Σοβαρές επιπτώσεις μπορεί να προκαλέσει, κυρίως στους αθλητές, ένας τραυματισμός του πρόσθιου χιαστού συνδέσμου, ο οποίος συχνά απαιτεί χειρουργική επέμβαση και μήνες εντατικής αποκατάστασης. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι το χειρουργείο πρέπει να είναι πάντα η πρώτη επιλογή.
«Οι χιαστοί σύνδεσμοι βρίσκονται στην άρθρωση του γόνατος και διασταυρώνονται μεταξύ τους σχηματίζοντας ένα "Χ". Ο ρόλος τους είναι ο έλεγχος της κίνησης της άρθρωσης του γόνατος εμπρός και πίσω. Ο πρόσθιος χιαστός αποτρέπει την ολίσθηση της κνήμης μπροστά από το μηριαίο οστό και παρέχει σταθερότητα περιστροφής στο γόνατο. Οι τραυματισμοί του είναι συχνοί και προκύπτουν κυρίως στους νέους που ασχολούνται με τον αθλητισμό, ιδιαίτερα το σκι, το μπάσκετ και το ποδόσφαιρο, αλλά και γενικά με αθλήματα που απαιτούν άλματα, περιστροφές, δρασκελισμούς ή απότομη ακινητοποίηση και γρήγορες αλλαγές κατεύθυνσης», μας ενημερώνει ο φυσικοθεραπευτής – χειροθεραπευτής κ. Γιώργος Κακαβάς του Fysiotek Sports and Spine Lab (www.fysiotek.gr). Αρκετές μελέτες έχουν δείξει ότι οι αθλήτριες έχουν υψηλότερη συχνότητα εμφάνισης τραυματισμού των χιαστών από τους αθλητές. Ενδεχομένως αυτό να οφείλεται σε διαφορές στη φυσική τους κατάσταση, τη μυϊκή δύναμη και τον νευρομυϊκό έλεγχο. Άλλες αιτίες περιλαμβάνουν διαφορές στην ευθυγράμμιση της λεκάνης και του ποδιού, αυξημένη χαλάρωση στους συνδέσμους και τις επιδράσεις των οιστρογόνων στις ιδιότητες των συνδέσμων.
«Τη στιγμή του τραυματισμού ο ασθενής ακούει ένα θόρυβο στην άρθρωση και τα συμπτώματα που βιώνει είναι πόνος, οίδημα, αστάθεια και δυσχέρεια στη βάδιση. Οι τραυματισμοί αυτοί αντιμετωπίζονται συντηρητικά ή χειρουργικά. Ωστόσο, υπάρχουν μελέτες που υποδεικνύουν ότι πάνω από τους μισούς τραυματίες θα μπορούσαν να αποφύγουν τη χειρουργική επέμβαση και η βλάβη να αποκατασταθεί μόνο με φυσικοθεραπείες», επισημαίνει ο κ. Κακαβάς.
Συγκεκριμένα, μια ερευνητική ομάδα από το Πανεπιστήμιο του Lund, κατόπιν μελέτης, διαπίστωσε ότι το 60% αυτών των εγχειρήσεων θα μπορούσε να αποφευχθεί, χωρίς να υπάρξει αρνητική επίδραση στην έκβαση του ασθενούς. Οι ασθενείς με οξύ τραυματισμό στον χιαστό χωρίστηκαν τυχαία σε δύο ομάδες. Η πρώτη ομάδα ακολούθησε ένα πρόγραμμα φυσικοθεραπειών και σε σύντομο χρονικό διάστημα υποβλήθηκε σε χειρουργική ανακατασκευή και η δεύτερη ακολούθησε μόνο φυσικοθεραπείες των χιαστών, με δυνατότητα επέμβασης σε μεταγενέστερο χρόνο, εάν αυτό κρινόταν απαραίτητο. Μετά από δύο χρόνια μόνο το 40% της τελευταίας ομάδας έπρεπε να χειρουργηθεί στους χιαστούς. Οι ερευνητές δήλωσαν ότι πολλοί από τους ασθενείς ήταν ενεργοί αθλητές και αθλήτριες και ότι δεν διαπίστωσαν καμία διαφορά μεταξύ των ομάδων θεραπείας όσον αφορά τη λειτουργία του γονάτου, το επίπεδο δραστηριότητας ή την καλή κατάσταση δύο χρόνια μετά τον τραυματισμό. Ούτε διαπίστωσαν κάποια διαφορά σε αυτά τα σημεία όταν συνέκριναν τους ασθενείς που αντιμετωπίστηκαν μόνο με αποκατάσταση, με εκείνους που είχαν υποβληθεί σε επέμβαση εξ αρχής.