Τη στιγμή που πολλά κράτη της Ε.Ε. προσανατολίζονται στην 4ήμερη εργασία, δίχως μείωση των απολαβών των εργαζομένων, η χώρα μας ετοιμάζεται να «υποδεχτεί» την 6ήμερη εργασία, άνευ πρόβλεψης για ρεπό. Αυτό θα συμβεί από 1-7-24, ως απόρροια του νόμου 5053/2023 της κυβέρνησης.
Αν αυτές οι πρακτικές μας φαίνονται γνώριμες, είναι γιατί τις βιώσαμε στο -όχι και τόσο μακρινό- 2012, στην εποχή των υποδείξεων της Τρόικα και των μνημονίων. Όμως, η χώρα μας, από το 2018 και ύστερα, με τις θυσίες του ελληνικού λαού και τη διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, βρίσκεται εκτός μνημονίων, εκτός επιτήρησης και δημοσιονομικού ελέγχου. Προς τι, λοιπόν, αυτές οι πολιτικές; Προφανώς, αποτελούν στοχευμένες επιλογές της κυβέρνησης, που επιδιώκει συστηματικά να αλλάξει προς το χειρότερο το εργασιακό τοπίο, σε βάρος των εργαζομένων.
Αφού, λοιπόν, ο π. Υπουργός Εργασίας κ. Γεωργιάδης νομιμοποίησε την 13ωρη εργασία (μάλιστα οραματιζόταν εργασιακό μεσαίωνα με 16ωρη εργασία, αλλά προσέκρουσε στη θεσμοθετημένη ελάχιστη ημερήσια ανάπαυση των 11 συνεχών ωρών), νομοθέτησε και την 6ήμερη εργασία. Ειδικότερα, σε αυτό το καθεστώς υπάγονται Δημόσιο, ΔΕΚΟ και ιδιωτικές επιχειρήσεις, συνεχούς λειτουργίας, που εφαρμόζουν σύστημα 5ήμερης εβδομαδιαίας εργασίας.
Ουσιαστικά τι κάνει η κυβέρνηση; Αντί να ενισχύσει τα εισοδήματα των εργαζομένων, προκειμένου να ανταπεξέλθουν στη γενικευμένη ακρίβεια που συνθλίβει την αγοραστική τους δύναμη, τους ωθεί να δουλέψουν περισσότερες ημέρες και ώρες, δήθεν για να πάρουν περισσότερα. Αυτή είναι η κυβερνητική λύση για την αντιμετώπιση της ακρίβειας!
Βεβαίως, όλα αυτά αναμένεται να έχουν αρνητικές επιπτώσεις, πρώτα και κύρια στην ασφάλεια και στην υγεία των εργαζομένων. Ήδη η κυβέρνηση έχει προβλέψει την αύξηση της υπερωριακής απασχόλησης, των απλήρωτων υπερωριών και των ωρών απασχόλησης, με συνέπεια την αύξηση των εργατικών ατυχημάτων. Σύμφωνα με έρευνες, τα περισσότερα ατυχήματα, ιδίως τα θανατηφόρα, καταγράφονται προς το τέλος του ωραρίου ή στην υπερωριακή απασχόληση, όταν ο εργαζόμενος νιώθει περισσότερη κούραση. Επομένως, οι περισσότερες ημέρες εργασίας θα έχουν ως αποτέλεσμα συσσώρευση κούρασης, κόπωση και αργά αντανακλαστικά, συνθήκη η οποία μπορεί να αποβεί μοιραία. Εάν αυτό συνδυαστεί και με φαινόμενα εργοδοτικής αυθαιρεσίας, που πολλαπλασιάζονται και οξύνονται από την αποδυνάμωση και υποστελέχωση των ελεγκτικών μηχανισμών, γίνεται εύκολα αντιληπτό πως αυτό το νέο εργασιακό πλαίσιο μπορεί να γίνει πολύ πιο επώδυνο για τον εργαζόμενο.
Περαιτέρω, ο οικογενειακός προγραμματισμός πρόκειται να ανατραπεί καθώς ειδικά για τους γονείς, παραμένει άγνωστο πως αυτοί οι άνθρωποι θα μπορέσουν, όχι μόνο να βρίσκουν ποιοτικό χρόνο να περάσουν μαζί τα παιδιά τους, αλλά και να τα προσέχουν, όταν αυτά δεν βρίσκονται στο σχολείο το Σαββατοκύριακο.
Αυτές είναι μερικές από τις στρεβλώσεις που προκαλεί στον κόσμο της εργασίας με τις πολιτικές της, η κυβέρνηση. Το αφήγημά της αφορά περισσότερα και μεγαλύτερα κέρδη για τα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα και παράλληλα, περισσότερη κούραση, εργασιακούς κινδύνους, ακόμα λιγότερο ελεύθερο χρόνο και ανατροπή οικογενειακού προγραμματισμού για τους εργαζόμενους.
Εμείς πιστεύουμε ότι αυτό που έχουν ανάγκη οι εργαζόμενοι δεν είναι περισσότερη δουλειά, σε συνθήκες εργασιακής γαλέρας. Αυτό που χρειάζεται, μεταξύ άλλων, είναι γενναίες αυξήσεις στους μισθούς, ενίσχυση των ελεγκτικών μηχανισμών, αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και συμβάσεων εργασίας, προστασία από τις ομαδικές απολύσεις, επαναφορά του βάσιμου λόγου απόλυσης, ενίσχυση της συλλογικής δράσης και κατοχύρωση του δικαιώματος της απεργίας. Χρειάζεται να ξεκινήσει σοβαρά ο διάλογος για τη θεσμοθέτηση της 4ήμερης απασχόλησης χωρίς μείωση των αποδοχών, όπως συμβαίνει σε πολλές χώρες της Ε.Ε.. Εξάλλου, όπως προκύπτει από μελέτες, με λιγότερες ημέρες απασχόλησης, περισσότερη ξεκούραση και περισσότερο ελεύθερο χρόνο, ο εργαζόμενος είναι πιο παραγωγικός.
Αυτός είναι ο δρόμος για να σταματήσει η φτωχοποίηση της ελληνικής κοινωνίας και των εργαζομένων. Δυστυχώς, η κυβέρνηση έχει επιλέξει να λειτουργεί απέναντι στα συμφέροντα του κόσμου της εργασίας, υπέρ των οικονομικών ελίτ.
(Δελτίο Τύπου)