Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 83 ετών - Η διαδρομή του παιδιού από την Κίμωλο που λάτρεψε το να δίνει χαρά στα παιδιά με ποιοτικά παιχνίδια και δεν υποχώρησε ποτέ από τις αρχές του
Μεγάλωσε χωρίς ιδιαίτερες ανέσεις, αλλά με αγάπη σε ένα νησί που οι χειμώνες ήταν δύσκολοι και τα καλοκαίρια όμορφα και ανέμελα γι' αυτόν που έμελλε να γίνει ένας γητευτής των παιχνιδιών. Η μετοίκηση στην Αθήνα, στα μέσα της δεκαετίας του '60, αναζητώντας ένα καλύτερο μέλλον, αποδείχθηκε ιδανική γι' αυτόν τον χαρισματικό άνθρωπο. Φεύγοντας από την Κίμωλο, πήρε μαζί του και την λατρεία για τα παιχνίδια, η οποία ήταν άρρηκτα συνυφασμένη με την αγαπή που είχε στα μικρά παιδιά.
Άνοιξε αρχικά το 1968 μια μικρή βιοτεχνία κατασκευής παιχνιδιών και προχώρησε με αργά αλλά σταθερά βήματα στον χώρο, αρνούμενος να ρίξει την ποιότητα των κατασκευών του. Κάποιοι παλιότεροι τον θυμούνται να λάμπει στα εγκαίνια του πρώτου καταστήματος «Μουστάκας» στο Περιστέρι το 1986, που στάθηκε η αρχή του οικογενειακού ομίλου.
Ακολούθησε αυτό στην Νέα Ερυθραία και τα υπόλοιπα στην Αττική ενώ το 2011 άνοιξε νέο κατάστημα στην Θεσσαλονίκη, κινούμενος πάντα με το επιχειρηματικό αισθητήριο που είχε. Ο γιος του Νίκος έφερε έναν νέο αέρα στην οικογενειακή επιχείρηση, ανοίγοντας το ηλεκτρονικό της κατάστημα και ήταν πάντα δίπλα στον πατέρα του, εισπράττοντας γνώσεις και συμβουλές.
Ο Γιώργος Μουστάκας, παρά τον σκληρό ανταγωνισμό του χώρου, ειδικά από τον Απόστολο Βακάκη της Jumbo, δεν ενέδωσε ποτέ στο παιχνίδι του ανταγωνισμού, όχι τουλάχιστον όπως το εννοούσαν οι «αντίπαλοί» του. Απέφυγε τις αθρόες εισαγωγές πάμφθηνων παιχνιδιών αμφίβολης ποιότητας από την Κίνα, προτιμώντας να κινηθεί εντελώς διαφορετικά.
Πριν από χρόνια άλλωστε είχε κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου, λέγοντας στους ανταγωνστές του: «Καλό θα είναι οι κύριοι που ασχολούνται με τη βιομηχανία των παιχνιδιών και διοχετεύουν στην αγορά μη ποιοτικά προϊόντα, να σταματήσουν και να καταλάβουν ότι έχουν να κάνουν με παιδιά».
Μειλίχιος, πράος και μακριά από ανούσιες επιδείξεις, ο Γιώργος Μουστάκας εξακολουθούσε μέχρι πρότινος να πηγαίνει σχεδόν καθημερινά στα γραφεία του Ομίλου στο Περιστέρι.
Αρκετές φορές, όπως έλεγαν οι συνεργάτες του, πεταγόταν χωρίς να το πει σε κανέναν σε κάποιο από τα μαγαζιά για να δει πως πηγαίνουν τα πράγματα και το κυριότερο, να χαμογελάει βλέποντας τα παιδιά να διαλέγουν ένα από τα παιχνίδια του.