Βία, ξυλοδαρμοί ανηλίκων, bullying, συμμορίες εφήβων, αναίτιες επιθέσεις σε μαθητές, νεανική παραβατικότητα.
Πρόκειται για μια δυσάρεστη νέα «μόδα» που κυριαρχεί στη ζωή μας και την καθημερινότητά μας.
Τα ερωτήματα που γεννώνται το τελευταίο διάστημα είναι πολλά: αυτή είναι η κοινωνία που θέλουμε για εμάς και τα παιδιά μας; Γιατί ξεφύγαμε; Υπάρχει περίπτωση να επιστρέψουμε στη λογική και σε μία ήρεμη κανονικότητα, κυρίως για τους νέους ανθρώπους;
Με αφορμή την τελευταία σειρά ξυλοδαρμών που υφίστανται τις τελευταίες ημέρες έφηβοι, το CNN Greece απευθύνθηκε στην Δρ. Ίλια Θεοτοκά, Κλινική Ψυχολόγο Ψυχοθεραπεύτρια στο Αιγινήτειο Νοσοκομείο.
Με τεράστια εμπειρία ετών, η κυρία Θεοτοκά, μας αναλύει γιατί εμφανίζεται τέτοια παραβατικότητα στις νέες ηλικίες, γιατί οι περισσότεροι και κυρίως οι νέοι άνθρωποι παραμένουμε απαθείς όταν σημειώνεται ένα σοβαρό επεισόδιο βίας, και ποιες είναι οι ευθύνες της Πολιτείας και της κοινωνίας.
«Η απάθεια των νέων αγοριών και κοριτσιών μπροστά σε σκηνές βίας συνδέεται με την επαναλαμβανόμενη και πολύωρη παρακολούθηση σκηνών βίας, είτε στο κινητό, είτε στην τηλεόραση. Αυτή η συνεχής παρακολούθηση τέτοιων σκηνών δημιουργεί αίσθημα ''απευαισθητοποίησης'', μειώνει την ενσυναίσθηση, τα παιδιά δεν διδάσκονται έμπρακτα ή μη, ''καλά παραδείγματα'', δεν διδάσκονται οι αξίες της ηθικής, της αγάπης, της αλληλεγγύης, της φιλίας, του αλτρουισμού και συνεπώς δεν ενεργοποιείται η κρίση τους επαναλαμβάνουν και μιμούνται συμπεριφορές ενηλίκων».
Όπως τονίζει η συνομιλήτρια μας, η βία και παραβατικότητα των νέων και κυρίως των εφήβων, συνιστούν ένα πολυπαραγοντικό ζήτημα, το οποίο όσο και εάν ακούγεται περίεργο, συνδέεται και με τους δύο πολέμους που βρίσκονται σε εξέλιξη, στην Ουκρανία και στο Ισραήλ - Λίβανο.
Ολόκληρη η συνέντευξη της κ. Θεοτοκά
Κυρία Θεοτοκά, παρατηρούμε με βαριά καρδιά, ότι τα τελευταία χρόνια και ειδικότερα μετά τον εγκλεισμό που επέφερε η πανδημία του COVID-19, έχει αυξηθεί η παραβατικότητα των εφήβων. Ποια είναι τα αίτια; Φαντάζομαι ότι πρόκειται για ένα πολυπαραγοντικό ζήτημα, το οποίο ωστόσο μας προβληματίζει σφόδρα, καθώς φαίνεται πλέον ότι η βία είναι στην πρώτη γραμμή της καθημερινότητάς μας.
Η σχέση με την οικογένεια, ο βαθμός στον οποίο η οικογένεια αρνείται να ανιχνεύσει την έναρξη της παραβατικότητας, η χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών, η κακή επίδοση ή και η εγκατάλειψη του σχολείου είναι μερικοί από τους παράγοντες που μπορεί να μετατρέψουν τους ανηλίκους σε παραβάτες.
Όταν δε στο οικογενειακό περιβάλλον υπάρχει κακοποίηση και παραμέληση, ή άλλα αντικοινωνικά χαρακτηριστικά, οι πιθανότητες για νεανική παραβατικότητα είναι μεγαλύτερες.
Η ομάδα ασφαλώς των συνομηλίκων παίζει καθοριστικό ρόλο. Ο βαθμός στον οποίο η οικογένεια γνωρίζει τις παρέες των εφήβων και τα όρια που θέτει ή δεν θέτει επηρεάζουν τις επιλογές των παιδιών. Ετσι οι έφηβοι, μπορεί να οδηγηθούν χωρίς να το καταλάβουν, σε πράξεις που πιθανά υπό το κράτος της νηφαλιότητας και της οικογενειακής επιτήρησης και καθοδήγησης, δεν θα το έκαναν. Επίσης έχει αυξηθεί και ο αριθμός των συμμοριών.
Γιατί συμβαίνει αυτό; Πώς το εξηγείται, έχει κάποια ιδιαίτερη βαρύτητα η συμμορία για τους έφηβους;
Οι συμμορίες είναι ελκυστικές,γιατί δίνουν στους έφηβους το αίσθημα του ανήκειν, παρέχουν γόητρο και αίσθημα εξουσίας. Ειδικά όταν ένας έφηβος, για κάποιους λόγους, δεν έχει μπορέσει να ενταχθεί στην ομάδα των συνομηλίκων του, είτε γιατί έχει βιώσει αποτυχία, είτε έχει βιώσει bullying, ή έχει κάποιες ψυχολογικές δυσκολίες, τότε ψάχνει να βρει μία άλλη ομάδα να ενταχθεί και μπορεί να βρει μια ακατάλληλη ομάδα. Στη συμμορία δοκιμάζουν την αυτονομία τους, νιώθουν ότι είναι κάποιοι, αποκτούν ένα ρόλο, έστω και αρνητικό.
Αυτό πάντως που μας κάνει αλγεινή εντύπωση κυρία Θεοτοκά, είναι το γεγονός, ότι όταν συμβαίνει ένα περιστατικό βίας, τα παιδιά ή οι φίλοι των νέων που υφίστανται την κακοποίηση, παραμένουν απαθείς. Πώς το εξηγείται αυτό;
Η απάθεια των νέων αγοριών και κοριτσιών μπροστά σε σκηνές βίας συνδέεται με την επαναλαμβανόμενη και πολύωρη παρακολούθηση σκηνών βίας, είτε στο κινητό, είτε στην τηλεόραση. Αυτή η συνεχής παρακολούθηση τέτοιων σκηνών δημιουργεί αίσθημα «απευαισθητοποίησης», μειώνει την ενσυναίσθηση, τα παιδιά δεν διδάσκονται έμπρακτα ή μη, «καλά παραδείγματα», δεν διδάσκονται οι αξίες της ηθικής, της αγάπης, της αλληλεγγύης, της φιλίας, του αλτρουισμού και συνεπώς δεν ενεργοποιείται η κρίση τους επαναλαμβάνουν και μιμούνται συμπεριφορές ενηλίκων.
Η διάρκεια των δύο πολέμων, στον πλανήτη μας δίνει στους εφήβους την αίσθηση ότι κανένας δεν ενδιαφέρεται, η βία στη χειρότερη της μορφή (παράλογες δολοφονίες παιδιών, γυναικών ανήμπορων ομάδων, άοπλων, αθώων ανθρώπων) είναι αποδεκτή και την προκαλούν αρχηγοί κρατών, καθαρά για λόγους συμφερόντων.
Επίσης, τα συστήματα ανταμοιβής και τιμωρίας είναι εντελώς αδύναμα, δεν έχουν ισχύ, οπότε είναι μάταιο να προσπαθήσει κανείς για ένα καλύτερο κόσμο.Γενικά, σε σημαντικό ποσοστό, ούτε το καλό ανταμείβεται, ούτε το κακό τιμωρείται.
Η ευθύνη ωστόσο της κοινωνίας αλλά και της οικογένειας είναι τεράστια, ποιο ρόλο διαδραματίζει;
Σε όλα τα παραπάνω, φυσικά υπάρχει και η ευθύνη της κοινωνίας. Το σχολείο και η δομή του, ο ρόλος των εκπαιδευτικών, οι κοινωνικές υπηρεσίες ανηλίκων παίζουν καθοριστικό ρόλο.
Από την άλλη πλευρά, τα πρότυπα, που εμπνέει και προβάλλει η κοινωνία, μέσα από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, το διαδίκτυο, τα μοντέλα επιβράβευσης και τιμωρίας που συναντάμε γύρω μας, η πολιτική ζωή μιας χώρας επίσης επηρεάζουν σε πολύ μεγάλο βαθμό. Βέβαια, θα πρέπει να πούμε ότι οι πόλεμοι που μαίνονται εδώ και δύο χρόνια στην Ουκρανία και σχεδόν ένα χρόνο στο Ισραήλ έχουν επηρεάσει κατάφωρα τα παιδιά και τους εφήβους, όταν βλέπουν ότι αρχηγοί κρατών διαπράττουν συστηματικά και σταθερά τέτοια εγκλήματα κατά της ανθρωπότητος και θανατώνουν παιδιά, γυναίκες, οικογένειες δομές υγείας και εκπαίδευσης. Ασφαλώς και η πανδημία του κορωνοϊού, με τον εγκλεισμό, την αύξηση της ενδοοικογενειακής βίας έπαιξε κάποιο ρόλο στην επίταση της εφηβικής παραβατικότητας.
Κυρία Θεοτοκά, τι εκτιμάτε ότι θα πρέπει να κάνουν οι γονείς;
Οι γονείς χρειάζεται να δείχνουν καθημερινό ενδιαφέρον για τα παιδιά τους, να βάζουν όρια, να τα ανατρέφουν με ένα αξιακό σύστημα, βασισμένο στο αίσθημα της ευθύνης, του σεβασμού προς τον άλλον και της ενσυναίσθησης. Θα πρέπει επίσης να γνωρίζουν την παρέα των συνομιλήκων, γιατί η παρέα σ’ αυτήν την ηλικία είναι πολύ σημαντική για τον έφηβο.
Παράλληλα, χρειάζεται συστηματικά να προσπαθούν να εμπνέουν τα παιδιά στην εκπαιδευτική διαδικασία, να μην απελπίζονται, να μην τα παρατάνε, να τους δίνουν πάντα την προοπτική για το μέλλον.
Οι γονείς δεν θα πρέπει να θεωρούν δεδομένο και αποδεκτό ότι το παιδί δεν διαβάζει. Χρειάζεται να στέλνουν το μήνυμα στα παιδιά ότι η εκπαίδευση είναι υποχρεωτική και ότι όλα τα χρόνια της εκπαίδευσης καλούνται να μελετούν και να αποδίδουν εκπαιδευτικά στο βαθμό που μπορούν.
Ασφαλώς, απαξιωτικοί χαρακτηρισμοί στο πρόσωπο του παιδιού απαγορεύονται και δρουν πάντα αρνητικά.
Παράλληλα, με τις πρώτες ενδείξεις χρήσης ουσιών ή αλκοόλ, θα πρέπει να απευθυνθούν σε ψυχολόγο (και να μην υποβαθμίσουν τη συμπεριφορά της χρήσης), για να συζητήσουν πως θα διαχειριστούν την χρήση και πως θα προσελκύσουν το παιδί τους σε μία ψυχοθεραπευτική συνεργασία. Στο σημείο αυτό, χρειάζεται να επισημάνουμε ότι θα πρέπει να απευθυνθούν σε ψυχολόγους που έχουν ειδικευθεί στις εξαρτήσεις, εφόσον η ψυχολογική αντιμετώπιση αυτών των περιστατικών απαιτεί συγκεκριμένη εξειδίκευση.
Πηγή: cnn.gr - Φωτογραφία: pexels