Η υπερφορολόγηση Clawback & Φαρμακευτική Δαπάνη 2019 οδηγεί σε κατάρρευση της ελληνικής βιομηχανίας και συστήματος υγείας
Επείγον σήμα κινδύνου για την υπερχρέωση των ελληνικών φαρμακοβιομηχανιών μέσω της υπερβολικής επιβάρυνσης του clawback που οδηγεί σε αποεπένδυση και απειλεί τη βιωσιμότητα του εγχώριου παραγωγικού ιστού, εξέφρασαν οι πρόεδροι της ΠΕΦ και του ΣΑΦΕΕ, στο πλαίσιο ημερίδας που πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη 14.11.2019, παρουσία του υπουργού υγείας κ. Β. Κικίλια και εκπροσώπων φορέων του κλάδου του φαρμάκου. Επισημαίνεται ότι ΠΕΦ και ΣΑΦΕΕ αντιπροσωπεύουν το 95% της παραγωγικής φαρμακοβιομηχανίας στη χώρα.
Ο πρόεδρος της ΠΕΦ κ. Θεόδωρος Τρύφων, αναφέρθηκε στο πλήρες αδιέξοδο στο οποίο οδηγείται ο κλάδος λόγω της υποχρηματοδότησης της φαρμακευτικής δαπάνης και των καθυστερήσεων στην εφαρμογή διαρθρωτικών μέτρων τα τελευταία χρόνια. Οι συνθήκες αυτές οδήγησαν στην κορύφωση των επιβαρύνσεων για τη βιομηχανία το 2019 με υποχρεωτικές επιστροφές που είναι πρακτικά αδύνατο να εξυπηρετηθούν. Αυτό, τόνισε, θα καταστήσει προβληματικές τις κατά τα άλλα υγιείς ελληνικές βιομηχανίες.
Ο κ. Τρύφων επισήμανε ότι παράλληλα με το σωστό μέτρο του συμψηφισμού clawback με επενδύσεις της νέας κυβέρνησης, υπάρχει άμεση επιτακτική ανάγκη για την εξαίρεση των εμβολίων από την δημόσια φαρμακευτική δαπάνη και για δικαιότερο επιμερισμό του clawback για τα οικονομικά φάρμακα που συμβάλουν στην προσπάθεια εξοικονομήσεων ώστε κάθε φαρμακοβιομηχανία να πληρώνει ό,τι της αναλογεί. Η προϋπόθεση αυτή είναι αναγκαία όχι μόνο για την επιβίωση τους αλλά και για την υλοποίηση του αναπτυξιακού σχεδιασμού των ελληνικών φαρμακοβιομηχανιών, δεδομένου ότι το συνολικό ύψος των επιστροφών αναμένεται να ξεπεράσει φέτος τα 1,7 δις. ευρώ. Σημειώνεται ότι οι ελληνικές φαρμακοβιομηχανίες σήμερα αντιμετωπίζουν συνολικές επιβαρύνσεις που φθάνουν στο 70% του τζίρου τους λόγω του συνδυασμού της υψηλής φορολόγησης και του τεράστιου clawback.
Από την πλευρά του ο πρόεδρος του Συλλόγου Αντιπροσώπων Φαρμακευτικών Ειδών & Ειδικοτήτων (ΣΑΦΕΕ), κ. Δημήτρης Γιαννακόπουλος τόνισε «Το γεγονός ότι είμαστε επτά χρόνια μετά την πρώτη εφαρμογή του clawback ως έκτακτου μέτρου, τα μνημονιακά προγράμματα έχουν τελειώσει επισήμως από τον περσινό Αύγουστο και η σημερινή ημερίδα έχει θέμα "clawback και φαρμακευτική δαπάνη", δείχνει ότι τα πράγματα δεν πάνε καθόλου καλά.
Η κατάσταση έχει κουράσει: την ίδια ακριβώς συζήτηση κάνουμε τα τελευταία χρόνια, καταθέτουμε ως φαρμακοβιομηχανία συνεχώς προτάσεις που μπορούν να μας βγάλουν από το αδιέξοδο της φαρμακευτικής πολιτικής που εφαρμόζεται, όμως δεν γίνεται τίποτα. Τι δείχνει αυτό; Ότι όλες οι κυβερνήσεις, και οι προηγούμενες και η σημερινή, έχουν αποδεχτεί μια λανθασμένη πολιτική ως "κανονικότητα", για να μιλήσουμε και με όρους που αγαπά η κυβέρνηση της ΝΔ. Ακόμα χειρότερα, επιχειρείται να συσκοτιστεί ο χαρακτήρας του clawback που είναι ξεκάθαρα αντιαναπτυξιακός και να παρουσιαστεί σαν "επενδυτικό εργαλείο". Επίσης, κατά την ομιλία του ο κ. Γιαννακόπουλος στάθηκε στα εξής μηνύματα: Δεν υπάρχει στρατηγική, Χρηματοδότηση από την Κοινωνική Πρόνοια, Ξεχωριστό κονδύλι για τα εμβόλια».
Κατά την τοποθέτηση του ο Υπουργός Υγείας, κ. Βασίλης Κικίλιας, σημείωσε: «Το clawback ως αρχική ιδέα, ενδεχομένως να είχε μία πρακτική εφαρμογή στην καρδιά της κρίσης. Το clawback δεν είναι ένα διαρθρωτικό μέτρο. Δεν έρχεται να προβλέψει και να μαζέψει την κατανάλωση, την ποσότητα, την τιμή, να μπορέσει με δείκτες και με τελευταία τεχνολογία και με φίλτρα να αποτυπώσει ποιοι είναι αυτοί οι οποίοι υπερσυνταγογραφούν, τι συνταγογραφούν, ποιες είναι οι ποσότητες που είναι πάνω από το μέσο όρο της Ευρώπης σε ό,τι έχει να κάνει με συγκεκριμένα σκευάσματα, τι είναι ιατρικό πρωτόκολλο, πώς και αν εφαρμόζεται.
Δώσαμε πρόσημο εμφανώς αναπτυξιακό, σε ό,τι έχει να κάνει με το επενδυτικό clawback. Τα 50 εκατομμύρια ευρώ τα οποία ενέγραψε η Κυβέρνηση και θα αποτυπωθούν στους επόμενους μήνες, με αυτά τα οποία θα φέρουν οι εταιρείες σε R&D και σε επενδύσεις, είναι μία πρώτη στροφή. Αποδεδειγμένα και κοστολογημένα και με έναν διαφανή τρόπο τον οποίο επεξεργαζόμαστε, σε συνεργασία με όλους. Είναι ένα μικρό δείγμα του πού στρέφεται το πράγμα. Είμαστε μια φιλελεύθερη κυβέρνηση με λαϊκό πρόσημο. Το Υπουργείο Υγείας εφαρμόζει κοινωνικές πολιτικές. Στο πλαίσιο αυτό είμαστε στην ευχάριστη θέση για τον Έλληνα ασφαλισμένο να νομοθετήσουμε σήμερα το απόγευμα στη Βουλή, τις μηδέν αυξήσεις στα φάρμακα για το 2020 και 7% μειώσεις, έναντι 10% αυξήσεις και 10% μειώσεις που κληρονομήσαμε από τον τελευταίο νόμο. Πιστεύουμε ότι σε αυτούς τους πολύ δύσκολους καιρούς, πρέπει πράγματι να δουν οι Έλληνες ασφαλισμένοι μείωση στη συμμετοχή τους στην αγορά των φαρμάκων που έχουν ανάγκη.».
Στην τοποθέτησή του ο πρ. Υπουργός Υγείας, Τομεάρχης Υγείας ΣΥΡΙΖΑ κ. Ανδρέας Ξανθός επισήμανε ότι το clawback είναι ένα θέμα που αφορά στο φαρμακευτικό παρόν και το μέλλον της φαρμακευτικής πολιτικής της χώρας μας. Χρειάζεται να είμαστε ειλικρινείς και να παραδεχθούμε ότι το clawback είναι ένας μηχανισμός άδικος, οριζόντιος και μη διαρθρωτικός, αλλά είναι ένας μηχανισμός ο οποίος μας επέτρεψε να καλύψουμε με αξιοπρέπεια τις φαρμακευτικές ανάγκες των πολιτών της χώρας μας. Εάν είχαμε τους σημερινούς πολύ χαμηλούς κλειστούς προϋπολογισμούς και δεν υπήρχε αυτός ο μηχανισμός θα είχαμε υγειονομική τραγωδία στη χώρα μας. Τόνισε επίσης, πως η κυβέρνηση Σύριζα ενίσχυσε τα διαρθρωτικά μέτρα και ξεκίνησε να υλοποιεί τους μηχανισμούς για την αξιολόγηση, τους μηχανισμούς διαπραγμάτευσης και τα θεραπευτικά πρωτόκολλα στο σύστημα ηλεκτρονικής συνταγογράφησης, τα οποία δεν υπήρχαν πριν το 2015. Επιπλέον, σταδιακή είναι η ενίσχυση των κλειστών προϋπολογισμών, αφού μετά το τέλος της μνημονιακής περιόδου - για το 2019 - έγινε ήδη η πρώτη κίνηση και αυξήσαμε κατά 45 εκατ. ευρώ τον κλειστό προϋπολογισμό των νοσοκομειακών φαρμάκων. Αυτή είναι η πρώτη μετρήσιμη μείωση clawback, όπου 45 εκατ. ευρώ λιγότερο θα είναι λιγότερο για φέτος το νοσοκομειακό clawback»
Κατά την τοποθέτησή του ο Πρόεδρος Pharma Innovation Forum (PiF), Πρόεδρος Φαρμακευτικού Φόρουμ Ελληνοαμερικάνικου Εμπορικού Επιμελητηρίου, κ. Μάκης Παπαταξιάρχης, τόνισε «Ο μηχανισμός αυτόματων επιστροφών (clawback) στην εξέλιξή του αποτελεί το πιο ανησυχητικό στοιχείο στη σύγχρονη ελληνική επιχειρηματικότητα και προπάντων μια μόνιμη απειλή στο θεμέλιο του οικοδομήματος της φαρμακευτικής περίθαλψης του ελληνικού πληθυσμού. Η εκρηκτικότητα, και το καταστροφικό κενό που δημιουργεί σε συνδυασμό με τις υπέρογκες υποχρεωτικές επιστροφές είναι της τάξεως του 1,8 δισ. ευρώ.
Εκτός της απευθείας βλάβης και μόνιμης κρίσης που προκαλεί, εξυπηρετεί την ύπαρξη και λειτουργία ενός οριζόντιου συστήματος στην Ελληνική Υγεία και Περίθαλψη που επιβραβεύει την ανεπάρκεια προϋπολογισμών, την αδυναμία δομικών μεταρρυθμίσεων, την ατολμία κάθετων πολιτικών ρήξεων και το χρόνιο παθολογικό χαρακτήρα επιβλαβών συμβιβασμών. Στην κατεύθυνση αυτή είναι επιτακτικό να δρομολογηθεί με άμεση προτεραιότητα η επίλυση μιας σειράς κρίσιμων προκλήσεων που δυσχεραίνουν τη βιωσιμότητα του χώρου του φαρμάκου, με κυριότερο την επιβολή ιδιαιτέρα υψηλών και ολοένα και αυξανόμενων ποσών clawback, μέσω της ανεπαρκούς χρηματοδότησης του φαρμακευτικού προϋπολογισμού.
Η βασική μας πρόταση στηρίζεται στην αρχή της συνυπευθυνότητας στη διαμόρφωση του clawback και προτείνεται η υπογραφή συμφωνίας μεταξύ Πολιτείας και Βιομηχανίας που θα θέτει ρεαλιστικούς στόχους μείωσης του clawback τα επόμενα 3 χρόνια κατά 50% με αμοιβαίες υποχρεώσεις και των δύο μερών. Η συμφωνία θα προβλέπει δράσεις αφενός αποκατάστασης της οικονομικής ισορροπίας του συστήματος (δηλαδή προσέγγιση προϋπολογισμού στόχου και συνολικών πραγματικών αγορών) και αφετέρου δομικές δράσεις ενίσχυσης της αποδοτικότητας, ποιότητας και κοινωνικής δικαιοσύνης στο πεδίο της φαρμακευτικής πολιτικής».
Στην τοποθέτηση του ο πρόεδρος του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (ΣΦΕΕ) κ. Ολύμπιος Παπαδημητρίου, σημείωσε «Ο μηχανισμός αυτόματων επιστροφών (clawback) αυξάνει χρόνο με το χρόνο ανεξέλεγκτα, δοκιμάζοντας τα όρια αντοχής των φαρμακευτικών επιχειρήσεων. Ενδεικτικά, για το 2019 θα αγγίξει το ποσό των 1,2 δις ευρώ!! Ενώ τα rebates είναι επιπλέον και θα ξεπεράσουν τα 600 εκατ. ευρώ.
Ένα σημαντικό ποσοστό από το clawback αυτό είναι προκλητό από διαχρονικές πολιτικές ή απραξία του υπουργείου υγείας: αδράνεια στη διαπραγμάτευση των νεότερων φαρμάκων, καθυστέρηση ανατιμολόγησης, καθυστέρηση διαγωνισμών, έλλειψη μέτρων και ελέγχων στη συνταγογράφηση, άστοχες παρεμβάσεις στην αποζημίωση που δημιουργούν κόστος χωρίς κανένα όφελος (π.χ. ασφαλιστική τιμή γενοσήμων), χορήγηση απαλλαγών σε διαφόρων ειδών κοινωνικές ομάδες, χορήγηση πρόσβασης στο υγειονομικό σύστημα στους πάντες χωρίς να είναι δικαιούχοι, αδυναμία διεκδίκησης φαρμακευτικής δαπάνης από δικαιούχους άλλων χωρών, καμπάνιες ευαισθητοποίησης του πληθυσμού χωρίς προσθήκη πόρων στη δαπάνη, αύξηση ΦΠΑ σε μερίδα φαρμάκων στο 13% και πολλά άλλα.
Αντί η πολιτεία να επικεντρώνει την προσπάθειά της στην συγκράτηση του μεγέθους του clawback, βάζει ως προτεραιότητα την ανακατανομή του, δηλαδή το ποιος θα επιστρέψει πόσα και όχι το πως όλοι μαζί θα κληθούν να επιστρέψουν λιγότερα. Αυτό που θα έπρεπε να γίνει κατ’ ελάχιστον, εδώ και τώρα, είναι πως το αποτέλεσμα όλων των παραπάνω πρακτικών θα έπρεπε να μετρηθεί και να προστεθεί το ίσο του στη δημόσια φαρμακευτική δαπάνη».
Στην τοποθέτηση του ο Γενικός Διευθυντής της Medicines for Europe, Adrian van de Hoven, μετέφερε την ευρωπαϊκή εμπειρία της εφαρμογής του clawback τονίζοντας ότι πουθενά στην Ευρώπη δεν εφαρμόζονται τέτοια clawback στα γενόσημα φάρμακα και προχώρησε σε προτάσεις που αφορούν στην ανάγκη εξορθολογισμού της κατανομής του clawback με την εξαίρεση των γενοσήμων φαρμάκων, στην βελτίωση του συστήματος τιμολόγησης καθώς και στη παροχή κινήτρων ειδικά στους φαρμακοποιούς για την αύξηση της χρήσης γενοσήμων.