Του Νίκου Καλάκου
Τα τελευταία τρία χρόνια η Ελλάδα βίωσε έναν δύσκολο συνδυασμό πολλαπλών και πρωτόγνωρων κρίσεων, που δεν είχε αντιμετωπίσει καμία άλλη κυβέρνηση στην ιστορία της Μεταπολίτευσης. Η πανδημία, η πληθωριστική έκρηξη και η ενεργειακή αστάθεια εξαιτίας του ρωσοουκρανικού πολέμου, διαμόρφωσαν συνθήκες πολέμου εν καιρώ ειρήνης.
Ενώ είδαμε κυβερνήσεις σε άλλα κράτη να χάνουν τον έλεγχο, όπως π.χ. στην Ιταλία ή στη Μεγάλη Βρετανία ή ακόμα και στις ΗΠΑ, η ελληνική κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας με πρωθυπουργό τον Κυριάκο Μητσοτάκη όχι μόνο άντεξε τους κραδασμούς, αλλά πολύ γρήγορα έβαλε την οικονομία σε τροχιά ανάπτυξης στηρίζοντας τους κοινωνικά ευάλωτους.
Διέθεσε 43 δις. ευρώ για να στηρίξει νοικοκυριά και επιχειρήσεις εν μέσω πανδημίας, τα περισσότερα από κάθε άλλο ευρωπαϊκό κράτος. Αξιοποίησε όλους τους διαθέσιμους ευρωπαϊκούς πόρους και μοίρασε με δίκαιο τρόπο το δημοσιονομικό πλεόνασμα που προέκυψε στα κρατικά ταμεία, χωρίς να δημιουργήσει ελλείμματα και χωρίς να κόψει επιδόματα ή συντάξεις.
Παράλληλα, μείωσε τους φόρους, αύξησε μισθούς και συντάξεις, προσέλκυσε επενδύσεις και δρομολόγησε βαλτωμένα δημόσια έργα, με κορυφαίο παράδειγμα την Πατρών-Πύργου, και δρομολόγησε τις έρευνας υδρογονανθράκων. Επίσης, μεταρρύθμισε την αγορά εργασίας με τη θέσπιση της ψηφιακής κάρτας και της τηλεργασίας και αύξησε το επίδομα μητρότητας.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης πρωταγωνίστησε στην ιδέα του Ταμείου Ανάκαμψης και ήταν η ελληνική κυβέρνηση ήταν η πρώτη πανευρωπαϊκά που κατέθεσε ολοκληρωμένο σχέδιο, το «Ελλάδα 2:0», έχοντας ήδη εκταμιεύσει τα πρώτα κονδύλια.
Το 2022 έκλεισε με ρυθμό ανάπτυξης 5,9%, διπλάσιο από τον μέσο όρο της ευρωζώνης, και για το 2023 οι εκτιμήσεις των διεθνών οίκων προβλέπουν ανάπτυξη έστω οριακή, τη στιγμή που όλη η Ευρώπη αναμένεται να βυθιστεί στην ύφεση. Αυτά τα οικονομικά αποτελέσματα δεν ήρθαν τυχαία, αλλά προέκυψαν από σκληρή δουλειά και οργανωμένη προσπάθεια, η οποία θα κορυφωθεί με την επιστροφή της Ελλάδας στην επενδυτική βαθμίδα. Φυσικά και υπήρξαν λάθη και αστοχίες που τα παραδέχτηκε με γενναιότητα ο ίδιος ο πρωθυπουργός.
Όλη αυτή η προσπάθεια, όμως, δεν πρέπει να διακοπεί αλλά να συνεχιστεί με ακόμα καλύτερο ρυθμό την επόμενη τετραετία, με κύριο στόχο την αύξηση των αμοιβών στον δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα. Πρέπει να συνεχίσουμε την προσπάθεια για ανταγωνιστικό πρωτογενή τομέα, για ποιοτικό τουρισμό και για ισχυρή βιομηχανία.
Σήμερα η Νέα Δημοκρατία είναι η μοναδική πολιτική δύναμη που έχει καταθέσει ένα ρεαλιστικό και συγκροτημένο πρόγραμμα στον ελληνικό λαό, το οποίο επιδιώκει την εξωστρέφεια, την καινοτομία και την απελευθέρωση των δημιουργικών δυνάμεων του τόπου.
Η εναλλακτική πρόταση είναι η υπερφορολόγηση, το πετσόκομμα των συντάξεων με τον νόμο Κατρούγκαλου, τα capital controls και οι κατατμήσεις των δημοσίων έργων για χάρη εργολαβικών συμφερόντων. Το δίλημμα είναι σαφές: ανάπτυξη ή αποσταθεροποίηση, δημιουργία πλούτου ή έντιμη φτώχεια. Ο λαός και το 2023 θα πράξει αυτό που έπραξε και το 2019.