O Γιώργος Κατρούγκαλος στο iEidiseis - Ο τομεάρχης Εξωτερικών του ΣΥΡΙΖΑ επισημαίνει πως ο ΣΥΡΙΖΑ ποτέ δεν συζήτησε πενταετή συμφωνία και εκφράζει σοβαρούς προβληματισμούς για τη βάση της Αλεξανδρούπολης - Ασκεί κριτική στην κυβέρνηση για την αγορά των Rafale, τονίζοντας πως προτεραιότητα είναι οι φρεγάτες - Τι λέει για τους πρόσφυγες από το Αφγανιστάν
«Διαμορφώνουμε τη στάση μας αποκλειστικά και μόνο βάσει των εθνικών συμφερόντων και του ρόλου πυλώνα ειρήνης και σταθερότητας που θεωρούμε ότι πρέπει να έχει η Ελλάδα στην περιοχή. Συνεπώς, για να τοποθετηθούμε, περιμένουμε να δούμε σε ποιες αποφάσεις κατέληξε η κυβέρνηση, εάν πράγματι αφίσταται από πάγιες εθνικές θέσεις και πώς δικαιολογεί την διαφοροποίηση της αυτή».
Την απάντηση αυτή δίνει ο Γιώργος Κατρούγκαλος στην ερώτηση αν η στάση του ΣΥΡΙΖΑ είναι δεδομένη στην αμυντική συμφωνία με τις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ θέτει σοβαρά ερωτήματα για το χαρακτήρα της βάσης της Αλεξανδρούπολης.
Με τη συνέντευξή του στο iEidiseis o τομεάρχης Εξωτερικών του ΣΥΡΙΖΑ ασκεί κριτική στην κυβέρνηση και για την αγορά των έξι επιπλέον Rafale, καθώς προτεραιότητα είναι οι φρεγάτες. «Η στρατηγική προτεραιότητα, όπως είδαμε το 2020 αλλά και όπως έχει τεθεί από το ΓΕΕΘΑ και επιβεβαιωθεί στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής, είναι η ενίσχυση του Πολεμικού Ναυτικού με φρεγάτες ανοικτής θάλασσας, όχι περαιτέρω αγορά αεροπλάνων. Και στο συγκεκριμένο θέμα η κυβέρνηση κινείται σπασμωδικά και αποκλίνοντας από την εθνική στρατηγική».
Τι ακριβώς σας ανησυχεί από την παραδοχή του πρωθυπουργού ότι η αμυντική συμφωνία με τις Ηνωμένες Πολιτείες θα ανανεωθεί για πέντε χρόνια αντί για ένα, όπως γινόταν ως τώρα; Φαντάζομαι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι εναντίον της συμφωνίας ή της πενταετούς επέκτασή τους;
Όπως θυμόσαστε, επί ΣΥΡΙΖΑ και στο πλαίσιο δικής μου επίσκεψης στην Ουάσιγκτον αναβαθμίσθηκαν οι σχέσεις μας με τις ΗΠΑ σε επίπεδο στρατηγικού διαλόγου. Η αναβάθμιση όμως αυτή έγινε στη βάση της αμοιβαιότητας, της σύγκλισης συμφερόντων και μιας πολύ συγκεκριμένης αρχής: ότι κάθε βήμα μπροστά -πέραν των υφιστάμενων δεσμεύσεών μας- θα είναι αμοιβαία επωφελές και θα ενισχύει τον ρόλο της χώρας ως πυλώνα ειρήνης και σταθερότητας, ειδικά σε μια περίοδο που η τουρκική επιθετικότητα έχει αυξηθεί. Εδώ και πολλά χρόνια οι ΗΠΑ, για δικούς τους λόγους, έχουν προτείνει η αμυντική μας συμφωνία να ανανεώνεται ανά πενταετία και όχι ετησίως. Η κυβέρνηση οφείλει να μας εξηγήσει με ποιους όρους συζητά μια τέτοια παραχώρηση. Ποια θα είναι τα οφέλη για την προστασία των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων και ποιες οι τυχόν συνέπειες για τον ρόλο μας στην περιοχή ως πυλώνα ειρήνης και σταθερότητας; Εμείς πάντως ποτέ δεν συζητούσαμε αυτήν την προοπτική.
Με τη βάση της Αλεξανδρούπολης τι ακριβώς συμβαίνει; Όντως πρόκειται για μια δεύτερη Σούδα, με τις ιδιαιτερότητες που η Σούδα έχει;
Αναμένουμε σχετική πληροφόρηση. Η κοινοβουλευτική ενημέρωση που είχε προαναγγείλει ο υπουργός Άμυνας για τις 15 Σεπτεμβρίου αναβλήθηκε. Πράγματι, το κρίσιμο στοιχείο σε ό,τι αφορά την Αλεξανδρούπολη είναι εάν πρόκειται για συνέχιση διευκολύνσεων τύπου Στεφανοβίκειου ή για πιο προωθημένη συμφωνία, που θα αναγνωρίζει περισσότερα δικαιώματα στην αμερικανική πλευρά, τύπου Σούδας. Ειδικά σε ένα τόσο στρατηγικό σημείο, όχι μόνο για τις περιφερειακές αλλά και για τις παγκόσμιες ισορροπίες, καμία συμφωνία δεν μπορεί να προχωρήσει αν δεν αξιολογηθούν σφαιρικά όλες οι πτυχές της και ιδίως αν δεν κατοχυρώνει δικαίωμα της χώρας μας για έλεγχο και έγκριση/απόρριψη της αξιοποίησης των παραχωρούμενων δομών.
Κατ’ εσάς, τα ανταλλάγματα ποια θα πρέπει να είναι;
Οι διαπραγματεύσεις για ένα τέτοιο θέμα είναι πάντα πολύπλευρες και στο πλαίσιο τους οι εθνικές θέσεις δεν προαναγγέλλονται δημόσια. Σε κάθε περίπτωση τα ανταλλάγματα δεν μπορεί να είναι αποκλειστικά οικονομικά, ούτε να εξαντλούνται σε απλές διαβεβαιώσεις υποστήριξης, χωρίς συγκεκριμένο και απτό αντίκρισμα. Η Ελλάδα το 2020 πλήρωσε τη λογική του «πιστού και προβλέψιμου συμμάχου» που τα δίνει όλα μπροστά, σε μια λογική τυφλού ατλαντισμού.
Ο πρωθυπουργός εξήγγειλε επίσης την αγορά έξι επιπλέον Rafale, ενώ κατά κοινή αποδοχή εκείνο που επείγει είναι η αγορά φρεγατών...
Επανειλημμένα έχουμε ασκήσει αυτή την κριτική. Η στρατηγική προτεραιότητα, όπως είδαμε το 2020 αλλά και όπως έχει τεθεί από το ΓΕΕΘΑ και επιβεβαιωθεί στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής, είναι η ενίσχυση του Πολεμικού Ναυτικού με φρεγάτες ανοικτής θάλασσας, όχι περαιτέρω αγορά αεροπλάνων. Και στο συγκεκριμένο θέμα η κυβέρνηση κινείται σπασμωδικά και αποκλίνοντας από την εθνική στρατηγική.
Μετά το «ήσυχο καλοκαίρι» τι προβλέπετε για το επόμενο διάστημα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις; Ο πρωθυπουργός προανήγγειλε πως δεν θα συναντηθεί με τον Ερντογάν στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη.
Η προαναγγελία της μη συνάντησης εντάσσεται στην επιλογή του Κ. Μητσοτάκη για αναβλητική διπλωματία. Πρόκειται για ιδιαίτερα επικίνδυνη επιλογή, λαμβανομένης υπόψη της κρισιμότητας των εξελίξεων, ιδίως στο Κυπριακό. Βλέπουμε την Τουρκία να συναντά τις ΗΠΑ και την Αίγυπτο για πολιτικές διαβουλεύσεις, αλλά και τις σχέσεις της με τα Εμιράτα να αναπτύσσονται. Άραγε αυτή η αναβλητική διπλωματία ευνοεί την Ελλάδα ή την Τουρκία; Η πατρίδα μας θα έπρεπε να επιδιώκει -πάντα με κόκκινες γραμμές και χωρίς αφέλεια- την ενεργή προσπάθεια επίλυσης των ανοικτών θεμάτων.
Και με τους πρόσφυγες που πιθανόν να υπάρξουν από το Αφγανιστάν;
Και εδώ η κυβέρνηση έχει επιλέξει να επικεντρώσει στην επικοινωνία ενός σκληρού δεξιού αφηγήματος, όχι στην ουσία του προβλήματος. Μιλά για μεταναστευτικές ροές, ενώ είναι προφανές ότι όσοι θα φύγουν κυνηγημένοι από τους Ταλιμπάν πρόσφυγες θα είναι, όχι μετανάστες. Σε αυτό το πλαίσιο επιμένει στο αφήγημα της «Ελλάδας-ασπίδα» του «φρουρίου Ευρώπη», ενώ γνωρίζει καλά ότι η αντιμετώπιση μιας πιθανής νέας προσφυγικής κρίσης δεν μπορεί να γίνει μόνον με εθνικά αστυνομικά μέτρα, αλλά απαιτεί μία ολοκληρωμένη πολιτική και διπλωματική ευρωπαϊκή παρέμβαση.
Είναι λάθος η κυβέρνηση να καθησυχάζει τις Βρυξέλλες ότι μπορεί να «σηκώσει» έναν «νέο Έβρο», ειδικά στη θάλασσα, αντί να προσπαθεί να κινητοποιήσει την ΕΕ για τη δημιουργία -μακριά από την περιοχή μας- μηχανισμού επανεγκαταστάσεων Αφγανών προσφύγων προς χώρες της ΕΕ. Και όλα αυτά ενώ οκ. Μητσοτάκης συγκρούεται δημόσια με τον Πρόεδρο του Ευρωκοινοβουλίου, αντί να ελέγχει τον βουλευτή του που καλεί τον κ. Σασόλι «να πάρει τους Αφγανούς σπίτι του». Και την ίδια στιγμή κάποιοι στην κυβέρνηση να χύνουν κροκοδείλια δάκρυα για τις γυναίκες του Αφγανιστάν...
Πρέπει, αντιθέτως, να επιδιώξουμε την διαμόρφωση κεντρικής ευρωπαϊκής απάντησης στην κρίση, η οποία να περιλαμβάνει και την διαχείριση των προσφυγικών ροών, με όρους διεθνούς δικαίου, αλλά να μην περιορίζεται σε αυτήν. Από την πρώτη στιγμή ο Αλέξης Τσίπρας κάλεσε την ΕΕ να εγκαταλείψει την αφωνία, την παθητικότητα και την έλλειψη αυτόνομης εξωτερικής πολιτικής. Υπογράμμισε την ανάγκη έκτακτης σύγκλησης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Πρότεινε την ανάληψη πρωτοβουλίας από τον ΟΗΕ, σε συνεργασία με τα μόνιμα μέλη ΣΑΟΗΕ, την ΕΕ και τις γειτονικές χώρες, προκειμένου να τεθούν αυστηροί διπλωματικοί και οικονομικοί όροι στο νέο καθεστώς, κυρίως ως προς το ζήτημα των δικαιωμάτων και ειδικά των γυναικών και παιδιών.
Τόνισε περαιτέρω, ότι πρέπει να υποστηριχθούν οι προσπάθειες για δημιουργία ανθρωπιστικού διαδρόμου στις γειτονικές του Αφγανιστάν χώρες και επανεγκαταστάσεις βάσει συγκεκριμένων, δεσμευτικών ποσοστώσεων, για να μην πέσουν πάλι οι πρόσφυγες στα νύχια διακινητών. Πριν λίγες μέρες που συναντήθηκε με Αμερικανούς γερουσιαστές κάλεσε τις ΗΠΑ να αναλάβουν τις ευθύνες τους για την αποτυχία της επιχείρησης στο Αφγανιστάν και να δεχτούν μεγάλο αριθμό επανεγκαταστάσεων.
Από τα προηγούμενα, να συμπεράνω πως η στάση του κόμματός σας για την αμυντική συμφωνία με τις ΗΠΑ δεν είναι δεδομένη;
Διαμορφώνουμε τη στάση μας αποκλειστικά και μόνο βάσει των εθνικών συμφερόντων και του ρόλου πυλώνα ειρήνης και σταθερότητας που θεωρούμε ότι πρέπει να έχει η Ελλάδα στην περιοχή. Συνεπώς, για να τοποθετηθούμε, περιμένουμε να δούμε σε ποιες αποφάσεις κατέληξε η κυβέρνηση, εάν πράγματι αφίσταται από πάγιες εθνικές θέσεις και πώς δικαιολογεί την διαφοροποίηση της αυτή.
Πηγή: iEidiseis.gr