την πλευρά του, ο κ. Χάρης Δούκας εστίασε στη σημασία του ρυθμού μετάβασης στην κλιματική ουδετερότητα για την Ελλάδα αναφέροντας ότι «για την αποφυγή δυσμενών επιπτώσεων κατά τη διαδικασία απολιγνιτοποίησης στις πληττόμενες περιοχές της Ελλάδας, υπολογίζεται ότι απαιτούνται πόροι της τάξης του 2% του ΑΕΠ ετησίως. Ο ρυθμός μετάβασης σε μηδενικές εκπομπές πρέπει να είναι εφικτός σε κάθε χώρα, αλλιώς ανακύπτει ο κίνδυνος, μέσω μιας βίαιης μετάβασης, να ενισχυθούν οι ανισότητες και οι αποκλεισμοί». «Η πράσινη μετάβαση πρέπει να είναι δίκαιη αλλιώς δεν έχει νόημα», κατέληξε χαρακτηριστικά στην τοποθέτησή του ο κ. Χ. Δούκας.
(Δελτίο Τύπου)