Ο ΓΙΩΡΓΗΣ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ (1924-2008) γεννήθηκε στὸν Πύργο τῆς Ἠλείας, ὅπου τελείωσε τὶς ἐγκύκλιες σπουδές του καὶ ἔζησε, μὲ μικρὰ διαλείμματα, ὅλη του τὴ ζωή. Ἐργάστηκε ὡς προϊστάμενος γραμματέας στὸ ΚΤΕΛ Ἠλείας.
Ἀπὸ νωρὶς βρηκε καταφυγὴ στὴ λογοτεχνία. Ἔφηβος ἀκόμη, τὸ 1940, δημοσίευσε δύο διηγήματα στὴν ἐφημερίδα Πατρὶς τοῦ Πύργου· τὸ 1943 δημοσίευσε ἕξι ποιήματα, τὰ περισσότερα στὸ περιοδικὸ Ὀδυσσέας τοῦΠύργου.
Τὸ 1942 ἐγγράφεται στὴ Νομικὴ Σχολὴ Ἀθηνῶν. Τὴν περίοδο 1945-1951 ζεῖστὴν Ἀθήνα.
Βαθιὰ φιλία τὸν συνέδεε μὲ τὸν Τάκη Σινόπουλο καὶ τὸν Νίκο Καχτίτση, στὰ πρόσωπα τῶν ὁποίων βρῆκε ἔνθερμους συνομιλητὲς γιὰ θέματα τῆς λογοτεχνίας. Οἱ τρεῖς μαζὶ μὲ τὸν Σωκράτη Καψάσκη ὑπηρξαν μέλη τῆς λογοτεχνικῆς συντροφιᾶς ποὺ περιγράφεται στὸ διήγημα τοῦ Καχτίτση Ποιοί οἱ φίλοι (1959). Καθοριστικὴ γιὰ τὴν ποιητική του διαμόρφωση ὑπηρξε ἡ σχέση του μὲ τὸν Γιωργο Σεφέρη.
Ἐξέδωσε τὰ ποιητικὰ βιβλία: Τὸ κατώγι (1971)· Τὸ σακί (1980)· Τὰ ἀντικλείδια (1988)· Τριαντατρία χαϊκού (1990)· Λίγος ἄμμος (1997)· Ποιήματα 1943-1997 (2001, συγκεντρωτικὴ ἔκδοση)· Ποῦ εἶναι τὰ πουλιά; (2004)· Νὰ μὴ τοὺς ξε- χάσω (2008). Ἐκδόθηκε ἐπίσης τὸ βιβλίο: Γιώργης Παυλόπουλος, Γράμματα ἀπὸ τὴν Ἀμερική, ἐπιμ. Ἠλίας Χ. Παπα- δημητρακόπουλος, 2008.
Ἔχουν μεταφραστεῖ οἱ ποιητικὲς συλλογές του: Τὸ κατώγι στὰ ἀγγλικὰ ἀπὸ τὸν Peter Levi (The Cellar, 1977)· Τὰ ἀντι-κλείδια στὰ ἀγγλικὰ ἀπὸ τὴν Darlene Fife (The Passkeys, 1994) καὶ στὰ ἱσπανικὰ ἀπὸ τὸν A ́ngel Mart ́ınez Fern ́andez (Las llaves maestras, 1995)· Λίγος ἄμμος στὰ ἀγγλικὰ ἀπὸ τὴν Darlene Fife (A Little Sand, 1999). Τὸ ποίημά του Της Γύφτισσας ἔχει μεταφραστει σὲ τέσσερις γλωσσες (ἀγγλικά, γερμανικά, ἱσπανικά, γαλλικά), ἰδιωτικὴ ἔκδοση (ἐκτὸς ἐμπορίου), Πύργος 1996.
Ποιήματά του ἔχουν ἐπίσης μεταφραστεῖστὰ ἀγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, ἱσπανικά, ὁλλανδικά, ἰταλικά, ρωσικὰ καὶ πολωνικά.
Κείμενά του γύρω ἀπὸ ζητήματα της λογοτεχνίας ἔχουν δημοσιευτεῖ σὲ λογοτεχνικὰ περιοδικά.
Ἄσκησε μὲ ζῆλο τὴν τέχνη τῆς τυπογραφικῆς ἐπιμέλειας. Ἐπιμελήθηκε, μεταξὺ ἄλλων, βιβλία τοῦΝίκου Καχτίτση καὶ τοῦΝίκου Γαβριὴλ Πεντζίκη ποὺ τυπώθηκαν σὲ τυπογραφεια τοῦΠύργου.
Καρπὸς της φιλίας του μὲ τὸν Νίκο Καχτίτση εἶναι τὸ βιβλίο: Τὰ γράμματα τοῦΝίκου Καχτίτση στὸν Γιώργη Παυλόπουλο (1952-1967), ἐπιμ. Αὐγὴ - Ἄννα Μάγγελ, 2001.
Ἐκτὸς ἀπὸ τὴ λογοτεχνία ἀγάπησε τὴ ζωγραφική, στὴν ὁποία ἐπανερχόταν συχνά.
Η ΣΤΑΧΤΗ
Στη Μήτσα
Φύσαγε ο αγέρας
ανέβαζε τη στάχτη τους
την πήγαινε στον ουρανὸ
φοβόταν εκείνη φοβόταν
ουά φοβητσιάρα της φώναζε
Πάψε τρελέ του έλεγε
δεν είμαστε πια στη γη
δεν έχουμε πια δέρμα
δεν έχουμε μαλλιά
δεν έχουμε μήτε μάτια
Γίναμε στάχτη της έλεγε
όμως με βλέπεις και σε βλέπω
και μένει ακόμα η αγάπη
που δεν μπορεί να γίνει στάχτη
και μένει ακόμα η αγάπη
Είμαι η στάχτη σου του έλεγε
και είσαι η στάχτη μου
μα πού ανεβαίνουμε πού πάμε
κι όλο φυσάει κι όλο σε χάνω
ουά φοβητσιάρα της φώναζε
Πάψε τρελέ του έλεγε
«Η φωνή του Παυλόπουλου έχει το φυσικό χάρισμα να μπορεί να αφηγηθεί, και μάλιστα με τρόπο ποιητικό: ξέρει να παίρνει τις ανάσες της και να μην πνίγεται, όταν ψηλώνει· να μη σβήνει, όταν χαμηλώνει. [...] Δεν ξέρω πολλές φωνές στην ποίησή μας που να έχουν την απλότητα, τη θέρμη, σχεδόν την τρυφερότητα και τη φυσικότητα της αφηγηματικής φωνής του Παυλόπουλου. Υποπτεύομαι πως αυτήν κυρίως πρόσεξε ο Σεφέρης, που είχε στο κεφάλαιο αυτό τις δικές του δυσκολίες, καθώς η δική του φωνή άρχισε λυρική και εξελίχτηκε σε δραματική, πηγαίνοντας να γίνει αφηγηματική.»
Δ.Ν. ΜΑΡΩΝΙΤΗΣ, Διαλέξεις, 1992 [1989].
Ἐπίμετρο: Γιάννης Ξούριας
Φιλολογικὴ ἐπιμέλεια: Γιώτα Κριτσέλη
Σελίδες: 296 • Σχήμα: 16 x 24 cm • ISBN: 978-618-5004-57-6 • Τιμή: 16,7 €