Πολιτισμός

Αίσωπος – από «μπαμπούλας» των παιδιών, αγαπημένος παραμυθάς!

Αίσωπος – από «μπαμπούλας» των παιδιών, αγαπημένος παραμυθάς! Φωτογραφία: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Ο άνθρωπος που έπλασε τόσες όμορφες ιστορίες για τα παιδιά, διέγραψε ...καριέρα «μπαμπούλα» για να τρώνε το φαΐ τους!

Από την εποχή του Σόλωνα και του Θαλή ακόμα, τον 8ο αι. π.Χ., υπήρχε το φόβητρο για τα απείθαρχα παιδιά. Χρέη μπαμπούλα της εποχής εκτελούσε το ζεύγος Μορμόλης και Μορμώ, με αυτή την τελευταία να απεικονίζεται παντού ως τερατόμορφη θεότητα της μυθολογίας. Έτσι, λοιπόν, και ο σπουδαίος παραμυθάς Αίσωπος μετατράπηκε σε Μορμόλη. Δεν είναι ότι δεν αγαπούσε τα παιδιά. Το αντίθετο. Αλλά έπρεπε να ζήσει και το μόνο εργαλείο που διέθετε για επιβίωση ήταν η μνημειώδης ασχήμια του!

Ο καταγόμενος από τη Φρυγία Αίσωπος (ο Αριστοτέλης και οι μαθητές του, που ερεύνησαν τον βίο του ανδρός, επέμεναν ότι επρόκειτο για Θράκα και όχι Φρύγα) δεν είχε μόνο την ατυχία να γεννηθεί δούλος στα αρχαία χρόνια (η γέννησή του τοποθετείται στον 8ο αι. π.Χ. και κατ΄ άλλους στον 6ο αι.), αλλά ήταν και κατά τι... καλύτερος από τη Μορμώ. Άσχημος, καμπούρης και τραυλός. «Στραβοκάνης, κεφάλας, κοιλαράς με πλατιά μύτη, φαρδύ τράχηλο, φοβιστικά σαρκώδη χείλη και χρώμα δέρματος μελανό, που αιτιολογούσε και το όνομά του (Αίσωπος από το Αιθίοπας)» τον περιγράφει ο βυζαντινός συγγραφέας Μάξιμος Πλανούδης, του οποίου το σχετικό σύγγραμμά βρέθηκε (και διασώθηκε) στη βιβλιοθήκη του Αδαμάντιου Κοραή.

[Ο γλωσσολόγος Γ. Μπαμπινιώτης ετυμολογεί το όνομα ως «ο βλέπων το πεπρωμένο», προερχόμενο από τις λέξεις αίσα (=πεπρωμένο) και ωψ, ωπός (=όψη)].
Στην πραγματικότητα, η περίπτωση Αίσωπος θυμίζει κάπως εκείνη του Ομήρου. Όπως αγνοείται η ακριβής περίοδος του βίου του, έτσι άγνωστος παραμένει και ο τόπος γέννησής του (αρκετές πόλεις διεκδικούν τον τίτλο της γενέτειράς του).

Όσο για τις διδακτικές εμπειρίες του και ιστορίες του, εικάζεται ότι αρκετές από αυτές, στο πέρασμα των αιώνων, εμπλουτίστηκαν από τη λαϊκή θυμοσοφία. Για κάποιους μελετητές, οι ιστορίες του Αισώπου είναι προϊόντα ενός αρχαϊκού λαϊκού λογοτεχνικού είδους με διδακτικό ρόλο (όπως οι τραγωδίες). Ως εκ τούτου, ο Αίσωπος, ως εμπνευστής τους, ουδέποτε υπήρξε. Είναι οι ίδιοι αυτοί ιστορικοί ερευνητές, που εκτιμούν ότι και ο Όμηρος ήταν γέννημα της λαϊκής φαντασίας. Κατά άλλους πάλι, ο ίδιος υπήρξε αλλά οι μύθοι με τους οποίους συνέδεσε το όνομα και τον βίο του δεν ήταν δικοί του. Ήταν ιστορίες που συγκέντρωσε από τις περιηγήσεις του και ελαφρώς τροποποίησε για να ακούγονται ομορφότερα στα παιδιά.
Σε κάθε περίπτωση, εκτός από τη δυσειδή μορφή του, ο Αίσωπος διέθετε και κάτι ακόμα αποκρουστικό: ήταν βραδύγλωσσος με μέταλλο φωνής που ακουγόταν σαν κρώξιμο πουλιού.

ΑΠΟΚΡΟΥΣΤΙΚΗ ΟΨΗ ΚΑΙ ΚΟΦΤΕΡΟ ΜΥΑΛΟ

Ωστόσο, οι θεοί; Η νομοτέλεια; Ό,τι κι αν είναι αυτό που φροντίζει για τη συμπαντική ισορροπία, φρόντισε και για τον αδικημένο από τη φύση Αίσωπο. Ο κακομούτσουνος μπαμπούλας των παιδιών είχε ένα τόσο δυνατό μυαλό, που αν και δούλος χαμηλής –λόγω της όψης του- χρηματικής αξίας, τον έφερνε συχνά από τη θέση του διαπραγματευόμενου σ΄ εκείνη του διαπραγματευτή. Το ακόμη σημαντικότερο ήταν η ηθική και η αίσθηση δικαίου, που τον διέκριναν.

Το όνομά του ταξίδεψε στους αιώνες και έφτασε στο σήμερα, συνώνυμο με κάποιον παραμυθά, ο οποίος με την πλούσια εμπειρία του έστησε ιστορίες, που αξίζει να διαβάζονται από μικρούς και μεγάλους. Αλλά «το λάθος που κάνουμε είναι μεγάλο» τονίζει ο Γιώργιος Κάτσος, μεταφραστής του συγγράμματος Πλανούδη και εξηγεί: «ο Αίσωπος ξεπερνά πολλούς δασκάλους της ηθικής φιλοσοφίας, αφού του δόθηκε σαν θείο χάρισμα η ικανότητα να πλάθει μύθους διδακτικούς. Δεν προτρέπει τον άνθρωπο να γίνει ηθικός. Όμως του δείχνει τις συνέπειες της ανήθικης συμπεριφοράς. Γιατί δεν είναι μόνο οι μύθοι του άξιοι μελέτης. Είναι και όλη η ζωή του».
Κατά την παράδοση, ο Αίσωπος έχει μία ζωή γεμάτη βάσανα και περιπέτειες, τις οποίες ξεπερνά με τη δύναμη του μυαλού του. Αλλάζει κάμποσα χέρια κυρίων και προσαρμόζει την προσφορά του κατά πώς εκείνοι την απαιτούν. Αιώνες μετά, ο Πλανούδης άλλοτε με αποκρουστικότητα, άλλοτε με συμπόνια κι άλλοτε με σκωπτική διάθεση, θα παρουσιάσει ιστορίες από εκείνη την περιπετειώδη ζωή, προκαλώντας πολλές φορές αμηχανία στον αναγνώστη, που δεν θα ξέρει αν πρέπει να γελάσει ή να κλάψει με τα παθήματα του κακορίζικου δούλου...

Όπως σημειώνει ο αν. καθηγητής Ιστορίας στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Κώστας Βλασόπουλος «η ερωτική ζωή των δούλων δεν περιστρεφόταν αποκλειστικά γύρω από τους αφέντες τους [...]. Η ανάγκη για σεξ, για συναισθηματική κάλυψη, για δημιουργία δυνατών σχέσεων ήταν ένας από τους σημαντικότερους τρόπους με τους οποίους οι δούλοι εκδήλωναν την αυτενέργειά τους και την επιθυμία τους να δημιουργήσουν μία ζωή με νόημα ακόμα κι εντός της δουλείας». Μία τέτοια ανάγκη φιλοδοξούσαν να καλύψουν οι δούλες της οικίας του φιλοσόφου Ξάνθου, όταν με χαρά πληροφορήθηκαν ότι ο κύριός τους αγόρασε έναν αρσενικό δούλο. Όταν, όμως, είδαν τον κακάσχημο Αίσωπο, προτίμησαν να στρογγυλοκαθίσουν στην ξέρα της μοναξιάς τους...

Ο Ξάνθος αποφάσισε να αγοράσει τον Αίσωπο ύστερα από μία σύντομη συνομιλία μαζί του, από την οποία εκτίμησε την ευθύτητα και την ετοιμότητα του άνδρα.
-Θέλω να σε αγοράσω, αλλά μήπως δραπετεύσεις...
-Αυτό δεν εξαρτάται από εμένα. Από σένα εξαρτάται.
-Γιατί από μένα;
-Γιατί αν είσαι καλός με τους δούλους σου, κανένας δεν θα φύγει. Ποιος φεύγει για να πάει από το καλό στο κακό; Ποιος κυνηγάει την πείνα και τον φόβο; Αν είσαι, όμως, κακός, ναι. Δεν μένω στιγμή μαζί σου.

Ο Ξάνθος αγόρασε τον Αίσωπο κι όταν έφτασαν στο σπίτι, του ζήτησε να μείνει στο κατώφλι να προετοιμάσει τη γυναίκα του «μη δει ξαφνικά την ασχήμια και ζητήσει πίσω την προίκα της!». «Κυρία, δεν θα μουρμουρίζεις πια ότι τα δικά μου θηλυκά δουλικά σε υπηρετούν. Σου αγόρασα έναν αρσενικό δούλο» είπε ο έμπορος στη γυναίκα του κι εκείνη ευχαρίστησε τη θεά Αφροδίτη που έκανε πραγματικότητα το όνειρό της πως την υπηρετούσε ένας όμορφος δούλος. Αλλά και οι μικρές υπηρέτριες χαίρονταν, γιατί, βλέπεις, ο κύριος ήταν αυτός που έπρεπε να φροντίσει για το αρσενικό που θα γινόταν σύντροφός τους στη δουλειά και το... κρεβάτι τους. Τσακώνονταν μεταξύ τους ποια θα είναι η τυχερή που θα τον απολαύσει. Κι όταν πια ήρθε η στιγμή να γνωρίσουν τον δούλο, έντρομη μία μικρή αναφώνησε: «Εσύ είσαι ο καινούργιος; Και πού είναι η ουρά σου;»!

Σε άλλο περιστατικό του αισώπειου βίου, αποτυπώνεται η ευφυία του ανδρός, που τον έσωσε από βέβαιη κακοποίηση.

Εργάζεται στους αγρούς, όταν δύο από τους συνδούλους του αποφασίζουν να φάνε τα σύκα του αφέντη τους και να ρίξουν το κρίμα στον δυσλεκτικό Αίσωπο:
-Όταν ο κύριός μας γυρέψει τα σύκα, τι θα κάνουμε;
-Πες ότι ο Αίσωπος βρήκε το κελάρι ανοιχτό την κατάλληλη στιγμή κι αφού πήδηξε μέσα, έφαγε όλα τα σύκα. Κι ο Αίσωπος, αφού δεν μπορεί να μιλήσει, θα φάει ξύλο...
Έτσι έγινε, αλλά ο δυσλεκτικός Αίσωπος ζήτησε από τον αφέντη του, πριν τον δείρει, να τον αφήσει να του αποδείξει πως δεν έφαγε εκείνος να σύκα. Προκάλεσε εμετό στον εαυτό του και ασφαλώς δεν έβγαλε τίποτα, αφού δεν είχε φάει τίποτα. Αντίστοιχα ζήτησε το ίδιο και από τους ενόχους συνδούλους του. Κι εκείνοι έβγαλαν από το στομάχι τους την ενοχή τους...

Αδικημένος, λοιπόν, καθώς ήταν από τη φύση και ανίσχυρος να υπερασπιστεί με στεντόρεια φωνή τα επιχειρήματά του για να ξεφεύγει από τις κακοτοπιές, γινόταν θύμα πλεκτάνης και συχνά την πλήρωνε εκείνος για τα κρίματα των άλλων. Ένα τέτοιο κρίμα βρέθηκε να πληρώνει όταν στους αγρούς, όπου τον είχε στείλει να εργάζεται ο κύριός του, είδε τον επιστάτη Ζηνά να ξυλοφορτώνει έναν δούλο και μπήκε στη μέση για να τον προστατέψει. Ο Ζηνάς θύμωσε και με ψέματα έπεισε το αφεντικό τους να ξεφορτωθούν τον Αίσωπο, πουλώντας τον στο παζάρι. Κάποιος υποψήφιος αγοραστής που είδε τον κακορίζικο άνδρα, μέμφθηκε τον Ζηνά ότι διαθέτει προς πώληση «έναν κορμό δένδρου, ένα σακί, έναν άχρηστο βρωμερό σκύλο...». Τότε, πήρε τον λόγο ο ίδιος ο Αίσωπος και ρώτησε τον αγοραστή: «Δεν έχεις στο σπίτι του παιδιά άτακτα και κλαψιάρικα; Αγόρασέ με και πολύ θα σε ωφελήσω τέτοιος που είμαι». Εκείνος πείστηκε. Τρεις οβολούς έδωσε στον Ζηνά και αγόρασε τον Αίσωπο. «Όταν έφτασαν στο σπίτι, τα παιδιά, βλέποντάς τον ξεφώνισαν φοβισμένα και τότε γυρίζει ο Αίσωπος και λέει στον κύριό του: Να, η απόδειξη όσων σου είπα. Εκείνος γέλασε και τον σύστησε στους συνδούλους του» περιγράφει ο Πλανούδης, εξηγώντας την έναρξη της διαδρομής του Αισώπου ως μπαμπούλα.

Φαίνεται, όμως, πως αυτός ακριβώς ο ρόλος του άνδρα, τον έφερε τόσο κοντά στα παιδιά, που τον οδήγησε στο να πλέκει ιστορίες για να τραβά την προσοχή τους και να τα ηρεμεί. Από φόβος και τρόμος τους, ο Αίσωπος με τον γοητευτικό λόγο, που «ταξίδευε» τη φαντασία των παιδιών (ως «λογοποιό» τον μνημονεύει ο Ηρόδοτος), μετατράπηκε σε αγαπημένο παραμυθά. Δεν έγραφε. Έλεγε. Ιστορίες ζώων με ανθρώπινη φωνή και συμπεριφορά (αγαπημένα του ζώα, ο γάιδαρος, η αλεπού, ο μέρμηγκας, ο τζίτζικας), που με τα παθήματα και τα απλά λόγια τους, τα κατανοητά από τα παιδιά, ξεχώριζαν το σωστό από το λάθος, το δίκαιο από το άδικο, το ηθικό από το ανήθικο. Ήταν τα παθήματά του ίδιου, που μετέτρεπε σε γοητευτικές περιπέτειες για να περάσει στα παιδιά μηνύματα για έναν ιδανικό κόσμο, δίκαιο και ηθικό. Οι ιστορίες του χαράχτηκαν στα τρυφερά, παρθένα μυαλά και σώθηκαν περνώντας με την επαναλαμβανόμενη αφήγηση από γενιά σε γενιά.

Οι αμαρτίες άλλων θα τον ακολουθούν ως τέλος του βίου του. Μία κατάφορη αδικία, άλλωστε, θα είναι αυτή που θα υπογράψει και την καταδίκη του. Όταν εκείνος θα βρεθεί να υπηρετεί τον Λυδό βασιλιά Κροίσο, θα αναλάβει ως αποστολή να μεταφέρει μία σημαντική ποσότητα χρυσού στο μαντείο των Δελφών, προκειμένου να λάβει για λογαριασμό του Κροίσου έναν χρησμό. Αλλά ο Αίσωπος θυμωμένος με τη φιλαργυρία των υπηρετών του βωμού του Απόλλωνα, όχι μόνον αρνείται τον χρησμό και στέλνει πίσω στον Κροίσο το χρυσάφι, αλλά επιτίθεται με σκληρότητα και κατά των ιερέων του μαντείου, φωνάζοντας ότι εξαπατούν τον κόσμο και κερδοσκοπούν στο όνομα του θεού. Οργισμένοι εκείνοι κρύβουν ένα ιερό σκεύος στις αποσκευές του Αισώπου, τον κατηγορούν για ιεροσυλία και με συνοπτικές διαδικασίες τον καταδικάζουν σε θάνατο. Κατά την ποινή, που του επιβάλλεται, ο αγαπημένος παραμυθάς – μπαμπούλας των παιδιών ρίχνεται από την κορυφή του Παρνασσού. Αλλά ο θεός Απόλλωνας, που βλέπει την αδικία, τιμωρεί τους κατοίκους των Δελφών με λιμό. Κι εκείνοι, μετανιωμένοι για την ανόσια πράξη τους στήνουν μαρμάρινη στήλη προς τιμήν του Αισώπου.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Ακολουθήστε το ilialive.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις Ειδήσεις

tsoukalas popup