«Στη Ζάκυνθο η συγχώρεση, τιμά τον Άγιό της, τον άφθορο Διονύσιον, παντοτινό οδηγό της!».
Μέσα στην ευφρόσυνη προεόρτιο και Ιερή περίοδο των Χριστουγέννων, εορτάστηκε στο εν Πύργω Μετόχιον της Ιεράς Μονής Αγίου Διονυσίου Ζακύνθου, με ιδιαίτερη πνευματική αγαλλίαση καθώς επίσης και την αρμόζουσα μεγαλοπρέπεια, ο «Άγιος της Συγγνώμης», το «Άγιο Κορμάκι» του «Φιόρου του Λεβάντε», ο Άγιος Διονύσιος Επίσκοπος Αιγίνης ο Θαυματουργός. Ο οποίος αξιώθηκε μεγάλων χαρίτων και δωρεών από τον Άγιο Θεό, ώστε να επιτελούνται πολλά θαύματα διά πρεσβειών του και εν όσω επί της γής, αλλά και μετά την έξοδό του εκ του κόσμου τούτου.
Ο Άγιος Διονύσιος Ζακύνθου είναι ως γνωστόν Άγιος της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας μας. Έζησε και έδρασε στη Ζάκυνθο από τα μέσα του 16ου αιώνα ως και τις αρχές του 17ου, ενώ διετέλεσε και Επίσκοπος Αιγίνης. Γεννήθηκε στην Ζάκυνθο το 1547 μ.Χ, όταν το νησί είχε περάσει ήδη στα χέρια των Βενετών. Γονείς του ήταν ο Μώκιος και η Παυλίνα, αριστοκράτες από την οικογένεια των Σιγούρων. Ο Άγιος Διονύσιος είχε την τύχη στο αριστοκρατικό περιβάλλον που μεγάλωσε να αποκτήσει μόρφωση και Χριστιανική ανατροφή, που λίγα παιδιά είχαν την ευκαιρία να αποκτήσουν στην εποχή του. Η παράδοση θέλει τον Άγιο Διονύσιο να τον έχει βαπτίσει ο Άγιος Γεράσιμος το διάστημα που έζησε στην Ζάκυνθο. Στο τέλος της εφηβείας του έχασε τους γονείς του, δωρίζει όλη την κληρονομιά του στα αδέρφια του Κωνσταντίνο και Σιγούρα και αποφασίζει να ασπαστεί τον μοναχισμό στη Μονή των Στροφάδων και πήρε το όνομα Δανιήλ. Κατά την διάρκεια του ασκητικού του βίου αφιερώθηκε στην μελέτη των γραφών και στην προσευχή και πολύ σύντομα έγινε Ηγούμενος της μονής των Στροφάδων.
Το 1577 ο Άγιος Διονύσιος αποφάσισε να πάει για προσκύνημα στους Αγίους Τόπους. Κατά την διαδρομή πέρασε από την Αθήνα για να πάρει την ευλογία του επισκόπου Νικαγόρα, ο οποίος εντυπωσιάστηκε πάρα πολύ με τον χαρακτήρα του και την μόρφωση του ώστε τον έπεισε να αναλάβει την επισκοπή της Αίγινας. Έτσι ο Άγιος Διονύσιος έγινε επίσκοπος Αίγινας με το όνομα Διονύσιος και μέχρι το 1579 που έμεινε σε αυτή τη θέση άφησε στο νησί ένα εξαιρετικό έργο. Επιστρέφει στην Ζάκυνθο και αποσύρεται στο μοναστήρι της Παναγίας της Αναφωνήτριας στα βόρεια του νησιού, όπου γίνεται και Ηγούμενος της Μονής. Κατά την διάρκεια της παραμονής του εκεί πολλοί πιστοί τον επισκέπτονται για να τους εξομολογήσει και να ζητήσουν τις συμβουλές του. Το χαρακτηριστικότερο επεισόδιο της ζωής του Αγίου στο μοναστήρι είναι όταν έδωσε καταφύγιο και συγχώρεση στον φονιά του αδερφού του και τον βοήθησε έτσι να φύγει σώος από την Ζάκυνθο, δίνοντας το απόλυτο παράδειγμα εφαρμογής της Χριστιανικής ιδεολογίας.
Ο Άγιος Διονύσιος κοιμήθηκε ειρηνικά στις 17 Δεκεμβρίου του 1622 μ.Χ, σε ηλικία 75 χρόνων και σύμφωνα με την επιθυμία του η ταφή του έγινε στις Στροφάδες που ήταν ο πρώτος τόπος που τον έφερε πιο κοντά στον Θεό. Όταν μετά από τρία χρόνια έγινε εκταφή το λείψανο του βρέθηκε άθικτο και χάρη σε αυτό το δείγμα αγιοσύνης η Εκκλησία μας, τον ανακήρυξε ως άγιο το 1733.
Των Ιερών ακολουθιών τόσο κατά τον Μέγα Πανηγυρικό Αρχιερατικό Εσπερινό, καθώς επίσης και κατά την Αρχιερατική Πανηγυρική Θεία Λειτουργία, προέστη ο Σεπτός μας Ποιμενάρχης κ.κ. Γερμανός πλαισιούμενος από χορεία Ιερέων, ο οποίος παράλληλα ορθοτόμησε και τον Θείον Λόγον δια μεστών νοημάτων λαμβάνοντας αφορμή από την ένθεη βιωτή κα πολιτεία του Αγίου Διονυσίου, η οποία είναι οδοδείκτης και για την σημερινή δύσκολη εποχή μας…
Μετά το τέλος της Αρχιερατικής Ευχαριστιακής Συνάξεως, προς τιμήν του εορταζομένου Αγίου και εν μέσω πλήθους πιστών, καθώς επίσης μαθητών και μαθητριών των Σχολείων της πόλεως στους κεντρικούς δρόμους του Πύργου, έλαβε χώρα, η Λιτάνευσις της Ιερής Εικόνας αλλά και του Ιερού Λειψάνου (αποτμήματος της χειρός του Αγίου Διονυσίου), το οποίο φυλάσσεται ως πολύτιμος θησαυρός προς ευλογία και αγιασμό, των ευλαβών κατοίκων του Πύργου, από τις αρχές του 20ου αιώνα μέχρι και σήμερα εις το Ιερό Μετόχιον Αυτού.
Αξίζει δε να σημειωθεί τέλος ότι κατά τις άνω Ιερές ακολουθίες, τον δεξιό χορό διηκόνησαν επιτυχώς οι μαθητές της Σχολής Βυζαντινής Μουσικής της Ιεράς Μητροπόλεώς μας, υπό την διεύθυνση του κ. Γεωργίου Παπαγεωργίου Καλλιτεχνικού Διευθυντού της Σχολής, ενώ τον αριστερό χορό διηύθυνε ο Λαμπαδάριος του Ναού κ. Νικόλαος Μαργαρώνης ψάλλοντας θαυμάσια ως καλοί θεράποντες της πατρώας Βυζαντινής Μουσικής, τα «Τραγούδια του Θεού», σύμφωνα με τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, δηλαδή τους Ιερούς Ύμνους της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας, οι οποίοι μας ανεβάζουν από την Γην εις τον Ουρανόν.
Υπό Ιερέως Νικολάου Κατσηδήμα