Ως μια εξαιρετική ευκαιρία ώστε Εκκλησία και Πολιτεία να εξετάσουν από κοινού τις προκλήσεις της εποχής μας και να αναδείξουν τόσο τις νέες προοπτικές που ανοίγονται για την Ορθόδοξη Θεολογία στο σύγχρονο διάλογο, όσο κυρίως τους δρόμους τους οποίους η ίδια η Ορθόδοξη Θεολογία με τη διδασκαλία της δύναται να ανοίξει υπέρ ημών, χαρακτήρισε η Πρόεδρος της Επιτροπής Περιβάλλοντος της Βουλής, Πρόεδρος της Επιτροπής Υδατικών Πόρων, Βουλευτής Ηλείας Διονυσία-Θεοδώρα, Αυγερινοπούλου το μεγάλο Διεθνές Συνέδριο Ορθόδοξης Θεολογίας «Η Ορθόδοξη Θεολογία στον 21ο αιώνα. Προκλήσεις και Προοπτικές». Το Συνέδριο πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα ενώ η έναρξή του έγινε παρουσία της Α.Ε. της Προέδρου της Δημοκρατίας Κατερίνας Σακελλαροπούλου, της Α.Θ.Π. του Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης και Οικουμενικού Πατριάρχη, κ. Βαρθολομαίου Α΄ και του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος, κ. Ιερώνυμου Β.
Η κα. Αυγερινοπούλου, μιλώντας στην συνεδρία με θέμα «Η Θεολογία και τα μεγάλα προβλήματα του 21ου αιώνα: Κλιματική αλλαγή, προσφυγικό πρόβλημα, οικονομική κρίση και ανεργία», που φιλοξενήθηκε στην Αίθουσα της Γερουσίας της Βουλής, εξήρε την πρωτοβουλία της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, της Θεολογικής Σχολής του Εθνικού και του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών για την διοργάνωσή του, τονίζοντας την σημασία της ανάδειξης, της διερεύνησης και της συμβολής του σε καίρια ζητήματα που απασχολούν την Ορθόδοξη Θεολογία σε πανορθόδοξο επίπεδο.
Η Πρόεδρος της Επιτροπής Περιβάλλοντος μίλησε για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, η οποία έχει πλέον χαρακτηριστεί ως υπαρξιακό ζήτημα, καθώς απειλεί την συνέχιση της ίδιας της ζωής στον πλανήτη, με την μορφή που την γνωρίζουμε ως σήμερα. «Η θεολογία, με τις αιώνιες αρχές της περί αγάπης, ταπεινότητας και φροντίδας για την πλάση, για όλα τα έμβια και άβια όντα που δημιουργήθηκαν από τον Θεό, μας υπενθυμίζει ότι το φυσικό περιβάλλον δεν είναι απλώς ένας ακόμα πόρος προς εκμετάλλευση. Είναι ένας χώρος ιερός, μια θεία δημιουργία, που οφείλουμε να σεβόμαστε και να διαφυλάσσουμε. Συνεπώς, ουσιαστική επίδραση της θρησκεία μας αποτελεί το γεγονός ότι δημιουργεί με την διδασκαλία της στον άνθρωπο το κατάλληλο εκείνο πνευματικό και ψυχικό υπόβαθρο για την εσωτερική αλλαγή του που τον κάνει να επιλέγει έναν πιο βιώσιμο τρόπο ζωής, έναν πιο βιώσιμο τρόπο παραγωγής και κατανάλωσης των φυσικών πόρων του πλανήτη», υπογράμμισε.
Ιδιαίτερη ήταν η αναφορά της στην περιβαλλοντική και κλιματική δράση του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου. Όπως είπε χαρακτηριστικά, «η μέριμνά του για την φύση, η παγκόσμια δράση του και η διδασκαλία του για θέματα προστασίας του περιβάλλοντος και του κλίματος αποτελούν πηγή έμπνευσης για πολλούς συνανθρώπους μας σε όλον τον πλανήτη, ομοίως και για την Επιτροπή Περιβάλλοντος της Βουλής. Μας ενέπνευσε δε προσφάτως με την ομιλία του στην παγκόσμια 9η Διάσκεψη για τους Ωκεανούς που διοργάνωσε η Ελλάδα τον Απρίλιο του 2024 στην Αθήνα, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στην απαρχή της ζωής, το νερό. Tο νερό - με την πνευματική και τη συμβολική του έννοια - κατέχει κεντρικό ρόλο και στο τελετουργικό μέρος της θρησκεία μας, υπενθυμίζοντας ότι δεν είναι ιδιωτικός πόρος για λίγους, αλλά ιερό δώρο για όλους. Η δε Βουλή των Ελλήνων, αναγνωρίζοντας τη σπουδαιότητα του ύδατος για τον πλανήτη και τον άνθρωπο, ίδρυσε – υπό την Επιτροπή Περιβάλλοντος - την πρώτη στον Ευρωπαϊκό χώρο Υποεπιτροπή Υδατικών Πόρων». Επιπρόσθετα, αναφέρθηκε στα σημαντικά διδάγματα του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος, κ. Ιερώνυμου, και στην καθοδήγησή του στα περιβαλλοντικά ζητήματα της χώρας μας, όπως για την διαχείριση των δασών και την ανάγκη περαιτέρω ανάπτυξης της κυκλικής οικονομίας και της εξοικονόμησης ενεργειακών πόρων.
Παράλληλα, η Δρ. Αυγερινοπούλου μίλησε για την διαχείριση των δασών, την ανάγκη να αναπτύξουμε έτι περαιτέρω την κυκλική οικονομία και να εξοικονομήσουμε ενεργειακούς πόρους, χαρακτηρίζοντας ιδιαίτερα σημαντική την ένταξη περιβαλλοντικών μηνυμάτων στα κηρύγματα των ιερών πατέρων της Εκκλησίας της Ελλάδος. Δεν παρέλειψε, δε, αναφερθεί στην έννοια της «οικολογικής μετάνοιας» που δεν περιορίζεται μόνο στην προσωπική σωτηρία του ανθρώπου, αλλά επεκτείνεται και στη σχέση του ανθρώπου με το περιβάλλον. «Είναι καθοριστικής σημασίας το γεγονός ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία θεωρεί την προστασία του περιβάλλοντος ως μέρος της πνευματικής ζωής και της ηθικής ευθύνης του ανθρώπου. Καλεί τους πιστούς να ζουν σε αρμονία με τη φύση και να αναλαμβάνουν δράση για την προστασία της, έχοντας ως στόχο την ευημερία της Δημιουργίας και τη σωτηρία του κόσμου» τόνισε, υπογραμμίζοντας ότι η προστασία του περιβάλλοντος δεν είναι μόνο ζήτημα νομοθεσίας, αλλά και της εφαρμογής της, μεταστροφής του τρόπου σκέψης και της νοοτροπίας, κατεύθυνση καθοδηγεί προς την οποία οδηγεί τον άνθρωπο η Εκκλησία μας. Η συνεργασία πολιτείας και Εκκλησίας στην αντιμετώπιση των υπαρξιακών περιβαλλοντικών ζητημάτων της εποχής μας είναι συνεπώς καίριας σημασίας.
«Ας συνεργαστούμε πάνω σε ένα κοινό όραμα. Μην ξεχνάμε ότι η προστασία του περιβάλλοντος, η αγκαλιά μας προς τη φύση, όπως μας αγκαλιάζει και εκείνη, είναι πάνω από όλα μια πράξη αγάπης ως όλα τα έμβια όντα, τις παρούσες και τις μέλλουσες γενεές. Είναι μια κοινή αποστολή που απαιτεί την ενότητα της πολιτείας, της Εκκλησίας, της επιστήμης και της κοινωνίας. Η χριστιανική παράδοση μας καλεί να δούμε τον κόσμο όχι ως ιδιοκτησία μας, αλλά ως δώρο του Θεού. Εμείς είμαστε μόνο οι διαχειριστές αυτού του δώρου, έχοντας την υποχρέωση να το παραδώσουμε στις επόμενες γενιές. Όπως αναφέρει και ο Απόστολος Παύλος, «ἡ γῆ τοῦ Κυρίου καὶ τὸ πλήρωμα αὐτῆς» (Ψαλμ. 23:1). Η γη ανήκει στον Κύριο, και εμείς είμαστε οι φύλακες αυτής της πολύτιμης παρακαταθήκης του. Ας ανταποκριθούμε στην εντολή του Κυρίου» κατέληξε.
Η συνεδρία με θέμα «Η Θεολογία και τα μεγάλα προβλήματα του 21ου αιώνα: Κλιματική αλλαγή, προσφυγικό πρόβλημα, οικονομική κρίση και ανεργία», φιλοξενήθηκε στην Αίθουσα της Γερουσίας της Βουλής.
(Δελτίο Τύπου)