Βρέθηκε στην αρχαία Ολυμπία το 1914, χάθηκε κατά τη δεκαετία του ’30, πέρασε από χέρια διαφόρων εμπόρων και συλλεκτών και έφτασε στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης το 1972. Τώρα, η χάλκινη κεφαλή γρύπα, διεκδικείται από τη χώρα μας και υπάρχει αλληλογραφία με το ΜΕΤ, ώστε να το πάρουμε πίσω. Υπέρ μας, είναι το γεγονός ότι ο εντοπισμός του έχει καταγραφεί και από το «Αρχαιολογικόν Δελτίον», ενώ οι συνθήκες της απώλειας είναι μεν άγνωστες, η παρανομία ωστόσο δεν μπορεί να αποκρυβεί.
«Ο Kλαδέος εξακολουθεί δυστυχώς να παρασύρει μεγάλα τμήματα του προς την αρχαίαν Ολυμπιαν και την Αλτιν εδάφους, ως φαίνεται εξ ευρημάτων γινομένων καιρούς εντός της κοίτης του ή και παρά τας όχθας του οι Αλφειού, εις ον μεταφέρονται δια του ρεύματος αυτού, σπουδαίας αρχαιότητας» διαβάζουμε στο Αρχαιολογικόν Δελτίον του 1915. «Κατά τον Δεκέμβριο του 1914 ο επιμελητής του μουσείου Ολυμπίας Θ. Καραχάλιος ανεκάλυψεν εντός της κοίτης του Κλαδέου παρά το Γυμνάσιο, οπόθεν είχε προ μικρού παρασυρθεί σπουδαίος όγκος χώματος την εν τη παρακείμενη εικόνι δημοσιευομένην θαυμασίαν κεφαλή γρυπός (0,25 από του λαιμού μέχρι του άκρου λόφου) μιαν των ωραιοτέρων και κάλλιστα διατηρημένων προτομών γρυπός εξ όσων ευρέθησαν μέχρι τούδε».
Η κεφαλή γρύπα δημοσιεύεται στη σελίδα 83 του παραρτήματος και αποτελεί μέγιστη απόδειξη. Τι συνέβη όμως και χάθηκε;
Το απόσπασμα από το Αρχαιολογικόν Δελτίον του 1915
Η ιστορία προέλευσης που δημοσιεύει για το εύρημα το Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης, είναι μόνο εν μέρει κατατοπιστική. Στο σημείωμα, μνημονεύεται η τυχαιότητα της εύρεσης από τον Θ. Καραχάλιο, και ο χώρος όπου ήταν το αρχαίο. Ηδη από το 1937- 38 είχε δημοσιοποιηθεί πως δεν βρίσκεται πλέον στο Μουσείο Αρχαίας Ολυμπίας. Το καλοκαίρι του 1936 ο Θ. Ζουμπουλάκης το είχε αγοράσει από τον Joseph Brummer, άγνωστο υπό ποιες συνθήκες.
Στις 15 Ιανουαρίου του 1948 αγοράστηκε από τον Walter C. Baker. Εμεινε στη συλλογή της οικογένειας του συλλέκτη μέχρι το 1971 και αποκτήθηκε από το ΜΕΤ το 1972, δια κληροδοτήματος.
Εφόσον λοιπόν και το ΜΕΤ αναγνωρίζει πως ανευρέθηκε στην αρχαία Ολυμπία, έχουμε ένα σημαντικό ατού στα χέρια μας. Δεύτερο ατού, είναι πως δεν έχει πωληθεί από την Ελλάδα κάποια αρχαιότητα με νόμιμο τρόπο, άρα όλα έγιναν λαθραία. Η αλληλογραφία συνεχίζεται, καθώς η Διεύθυνση Τεκμηρίωσης Αρχαίων Μνημείων, συνεχίζει την εξαιρετική δουλειά που κάνει. Επίσης, όπως έχει διακηρυχθεί σε όλους τους τόνους, η Ελλάδα δεν έχει απεμπολήσει κάποιο δικαίωμά της απέναντι σε κανένα μουσείο, ούτε βεβαίως και απέναντι στο Μητροπολιτικό, με το οποίο συνεργάζεται. Οι νόμοι είναι νόμοι και οι προσπάθειες της χώρας μας δεν σταματούν ποτέ.
Ο γρύπας, μαζί με έναν ακόμα πανομοιότυπό του (που δεν έχει βρεθεί) είχε δημιουργηθεί ως λαβή χάλκινου λέβητα (καζάνι). Οι λέβητες, τοποθετημένοι σε τρίποδες ή κωνικές βάσεις, προσφέρονταν ως αναθήματα στους θεούς- και εν προκειμένω πιθανότατα στον Δία. Ηταν από τα πλέον εντυπωσιακά αναθηματικά δώρα του 8ου, 7ου και 6ου αιώνα π.Χ. Είχαν συνήθως μεγάλο μέγεθος. Σήμερα είναι γνωστές περί τις 600 ανάλογες λαβές – κεφαλές.
Το γλυπτό του ΜΕΤ χρονολογείται κατά το τρίτο τέταρτο του 7ου αιώνα π.Χ. Του λείπει το ένα αυτί, το οποίο έχει σπάσει και τα μάτια, που ήταν ένθετα αλλά έχουν χαθεί. Πρόκειται για ένα από τα ωραιότερα γλυπτά του είδους του.
Ο Γρύπας ήταν μυθικό τέρας με σώμα λιονταριού, κεφάλι και φτερά αετού. Επίσης σε μερικές αναπαραστάσεις του φαίνεται πως έχει και ουρά φιδιού. Ο μύθος του θεωρείται ότι προέρχεται από την Μεσοποταμία. .Η ράχη του ήταν σκεπασμένη με φτερά και τα νύχια στα λιονταρίσια πόδια του ήταν δυνατά και γαμψά σαν του αετού.
Η ελληνική μυθολογία συνδέει τους γρύπες με διάφορους θεούς. Στον Αισχύλο είναι τα σκυλιά του Δία, αλλού είναι τα ζώα της Νέμεσης, ενώ στα έργα τέχνης ο γρύπας συχνά συνδέεται με το Διόνυσο. Αλλά ισχυρότερη είναι η σχέση του γρύπα με τον Απόλλωνα, με τον οποίο συνδέεται μέσω του δηλιακού μύθου για τους Υπερβορείους. Γρύπες σέρνουν την άμαξα του θεού κατά το ταξίδι του προς τους Υπερβορείους. Ως Επιφάνειος ο Απόλλωνας καλπάζει πάνω σε γρύπα. Στην αρχαία Ελλάδα ο γρύπας νοούνταν ως ηλιακό σύμβολο, αλλά η σχέση του με τον ορυκτό χρυσό τού προσδίδει χθόνια χαρακτηριστικά.
Θεωρείται ότι η μορφή του εμφανίστηκε στην Ανατολή. Στην Ελλάδα εμφανίστηκε κατά την Κρητομινωική περίοδο και είναι γνωστός από τις παραστάσεις από την Κνωσό και από άλλα μέρη του Αιγαίου. Όμως οι παραστάσεις των κρητομινωικών γρυπών είναι αρκετά διαφορετικές από τις παραστάσεις τους στην αρχαϊκή και την κλασική τέχνη. Ο τύπος γρύπα με τον οποίοασχολούμαστε σήμερα, είναι εισηγμένος γρύπα στην ελληνική τέχνη περί τα τέλη του 8ου αι. π.Χ. από τη Μέση Ανατολή, αρχικά στα νησιά του Αιγαίου και από εκεί στην ηπειρωτική Ελλάδα.