Ελλάδα

Άρειος Πάγος: Εγκύκλιος για τη βία στα γήπεδα

Άρειος Πάγος: Εγκύκλιος για τη βία στα γήπεδα

Με εγκύκλιο του προς τους εισαγγελείς όλης της χώρας, ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου κ. Ζαχαρίας Κοκκινάκης, αρμόδιος για θέματα αθλητισμού δίνει κατευθύνσεις στους συναδέλφους του για την αντιμετώπιση των δικογραφιών που σχετίζονται με την οπαδική βία και εφιστά την προσοχή ώστε αυτές οι υποθέσεις να μην μένουν «ορφανές». Και αυτό γιατί, η βία έχει, όπως λέει πια, μεταφερθεί εκτός γηπέδων.

Όπως επισημαίνει ο ανώτατος δικαστικός λειτουργός, τα εγκλήματα αυτά διαπράττονται πλέον από περισσότερους από έναν δράστες, υπενθυμίζει το αδίκημα της εγκληματικής οργάνωσης που είναι άλλωστε κακούργημα, ενώ απευθύνει σαφείς οδηγίες για την αυστηρή μεταχείριση των υπαιτίων αυτών των εγκλημάτων.

Η εγκύκλιος αποστέλλεται με αφορμή το τραγικό περιστατικό της δολοφονίας του Αλκη στη Θεσσαλονίκη, με την επισήμανση ότι οι δράστες «διαπράττουν σοβαρά εγκλήματα κατά της ζωής, της σωματικής ακεραιότητας των πολιτών, ληστείες, παραβάσεις του νόμου περί όπλων, και ναρκωτικών. Επιπλέον, ζητά από τους εισαγγελείς με την αξιοποίηση όλων των νόμιμων μέσων να προχωρούν στην άμεση ταυτοποίηση των δραστών και αν μεν πρόκειται για πλημμελήματα να ακολουθείται η αυτόφωρη διαδικασία και να παραπέμπονται αμέσως στο εδώλιο, ενώ αν πρόκειται για οργανωμένο σχέδιο με περισσότερους δράστες να ερευνάται αν η αξιόποινη συμπεριφορά τους οδηγεί σε εγκληματική οργάνωση.

Επιπλέον, ο εισαγγελέας επισημαίνει ότι συνιστά επιβαρυντική περίσταση η διάπραξη ανάλογων αδικημάτων από τους δράστες στο παρελθόν, ότι δεν θα πρέπει να αναστέλλεται η ποινή τους και να μην δίνεται στους καταδικασθέντες η δυνατότητα για παροχή κοινωφελούς εργασίας. Ακόμη προτείνει να απαγορεύεται στους δράστες η παρακολούθηση αθλητικών εκδηλώσεων από δύο έως πέντε χρόνια. Για την άμεση και παραδειγματική τιμωρία των υπαιτίων ο κ. Κοκκινάκης επισημαίνει ότι η εκδίκαση τέτοιων υποθέσεων θα πρέπει να γίνεται τάχιστα, μέσα σε διάστημα τριάντα ημερών ,ενώ η προθεσμία για την άσκηση έφεσης και η άσκηση έφεσης δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της καταδικαστικής απόφασης.

Άλλο ένα παρακλάδι της υπόθεσης που πρέπει να ερευνηθεί σύμφωνα με τον εισαγγελέα, είναι αυτό των «λεσχών φιλάθλων» και στις ποινικές ευθύνες που απορρέουν από την παράνομη λειτουργία τους, τονίζοντας ότι όσες εξ αυτών λειτουργών χωρίς την άδεια της αστυνομικής αρχής ,οι υπεύθυνοι τιμωρούνται με βάση τις διατάξεις του Ποινικού Κώδικας. Κι΄αυτό γιατί, όπως σημειώνει ο εισαγγελέας :

«Έχει παρατηρηθεί ότι ομάδες δραστών ιδιαίτερα σοβαρών εγκλημάτων βίας, τελουμένων από «οπαδικά» κίνητρα, ή με επίφαση αθλητικό υπόβαθρο, έχουν ενταχθεί «ως φίλαθλοι» σε λέσχες φιλάθλων, ενώ γραφεία και εντευκτήρια, λειτουργούντα προφανώς παράνομα, αποτελούν «ορμητήρια» των δραστών αυτών για την τέλεση τέτοιων πράξεων και χώρους απόκρυψης όπλων».

Ακόμη, με παραγγελία του Αθλητικού Εισαγγελέα Κώστα Σπυρόπουλου προς τις αρμόδιες αστυνομικές αρχές ξεκίνησε έρευνα στο πλαίσιο της οποίας θα διερευνηθεί αν έχουν τελεστεί και στην Αθήνα τυχόν αδικήματα αθλητικής βίας ή συναφών αυτής αξιόποινες πράξεις. Αφορμή της παραγγελίας του κ.Σπυρόπουλου αποτέλεσε το περιστατικό της Θεσσαλονίκης ενώ στο πλαίσιο της έρευνας εντάσσονται και οι έφοδοι σε γραφεία αθλητικών συνδέσμων της πρωτεύουσας.

Ολόκληρη η εγκύκλιος του αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Ζαχαρία Κοκκινάκη

Με αφορμή τα πρόσφατα περιστατικά έξαρσης της βίας με αθλητικό υπόβαθρο και ενόψει ότι η βία, ως κοινωνικό πρόβλημα, βρίσκει στο χώρο του αθλητισμού πρόσφορο έδαφος εκδήλωσης της, ανεξάρτητα από τα αίτια που την προκαλούν, επισημαίνονται τα ακόλουθα, στο πλαίσιο των κατά το άρθρο 24 παρ. 5 Ν. 1756/1988 αρμοδιοτήτων μας:

Ως γενική αρχή, επιβάλλεται, στο πλαίσιο της λειτουργικής σας αρμοδιότητας για την τήρηση της νομιμότητας και την προστασία των πολιτών και η δική σας υπερβάλλουσα εγρήγορση και σημαντική συμβολή, με εξάντληση κάθε δικονομικής δυνατότητας, για την πρόληψη και την δραστική αντιμετώπιση εγκλημάτων βίας με αφορμή αθλητικές εκδηλώσεις ή με αθλητικό υπόβαθρο, με την προσήκουσα εφαρμογή των οικείων διατάξεων του Ποινικού Κώδικα, του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, των νόμων περί αθλητισμού και των λοιπών ειδικών ποινικών νόμων. Ειδικότερα:

Α) Στο άρθ. 41 ΣΤ' Ν. 2725/1999, (όπως τροποποιήθηκε και αντί καταστάθηκε ακολούθως, ήδη δε με το άρθ. 14 Ν. 4809/2021), τυποποιούνται (παρ. 1 και 2) τα εγκλήματα βίας, με αφορμή αθλητικές εκδηλώσεις ή αθλητικό υπόβαθρο, παράλληλα δε περιέχονται στο άρθρο αυτό δικονομικές διατάξεις αναφορικά με την εκδίκαση αυτών. Επισημαίνονται ιδιαίτερα και εφιστούμε την προσοχή σας στην εφαρμογή τους: 1) Των ουσιαστικών διατάξεων: α) της παρ. 3, κατά την οποία αποτελεί επιβαρυντική περίσταση η τέλεση των εγκλημάτων που προβλέπονται στις προηγούμενες παραγράφους από ιδιαίτερα επικίνδυνο δράστη, όπως η ιδιότητα αυτή ορίζεται στην εν λόγω διάταξη (κατά την οποία χαρακτηρίζεται ιδιαίτερα επικίνδυνος και ο δράστης που έχει τελέσει στο παρελθόν τέτοια αδικήματα), β) της παρ. 4, κατά την οποία θεωρείται ιδιαίτερα επιβαρυντική περίσταση, η τέλεση των εγκλημάτων που προσδιορίζονται στη διάταξη αυτή και προβλέπονται στον Ποινικό Κώδικα, υπό τις προϋποθέσεις των παρ. 1 και 2, γ) της παρ. 4Α, κατά την οποία συνιστούν επιβαρυντικές περιπτώσεις η τέλεση των ανωτέρω εγκλημάτων υπό τις αναφερόμενες στη διάταξη προϋποθέσεις, δ) της παρ. 6 περί μη μετατροπής της στερητικής της ελευθερίας ποινής (ούτε σε παροχή κοινωφελούς εργασίας) και μη αναστολής αυτής και ε) της παρ. 7α, σύμφωνα με την οποία, σε περίπτωση καταδίκης για τις ως άνω πράξεις επιβάλλεται υποχρεωτικά, για χρονικό διάστημα δύο έως πέντε ετών στο δράστη απαγόρευση προσέλευσης και παρακολούθησης αθλητικών εκδηλώσεων, κατά τα οριζόμενα στη διάταξη αυτή. 2) Των προβλεπόμενων στην παρ. 8 δικονομικών διατάξεων. Συγκεκριμένα, κατά τη ρητή πρόβλεψη του νόμου για την εκδίκαση των προβλεπομένων στο άρθρο αυτό εγκλημάτων εφαρμόζεται υποχρεωτικά η διαδικασία των άρθ. 418 επ. ΚΠΔ και οι σχετικές υποθέσεις εκδικάζονται εντός τριάντα (30) ημερών, εκτός αν πρόκειται για τις εξαιρέσεις της παρ. 9 (ελαφρά πλημμελήματα διαιτητών ή αθλητών κατά τη συμμετοχή τους στην αθλητική συνάντηση), ενώ η προθεσμία για την άσκηση έφεσης και η άσκηση έφεσης δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της καταδικαστικής απόφασης.

Β) Με την παρ. 10 του ανωτέρω άρθρου προβλέπεται η εφαρμογή των προαναφερθεισών (στοιχ. Α') διατάξεων των παρ. 4Α, 6, 7 και 8 του εν λόγω άρ-θρου, των αξιόποινων συμπεριφορών που περιγράφονται σ' αυτή, ακόμη και ό¬ταν δεν συνδέονται με συγκεκριμένη αθλητική εκδήλωση, όταν έχουν σαφή αθλη¬τική αναφορά ή αθλητικό υπόβαθρο, που ανάγεται σε αντιπαλότητα μεταξύ οπα¬δών αθλητικών ομάδων.

Γ) Έχει θεσπιστεί ως ιδιαίτερη αξιόποινη συμπεριφορά (παρ. 6 του ως άνω άρθρου), η παρότρυνση, υποκίνηση, ενθάρρυνση ή διευκόλυνση με οποιον¬δήποτε τρόπο και ιδίως δημόσια, ή δια του τύπου ή διαδικτύου, των εγκλημάτων που προβλέπονται στο άρθρο αυτό, από μεμονωμένα άτομα ή οργανωμένες ομάδες. Επιβάλλεται η απαρέγκλιτη εφαρμογή της διάταξης αυτής, σε κάθε περί¬πτωση που διαπιστώνεται τέτοια αξιόποινη συμπεριφορά, τελούμενη από οποι- ονδήποτε (παράγοντες Π.Α.Ε. ή άλλων σωματείων, συνδέσμους φιλάθλων ή άλ¬λους), με τις οριζόμενες κατά τα ανωτέρω δικονομικές ρυθμίσεις, ενόψει μάλιστα ότι αφορά στην πρόληψη των προαναφερόμενων εγκλημάτων, αλλά και άλλων σοβαρών εγκλημάτων βίας που σχετίζονται με αυτά. Ομοίως επιβάλλεται η προ¬σήκουσα αξιολόγηση κάθε άλλης αξιόποινης συμπεριφοράς που συμβάλλει στην αθλητική βία (χειραγώγηση αθλητικών αγώνων κ.ο.κ.).

Δ) Με το άρθ. 41 Β' Ν. 2725/1999, όπως τροποποιήθηκε με το άρθ. 12 Ν. 4809/2021, προβλέπονται οι «λέσχες φιλάθλων» καθώς και η υποχρέωση των οικείων αθλητικών σωματείων ή Α.Α.Ε. να ασκούν με εκπρόσωπό τους εποπτεία και έλεγχο στις λέσχες που έχουν αναγνωρίσει σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην παρ. 3., καθώς επίσης προβλέπεται η δυνατότητα των λεσχών να έχουν γραφεία ή εντευκτήρια, ύστερα από άδεια της αρμόδιας αστυνομικής αρχής, η οποία προβαίνει υποχρεωτικά στη σφράγιση κάθε χώρου που, χωρίς την ανωτέ¬ρω άδεια, στεγάζει με οποιονδήποτε τρόπο τη λειτουργία γραφείων, ή εντευκτη¬ρίων λέσχης. Τέλος, προβλέπεται ότι όποιος λειτουργεί τα ως άνω γραφεία ή ε¬ντευκτήρια χωρίς άδεια της αρμόδιας αστυνομικής αρχής, ή παραβιάζει τη σφρα¬γίδα που έθεσε η αστυνομική αρχή στους χώρους αυτούς, τιμωρείται με την ποι¬νή που προβλέπεται από το άρθρο 178 του Π.Κ. Έχει παρατηρηθεί ότι ομάδες δραστών ιδιαίτερα σοβαρών εγκλημάτων βίας, τελουμένων από «οπαδικά» κίνη¬τρα, ή με επίφαση αθλητικό υπόβαθρο, έχουν ενταχθεί «ως φίλαθλοι» σε λέσχες φιλάθλων, ενώ γραφεία και εντευκτήρια, λειτουργούντα προφανώς παράνομα, αποτελούν «ορμητήρια» των δραστών αυτών για την τέλεση τέτοιων πράξεων και χώρους απόκρυψης όπλων. Ενόψει τούτων παρακαλούμε για τον έλεγχο της νομιμότητας λειτουργίας των ως άνω γραφείων, εντευκτηρίων και άλλων χώρων, την εφαρμογή των προβλεπόμενων κυρώσεων και την διερεύνηση τέλεσης ε¬γκλημάτων που διώκονται αυτεπάγγελτα, καθώς και τη διακρίβωση των στοιχεί¬ων των υπαιτίων (φυσικών αυτουργών ή συνεργών). Είναι αυτονόητο ότι ο ανω¬τέρω έλεγχος πρέπει να γίνεται συστηματικά και όχι μόνο σε περιπτώσεις ακραί¬ας εγκληματικής βίας.

Ε) Τέλος, είναι γνωστό ότι, ενόψει των μέτρων περιορισμού του αριθμού των φιλάθλων στους αθλητικούς χώρους, η τέλεση εγκλημάτων βίας με αθλητικό υπόβαθρο έχει μεταφερθεί εκτός των αθλητικών χώρων, ενώ, σε ορι¬σμένες περιπτώσεις, δράστες με «οπαδικά» κίνητρα ή επικαλούμενοι τέτοια κίνη¬τρα, διαπράττουν σοβαρά εγκλήματα κατά της ζωής, της σωματικής ακεραιότη¬τας των πολιτών, ληστείες, παραβάσεις του νόμου περί όπλων, ναρκωτικών κ.ο.κ. Η δραστική αντιμετώπιση αυτής της μορφής εγκληματικότητας είναι επιτα¬κτική ανάγκη, προς τούτο δε επισημαίνονται τα εξής: 1) Επιβάλλεται η εξάντληση κάθε νόμιμου δικονομικού μέσου πρωτίστως για την διακρίβωση των στοιχείων ταυτότητας και τη σύλληψη των δραστών, ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι περι¬πτώσεις θέσης στο «αρχείο αγνώστων δραστών» δικογραφιών με τέτοια εγκλή¬ματα. Τούτο, αφενός μεν θα αποτρέψει τη συνέχιση της εγκληματικής συμπερι¬φοράς των δραστών αυτών, αφετέρου δε θα αποθαρρύνει όμοια συμπεριφορά άλλων. 2) Ο χειρισμός των σοβαρών, κατά την κρίση του Διευθύνοντος την Ει¬σαγγελία, δικογραφιών, να ανατίθεται σε έμπειρους εισαγγελικούς λειτουργούς, για την προσήκουσα νομική αξιολόγηση του αποδεικτικού υλικού. Σημειώνεται ότι κατά τη νομική αυτή αξιολόγηση, εφόσον πρόκειται για δράστες που δρούν κατά ομάδες και οργανωμένα, πρέπει να διερευνάται κατά περίπτωση η τυχόν τέλεση ακόμη και των εγκλημάτων που προβλέπονται στο άρθ. 187 ΓΊ.Κ.

Πηγή: Ethnos.gr

Ακολουθήστε το ilialive.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις Ειδήσεις

Σχετικά Άρθρα