Το «αγκάθι» της χαμηλής διείσδυσης των σταθερών ευρυζωνικών υπερυψηλών ταχυτήτων παραμένει για την Ελλάδα, η οποία έχει κάνει μεν πρόοδο σε τομείς όπως οι ψηφιακές δεξιότητες και η ψηφιοποίηση των επιχειρήσεων αλλά έχει ακόμη πολύ δρόμο να διανύσει. Την ίδια στιγμή, η ανάπτυξη των δικτύων 5G κινείται σε υψηλότερους ρυθμούς από την Ευρώπη, ενώ σημαντική πρόοδος έχει γίνει και στον τομέα της ψηφιοποίησης του δημοσίου τομέα.
Αυτά είναι τα βασικά συμπεράσματα όσον αφορά στη χώρα μας που προκύπτουν από την πρώτη μελέτη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την πορεία επίτευξης των στόχων της «Ψηφιακής Δεκαετίας», που δημοσιεύθηκε πρόσφατα. Και σύμφωνα με τα συμπεράσματα, η Ευρωπαϊκή Ένωση καλείται να επιταχύνει σε αρκετούς τομείς όπως είναι, για παράδειγμα, το 5G και την συνδεσιμότητα υπερυψηλών ταχυτήτων για την οποία θα απαιτηθούν επενδύσεις σε υποδομές ύψους 200 δισ. ευρώ (!), τις ψηφιακές δεξιότητες αλλά και την ψηφιοποίηση των επιχειρήσεων.
Συνδεσιμότητα
Ο τομέας όπου η Ελλάδα δείχνει να βρίσκεται πολύ πιο πίσω σε σχέση με την ΕΕ δεν είναι άλλος από τα σταθερά ευρυζωνικά δίκτυα. Η κάλυψη των δικτύων πολύ υψηλής χωρητικότητας (Very High Capacity Networks) και του FTTH είναι μόλις στο 28% των νοικοκυριών (όσον αφορά στο τέλος του 2022) όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι στο 73% και ο στόχος για το 2030 είναι να φθάσει στο 100% η κάλυψη με συνδέσεις 1 Gbps. Η Ελλάδα, όπως επισημαίνεται στη σχετικό τμήμα της έκθεσης, έχει αναλάβει διάφορες πρωτοβουλίες αλλά το ζητούμενο είναι να επιταχύνει προκειμένου να πετύχει το συγκεκριμένο στόχο.
Επίσης, επισημαίνεται ότι το ποσοστό των συνδέσεων 1 Gbps είναι στο 0,1% όταν στην Ευρώπη είναι ήδη στο 13,8%. Τουλάχιστον, έχουν αυξηθεί οι συνδέσεις με ταχύτητες άνω των 100 Mbps που έχουν φθάσει στο 20% (από 9% ένα χρόνο νωρίτερα) αλλά παραμένουμε πολύ πίσω από το 55% που είναι ο μέσος όρος της ΕΕ.
Από την άλλη πλευρά, η Ελλάδα είναι μπροστά όσον αφορά στο 5G, καθώς η πληθυσμιακή κάλυψη στην Ελλάδα ανέρχεται -σύμφωνα με την έκθεση της ΕΕ- στο 86% όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι στο 81%.
Ψηφιακές δεξιότητες
Ένας τομέας όπου η Ελλάδα πρέπει άμεσα να επιταχύνει είναι αυτός των ψηφιακών δεξιοτήτων. Αν και το 52% του πληθυσμού στη χώρα μας (ηλικίες 16-74 ετών) έχει βασικές ψηφιακές δεξιότητες επίδοση που τη φέρνει κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο του 55%, το ποσοστό των ειδικών σε τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών (ΤΠΕ) στη συνολική απασχόληση στην Ελλάδα είναι μόλις στο 2,5%, κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ που είναι 4,6%. Επιπλέον, μόλις το 13% των επιχειρήσεων στην Ελλάδα προσφέρει τη δυνατότητα εκπαίδευσης σε ψηφιακές δεξιότητες έναντι 22% του μέσο όρου στην ΕΕ. «Η ανάγκη να επεκταθεί η δεξαμενή ψηφιακών ταλέντων των ειδικών των ΤΠΕ στην Ελλάδα θα απαιτήσει ιδιαίτερη προσοχή για την αντιμετώπιση του σημερινού κενού και τη διασφάλιση ότι η οικονομία θα ωφεληθεί από έναν πληθυσμό με ψηφιακές δεξιότητες. Είναι, επίσης, σημαντικό η Ελλάδα να μπορεί να προβλέψει τις δεξιότητες που απαιτούνται για να ανταποκρίνονται στις ανάγκες της αγοράς εργασίας και να προβλέψει τις αλλαγές στις δεξιότητες» επισημαίνεται στην έκθεση.
Το πρόβλημα πάντως είναι και ευρωπαϊκό. Στην έκθεση επισημαίνεται ότι ο στόχος για το 2030 είναι να υπάρχουν 20 εκατ. Ευρωπαίοι που να ασχολούνται με τις ΤΠΕ αλλά με βάση τον υπάρχοντα ρυθμό, ο αριθμός δεν θα ξεπεράσει τα 12 εκατ., γεγονός που θα δημιουργήσει σημαντικά προβλήματα στην ανταγωνιστικότητα της ΕΕ σε παγκόσμιο επίπεδο.
Ψηφιακές επιχειρήσεις
Όσον αφορά στην ψηφιοποίηση των επιχειρήσεων, η Ελλάδα παραμένει αρκετά πίσω. Σύμφωνα με την έκθεση της ΕΕ, το ποσοστό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων με ένα βασικό επίπεδο «ψηφιακής έντασης» είναι στο 41%, όταν ο μέσος όρος στην ΕΕ είναι στο 69%.
Το πρόβλημα είναι ακόμη μεγαλύτερο στις πιο προηγμένες ψηφιακές τεχνολογίες: μόλις το 15% αξιοποιεί τις δυνατότητες του cloud (έναντι 34% στην ΕΕ) και μόλις το 3% την τεχνητή νοημοσύνη (έναντι 8%). Από την άλλη, όσον αφορά στην την ανάλυση μεγάλων δεδομένων (big data) η Ελλάδα με 13% είναι κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο του 14%. Από την άλλη πλευρά, το μερίδιο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στην Ελλάδα, που πραγματοποιούν διαδικτυακές πωλήσεις (17%), είναι ελαφρώς χαμηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ (19%).
Το ζήτημα πάντως είναι ευρύτερο καθώς ο στόχος που έχει τεθεί για το 2030 κάνουν λόγο για χρήση big data, cloud και ΑΙ από το 75% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Στόχος που με τον υπάρχοντα ρυθμό δείχνει εξαιρετικά δύσκολος να επιτευχθεί. Γι’ αυτό και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζητά να υπάρξουν πρωτοβουλίες προκειμένου να ενημερωθούν οι επιχειρήσεις για τα οφέλη της ψηφιοποίησης τους.
Ψηφιακή διακυβέρνηση
Από τους τομείς όπου έχει υπάρξει είναι η ψηφιακή διακυβέρνηση αν και επισημαίνεται στην έκθεση ότι «η Ελλάδα πρέπει να εντείνει τις προσπάθειές της για την ψηφιοποίηση των δημόσιων υπηρεσιών».
Συνολικά, σύμφωνα με την έκθεση, η Ελλάδα έχει σημειώσει πρόοδο σχεδόν σε όλους τους δείκτες που σχετίζονται με την ψηφιοποίηση των δημόσιων υπηρεσιών. Έτσι, το ποσοστό των ενεργών χρηστών υπηρεσιών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης (81%) είναι πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ (74%).
Όμως, σύμφωνα με την έκθεση, η Ελλάδα εξακολουθεί να σημειώνει βαθμολογία κάτω από τον μέσο όρο της Ε.Ε. για τους δύο δείκτες, που μετρούν τις ψηφιακές δημόσιες υπηρεσίες για ανθρώπους και επιχειρήσεις. Βέβαια και στους δύο δείκτες έχει υπάρξει σημαντική πρόοδο καθώς στις μεν ψηφιακές δημόσιες υπηρεσίες για πολίτες, η Ελλάδα βαθμολογείται με 65 (αύξηση 13 μονάδων από το προηγούμενο έτος), ενώ στις ψηφιακές υπηρεσίες προς επιχειρήσεις, η βαθμολογία είναι 74 (αύξηση 26 μονάδων από το προηγούμενο έτος).
Τέλος, η βαθμολογία για τις δημόσιες υπηρεσίες, που είναι προσβάσιμες από smartphones αυξήθηκε μεν στο 85, αλλά παραμένει κάτω από τον μέσο όρο της Ε.Ε. (93). Επίσης, όσον αφορά την πρόσβαση σε αρχεία ηλεκτρονικής υγείας, η Ελλάδα σημείωσε χαμηλότερη βαθμολογία από τον μέσο όρο της ΕΕ (61 έναντι 72).
Πηγή: cnn.gr