Για το ζήτημα της ακρίβειας και τις αυξήσεις στο ρεύμα, ανέφερε:
«Περιμένουμε τις απαντήσεις της κυβέρνησης σχετικά με το χρηματιστήριο ενέργειας και τα προβλήματα που υπάρχουν. Σε άλλες χώρες, η τιμή του ρεύματος διαμορφώνεται π.χ. στο 28% ή στο 36%, σε σχέση με το χρηματιστήριο ενέργειας. Στη χώρα μας, γιατί η κυβέρνηση έχει αποφασίσει να εξαρτάται η τιμή του ρεύματος 100% από το χρηματιστήριο ενέργειας; Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να εκτοξεύονται οι λογαριασμοί. Μάλιστα από Δεκέμβρη, τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις ετοιμάζονται για νέο ηλεκτροσόκ στο ρεύμα.»
Για τον κατώτατο μισθό, επισήμανε:
«Η Ευρωπαϊκή Οδηγία του 2022 αναφέρεται στον κατώτατο μισθό, επισημαίνοντας ότι θα πρέπει να καλυφθούν οι εργαζόμενοι σε κάθε χώρα με συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Στην Ελλάδα, καλύπτεται αυτή τη στιγμή με συλλογικές συμβάσεις εργασίας, μόνο το 25% των εργαζόμενων. Αυτό συμβαίνει στη χώρα μας, όταν ο στόχος της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι το 80%, με τον μέσο όρο των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης να είναι στο 45%. Πρόκειται για μια δυσμενή πραγματικότητα, που έρχεται να την επιβεβαιώσει και ο ΟΟΣΑ. Ειδικότερα η χώρα μας, βρίσκεται στην τρίτη θέση από το τέλος, στο επίπεδο δύναμης μισθών. Από το 2019 και μετά, υπάρχει μείωση των πραγματικών μισθών στην Ελλάδα, με βάση την αγοραστική δύναμη. Αυτό, λοιπόν, που προκύπτει από την έρευνα του ΟΟΣΑ είναι ότι στην Ελλάδα δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Τα δεδομένα αυτά καταρρίπτουν το αφήγημα της κυβέρνησης ότι όλα πηγαίνουν καλά.»
Για την κατάσταση στη δημόσια υγεία, τόνισε:
«Ο Πρωθυπουργός και ο Υπουργός Υγείας παρουσίασαν μια ωραιοποιημένη εικόνα του ΕΣΥ. Πραγματικά, όλοι απορούν αν αυτά που ισχυρίζονται έχουν την ελάχιστη δόση αλήθειας. Δυστυχώς, αυτό που ισχύει είναι ότι το 17% των Ελληνίδων και των Ελλήνων, μένει ακάλυπτο από δημόσια υγειονομική περίθαλψη. Επιπλέον, η χώρα μας, μέσα σε γενικευμένη ακρίβεια, με τεράστια μείωση πραγματικών μισθών και εισοδήματος, είναι από τις πρώτες χώρες στην Ευρώπη σε δαπάνες ιδιωτικής υγείας. Βεβαίως, είναι και το ζήτημα των απογευματινών ιατρείων, που δεν είναι δωρεάν, αλλά θα πληρωθούν από το Ταμείο Ανάκαμψης, δηλαδή με δημόσια χρήματα. Δεν μπορεί, λοιπόν, να γιγαντώνεται ο ιδιωτικός τομέας, δαπανώντας -σε σχέση με την αγοραστική δύναμη- τεράστια ποσά για ιδιωτική υγεία. Το δημόσιο σύστημα υγείας είναι αυτό που πρέπει να ενισχύσουμε. Να έχουμε, λοιπόν, επαρκή αριθμό γιατρών και νοσηλευτών στα δημόσια νοσοκομεία.»
(Δελτίο Τύπου)