Επίκαιρα

«Ακτινογραφία» της υγείας του Έλληνα (2ο Μέρος-γράφημα)

«Ακτινογραφία» της υγείας του Έλληνα (2ο Μέρος-γράφημα)

Από την Ελληνική Στατιστική Αρχή ανακοινώνονται στοιχεία για την υγεία του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω, όπως προέκυψαν από τη δειγματοληπτική Έρευνα Υγείας έτους 2019. Με την έρευνα, η οποία διενεργείται κάθε πέντε έτη, συγκεντρώνονται αναλυτικές πληροφορίες για θέματα που αφορούν στην κατάσταση υγείας, τη χρήση υπηρεσιών υγείας, τους παράγοντες που επηρεάζουν –θετικά ή αρνητικά– την κατάσταση της υγείας, όπως είναι η φυσική άσκηση, η κατανάλωση φρούτων και λαχανικών, το κάπνισμα, η κατανάλωση αλκοόλ, καθώς και η λήψη και παροχή κοινωνικής στήριξης και βοήθειας.

Η έρευνα πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα το 2009 και είναι πλήρως εναρμονισμένη με τις αντίστοιχες έρευνες των λοιπών κρατών μελών της ΕΕ. Η έρευνα του 2019 διενεργήθηκε σε τελικό δείγμα 8.125 ιδιωτικών νοικοκυριών και σε ισάριθμα μέλη αυτών, σε ολόκληρη την Ελλάδα. Σε κάθε νοικοκυριό δείγματος ερευνήθηκε ένα τυχαία επιλεγμένο άτομο ηλικίας 15 ετών και άνω. Η επόμενη έρευνα υγείας θα διενεργηθεί το έτος 2025.

Αpe grafima0ygeia2Το γράφημα αποτυπώνει στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ σχετικά με τις διατροφικές μας συνήθειες, τη σωματική μας δραστηριότητα, την κατανάλωση αλκοόλ και τη συχνότητα χρήσης καπνού / ΑΠΕ - ΜΠΕ

ΓΕΝΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΥΓΕΙΑΣ

Η γενική κατάσταση υγείας δηλώνεται αυθόρμητα από τον ίδιο τον ερευνώμενο. Το 79,4% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω δηλώνει ότι έχει πολύ καλή ή καλή υγεία, το 15,0% μέτρια υγεία και το 5,6% κακή ή πολύ κακή υγεία.

Σε σύγκριση με τα αποτελέσματα της έρευνας έτους 2014, καταγράφεται αύξηση 6,1% στο ποσοστό του πληθυσμού που δηλώνει πολύ καλή ή καλή υγεία, και μείωση 17,6% και 20,0% στα ποσοστά του πληθυσμού που δηλώνει μέτρια υγεία και κακή ή πολύ κακή υγεία, αντίστοιχα.

Η χρόνια νοσηρότητα που προσδιορίζεται από τον ίδιο τον ερευνώμενο, καθώς και ο περιορισμός των δραστηριοτήτων του πληθυσμού λόγω προβλημάτων υγείας, είναι δύο βασικοί δείκτες υγείας.

▪ 4 στους 10 ερευνώμενους (41,7%) ηλικίας 15 ετών και άνω δηλώνουν ότι έχουν κάποιο χρόνιο πρόβλημα ή χρόνια πάθηση. Χρόνιο θεωρείται το πρόβλημα υγείας ή η πάθηση που διαρκεί ή πρόκειται να διαρκέσει περισσότερους από 6 μήνες, με ή χωρίς φαρμακευτική αγωγή. Χρόνιο πρόβλημα ή χρόνια πάθηση δηλώνουν 5 στις 10 γυναίκες (46,7%) και 4 στους 10 άνδρες (36,3%).
Μείωση 16,1%, σε σχέση με το 2014 (49,7%), καταγράφεται στον πληθυσμό που δηλώνει ότι πάσχει από κάποιο χρόνιο πρόβλημα υγείας ή χρόνια πάθηση.

Ο δείκτης GALI (Global Activity Limitation Indicator) εκτιμά το κατά πόσον ο ερευνώμενος θεωρεί (αυτοεκτιμά) ότι έχει περιορίσει, λόγω προβλημάτων υγείας (σωματικών, ψυχικών ή συναισθηματικών), υφιστάμενης πάθησης / αναπηρίας ή λόγω ηλικίας, δραστηριότητες συνήθεις για τον γενικό πληθυσμό, για διάστημα 6 μηνών ή και περισσότερο. Περιλαμβάνονται και περιορισμοί λόγω εκ γενετής προβλημάτων υγείας, καθώς και αυτοί που προκλήθηκαν από ατυχήματα / τραυματισμούς.

Με τον δείκτη GALI εκτιμάται κατά πόσον ο ερευνώμενος έχει περιορίσει τις δραστηριότητες του μόνο λόγω προβλημάτων υγείας και όχι για οικονομικούς ή άλλους λόγους.

▪ Ποσοστό 6,8% των ερευνώμενων ηλικίας 15 ετών και άνω έχει περιορίσει πάρα πολύ, για λόγους υγείας και για διάστημα 6 μηνών ή και περισσότερο, κάποιες από τις -συνήθεις για τον γενικό πληθυσμό- δραστηριότητές του και,

▪ Ποσοστό 6,4% των ερευνώμενων τις έχει περιορίσει αλλά όχι πάρα πολύ.

Συνολικά το 13,2% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω δηλώνει ότι έχει περιορίσει τις δραστηριότητές του λόγω προβλημάτων υγείας. Μείωση 55,6% καταγράφεται στο ποσοστό αυτό, σε σύγκριση με τα αποτελέσματα της έρευνας του 2014 (29,7%).

Για πρώτη φορά με την έρευνα του 2019, συλλέχθηκαν πληροφορίες αναφορικά με τη στοματική υγεία, δεδομένου ότι αυτή μπορεί να επηρεάσει την ποιότητα της καθημερινότητας του ατόμου αλλά και άμεσα τη φυσική και ψυχική του κατάσταση, καθώς και την κοινωνική του ζωή.

ΕΠΙΠΟΛΑΣΜΟΣ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ

Η έρευνα καταγράφει τον επιπολασμό αρκετών χρόνιων νοσημάτων – παθήσεων κατά τη διάρκεια τω τελευταίων 12 μηνών πριν τη διενέργεια της έρευνας. Πάσχοντες, σύμφωνα με την έρευνα, θεωρούνται όσοι κατά την ημέρα διενέργειας της έρευνας έπασχαν, αλλά και όσοι νόσησαν κατά τους τελευταίους 12 μήνες πριν τη διενέργεια της έρευνας και την ημέρα διενέργειας η πάθηση ήταν σε ύφεση, είτε διότι τη συγκεκριμένη εποχή η πάθηση δεν είναι σε έξαρση είτε λόγω θεραπείας.

▪ 1 στους 5 ερευνώμενους (19,6%) του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω δήλωσε ότι πάσχει από υπέρταση, ποσοστό μειωμένο κατά 6,2% σε σύγκριση με αυτό που κατεγράφη το 2014 (20,9%). Οι πάσχοντες είναι σε ποσοστό 45,0% άνδρες και 55,0% γυναίκες.

▪ Υψηλά επίπεδα χοληστερόλης ή τριγλυκερίδια στο αίμα ανέφερε το 15,8% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω, ποσοστό αυξημένο κατά 2,6% σε σύγκριση με το ποσοστό που κατεγράφη το 2014 (15,4%). Οι πάσχοντες είναι σε ποσοστό 46,0% άνδρες και 54,0% γυναίκες.

▪ Πάθηση στη μέση ή άλλα χρόνια προβλήματα μέσης ανέφερε το 12,5% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω, ποσοστό μειωμένο κατά 30,2% σε σύγκριση με το ποσοστό που κατεγράφη το 2014 (17,9%). Οι πάσχοντες είναι σε ποσοστό 39,6% άνδρες και 60,4% γυναίκες.

▪ Παθήσεις του θυρεοειδούς ανέφερε το 9,6% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω. Οι πάσχοντες είναι σε ποσοστό 18,7% άνδρες και 81,3% γυναίκες.

▪ Από σακχαρώδη διαβήτη δήλωσε ότι πάσχει το 8,0% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω, ποσοστό μειωμένο κατά 13,0% σε σύγκριση με το 2014 (9,2%). Οι πάσχοντες είναι σε ποσοστό 48,5% άνδρες και 51,5% γυναίκες.

▪ Αλλεργίες δήλωσε ότι έχει το 6,5% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω, ποσοστό μειωμένο κατά 31,6% σε σύγκριση με το 2014 (9,5%). Οι πάσχοντες είναι σε ποσοστό 38,1% άνδρες και 61,9% γυναίκες.

▪ Το 6,3% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω δήλωσε ότι πάσχει από παθήσεις του αυχένα ή άλλα χρόνια προβλήματα αυχένα, το 5,6% από αγχώδεις διαταραχές, το 5,4% από εκφυλιστικές αρθροπάθειες (εξαιρουμένης της ρευματοειδούς αρθρίτιδας), το 3,8% από κατάθλιψη, το 3,8% από νοσήματα του πεπτικού (έλκος δωδεκαδακτύλου, κολίτιδα, κ.ά.), το 3,3% από άσθμα (συμπεριλαμβανομένου του αλλεργικού άσθματος) και το 3,0% ανέφερε έμφραγμα μυοκαρδίου.

ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΣΕ ΣΩΜΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΙΣΘΗΤΗΡΙΑΚΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ

Η έρευνα κατέγραψε περιορισμούς που υφίστανται στις αισθητηριακές και τις σωματικές λειτουργίες του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω, πιο συγκεκριμένα στην όραση, την ακοή, την κινητικότητα κα τη μνήμη / συγκέντρωση, ανεξάρτητα εάν οι περιορισμοί προκύπτουν λόγω ηλικίας, ασθενειών, ατυχημάτων ή εκ γενετής προβλημάτων.

▪ 1 στους 2 (51,9%) ηλικίας 15 ετών και άνω φοράει γυαλιά, φακούς επαφής ή κάνει χρήση οπτικών ή τεχνικών βοηθημάτων όρασης.

▪ Ποσοστό 2,7% των ερευνώμενων ηλικίας 15 ετών και άνω χρησιμοποιεί ακουστικά βαρηκοΐας ή άλλα βοηθητικά εξαρτήματα λόγω προβλημάτων ακοής.

▪ 1 στους 5 (19,8%) από τον πληθυσμό ηλικίας 15 ετών και άνω αντιμετωπίζουν κάποιας μορφής κινητικό πρόβλημα.

▪ 1 στους 10 (11,3%) ηλικίας 15 ετών και άνω αντιμετωπίζει πρόβλημα μνήμης.

▪ 1 στους 10 (10,4%) ηλικίας 15 ετών και άνω αντιμετωπίζει δυσκολία συγκέντρωσης.

ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ
Στην έρευνα περιλαμβάνονταν ερωτήματα που αποσκοπούσαν στην καταγραφή του επιπολασμού και της σοβαρότητας των ψυχικών νόσων, ειδικότερα της κατάθλιψης. Οι καταστάσεις που καταγράφονταν παρέχουν στους ειδικούς σαφή εικόνα της ψυχολογικής κατάστασης του πληθυσμού κατά τη διάρκεια των τελευταίων δύο εβδομάδων πριν την ημερομηνία διεξαγωγής της έρευνας.

▪ Κατάθλιψη δήλωσε το 3,8% του πληθυσμού, ποσοστό μειωμένο κατά 19,2% σε σχέση με την έρευνα του 2014 (4,7%). Οι 3 στους 10 είναι άνδρες (30,5%) και οι 7 γυναίκες (69,5%).

▪ 5,6% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω πάσχει από αγχώδεις διαταραχές και το 1,2% από ανοϊκή διαταραχή ή νόσο Alzheimer.

Το 96,1% του συνολικού πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω απάντησε με σαφήνεια (σε όλα τα υποερωτήματα της ενότητας της ψυχικής υγείας, δεν έδωσε απαντήσεις δεν γνωρίζω/ δεν είμαι σίγουρος-η/ δεν απαντώ). Από αυτούς, ποσοστό 70,7% απάντησε αρνητικά σε όλα τα υποερωτήματα της ενότητας, ενώ ποσοστό 29,3% δήλωσε ότι βίωσε ένα τουλάχιστον από τα «αρνητικά» συναισθήματα / 5 καταστάσεις με συχνότητα: αρκετές ημέρες, περισσότερες από τις μισές ημέρες ή σχεδόν κάθε ημέρα, στο διάστημα των δύο τελευταίων, πριν τη διενέργεια της έρευνας, εβδομάδων.

Τα κυριότερα συναισθήματα / καταστάσεις που αναφέρθηκαν περισσότερο ήταν:

• Κόπωση / εξάντληση / έλλειψη ενεργητικότητας 20,2%,

• Διαταραχές στον ύπνο (αϋπνία, υπνηλία, υπερβολικές ώρες ύπνου) 14,7%,

• Μελαγχολία, κατάθλιψη ή απελπισία 12,5% και, η

• Έλλειψη ενδιαφέροντος ή ευχαρίστησης για ο,τιδήποτε 10,7%.

Σύμφωνα με τις απαντήσεις «σκέψεις ότι θα ήταν καλύτερα να μη ζει ή να βλάψει τον εαυτό του» έκανε, κατά τη διάρκεια των τελευταίων 2 εβδομάδων πριν τη διενέργεια της έρευνας, το 0,7% του πληθυσμο ηλικίας 15 ετών και άνω που απάντησε με σαφήνεια στο συγκεκριμένο υποερώτημα της ψυχικής υγείας.
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών, πριν τη διενέργεια της έρευνας, ποσοστό 4,1% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω επισκέφθηκε ψυχίατρο ή ψυχολόγο για πρόβλημα υγείας που αντιμετωπίζει. Το ποσοστό ανδρών και γυναικών που επισκέφθηκαν ειδικό ψυχικής υγείας είναι 3,6% και 4,6%, αντίστοιχα.

ΧΡΗΣΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΥΓΕΙΑΣ

Με την έρευνα καταγράφηκαν πληροφορίες αναφορικά με

- τη νοσοκομειακή περίθαλψη (με διανυκτέρευση ή χωρίς ημερήσια νοσηλεία) σε νοσοκομεία, κλινικές, θεραπευτήρια –δημόσια και ιδιωτικά– στην Ελλάδα και το εξωτερικό.

- την εξωνοσοκομειακή περίθαλψη (παροχή υπηρεσιών υγείας από ιατρούς όλων των ειδικοτήτων, χειρουργούς, οδοντιάτρους και ορθοδοντικούς, περίθαλψη που παρέχεται από φυσικοθεραπευτές, κινησιοθεραπευτές και ψυχολόγους. Ως εξωνοσοκομειακή περίθαλψη θεωρείται και καταγράφεται, επίσης, η πάσης φύσης ιατρονοσηλευτική ή μη, κατ’ οίκον βοήθεια σε ηλικιωμένα άτομα και σε άτομα με προβλήματα υγείας, είτε αυτή παρέχεται από κρατικό είτε από ιδιωτικό φορέα, είτε, ακόμη, εθελοντικά από μεμονωμένους επαγγελματίες υγείας, συλλόγους ή μεμονωμένα άτομα κ.λπ.

- την κατανάλωση φαρμάκων με ή χωρίς συνταγή ιατρού,

- την πραγματοποίηση εξετάσεων προληπτικά ή μη, όπως ο αντιγριπικός εμβολιασμός, ο εμβολιασμός για τον ιό των ανθρώπινων κονδυλωμάτων (HPV), η μέτρηση αρτηριακής πίεσης, χοληστερόλης, γλυκόζης αίματος, η κολονοσκόπηση, η μαστογραφία και ο κυτταρολογικός έλεγχος κατά Παπανικολάου (τεστ-Παπ) για γυναίκες και η εξέταση προστάτη για άνδρες.

Αναφορικά με τη νοσοκομειακή περίθαλψη:

▪ Κατά τη διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών, πριν τη διενέργεια της έρευνας, το ποσοστό του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω που έκανε εισαγωγή σε νοσοκομείο με διανυκτέρευση, ανήλθε σε 8,4%. Σε σύγκριση με τα στοιχεία της έρευνας του 2014, καταγράφεται μείωση 13,4% (2014: 9,7%).

▪ Το 10,5% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω, κατά τη διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών πριν τη διενέργεια της έρευνας, έκανε εισαγωγή σε νοσοκομείο για ημερήσια νοσηλεία. Σε σύγκριση με τα στοιχεία της έρευνας του 2014, καταγράφεται μείωση 25,5% (2014: 14,1%).

Αναφορικά με την εξωνοσοκομειακή περίθαλψη, κατά τη διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών πριν τη διενέργεια της έρευνας, το ποσοστό του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω που επισκέφθηκε ή συμβουλεύτηκε (με κατ’ ιδίαν επίσκεψη, τηλεφωνικά ή ηλεκτρονικά):

▪ Οδοντίατρο ή ορθοδοντικό, ανήλθε σε 50,0%.

▪ Ιατρό γενικής ιατρικής, παθολόγο ή οικογενειακό ιατρό, ανήλθε σε 57,9%.

▪ Ιατρό άλλης ειδικότητας ή χειρουργό, ανήλθε σε 46,8%.

▪ Φυσικοθεραπευτή, κινησιοθεραπευτή, χειροπράκτη ή οστεοπαθητικό, επισκέφθηκε το 8,6% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω.

▪ Ιατρονοσηλευτική ή άλλη φροντίδα κατ’ οίκον, στο πλαίσιο προγραμμάτων που παρέχουν φροντίδα σε άτομα τρίτης ηλικίας και άτομα που αντιμετωπίζουν χρόνιες παθήσεις ή
προβλήματα υγείας, έλαβε το 2,9% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω.

Αναφορικά με τη λήψη φαρμάκων:

▪ To 43,5% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω, κατά τη διάρκεια των τελευταίων δύο εβδομάδων πριν τη διενέργεια της έρευνας, έλαβε φάρμακα με γραπτή συνταγή ιατρού. Σε σύγκριση με το 2014 (47,4%) καταγράφεται μείωση 8,2%.

▪ 1 στους 5 (20,2%) ηλικίας 15 ετών και άνω, κατά τη διάρκεια των τελευταίων δύο εβδομάδων, πριν τη διενέργεια της έρευνας, έλαβε φάρμακα, φυτικά σκευάσματα, συμπληρώματα διατροφή ή βιταμίνες χωρίς γραπτή συνταγή ιατρού, ποσοστό που καταγράφει μείωση κατά 26,5% σε σχέση με την έρευνα του 2014 (27,5%). Από αυτούς, το 28,1% κατανάλωσαν φάρμακα και το 78,8% φυτικά σκευάσματα, συμπληρώματα διατροφής ή βιταμίνες. Ειδικότερα, από όσους έλαβαν φάρμακα χωρίς γραπτή συνταγή ιατρού, ποσοστό 15,7% έλαβε ηρεμιστικά ή υπνωτικά φάρμακα και 3 στους 10 (30,5%) αντιβιοτικά (ποσοστό αυξημένο κατά 64,0% σε σύγκριση με αυτό που καταγράφηκε το 2014: 18,6%).

Αναφορικά με την πραγματοποίηση ιατρικών πράξεων και εξετάσεων (προληπτικά ή μη):

▪ Το 24,2% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω εμβολιάστηκε, πιο πρόσφατα, κατά της γρίπης το 2019, το 4,2% το 2018, το 7,3% εμβολιάστηκε πριν τις 31/12/2017 και το 64,3% ανέφερε ότι δεν έχει εμβολιαστεί ποτέ. Το ποσοστό του πληθυσμού που εμβολιάστηκε κατά της γρίπης κατά τη διάρκεια του έτους 2019 πριν τη διενέργεια της έρευνας, παρουσιάζει μείωση 16,6%, συγκριτικά με το αντίστοιχο διάστημα της έρευνας του 2014 (29,0%).

▪ Το 35,0% των γυναικών ηλικίας 15-26 ετών έχει εμβολιαστεί κατά του ιού των ανθρωπίνων κονδυλωμάτων (HPV).

▪ Το 60,6% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω μέτρησε την αρτηριακή του πίεση τους τελευταίους 12 μήνες πριν τη διενέργεια της έρευνας, σε κάποιον επαγγελματία υγείας (ιατρό, νοσηλευτή, φαρμακοποιό, κ.λπ.). Από τον πληθυσμό ηλικίας 15 ετών και άνω που πάσχει από υπέρταση (19,6%), το 88,2% έκανε μέτρηση της αρτηριακής πίεσής του με τη βοήθεια επαγγελματία υγείας τους τελευταίους 12 μήνες πριν τη διενέργεια της έρευνας.

Το 63,8% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω μέτρησε την χοληστερόλη (χοληστερίνη) του τους τελευταίους 12 μήνες πριν τη διενέργεια της έρευνας. Από τον πληθυσμό ηλικίας 15 ετών και άνω που πάσχει από υπερλιπιδαιμία (υψηλά επίπεδα χοληστερόλης ή τριγλυκεριδίων) (15,8%), το 89,2% υπεβλήθη σε εξέταση χοληστερόλης αίματος τους τελευταίους 12 μήνες πριν τη διενέργεια της έρευνας.

▪ Το 63,3% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω μέτρησε το σάκχαρό του τους τελευταίους 12 μήνες πριν τη διενέργεια της έρευνας. Από τον πληθυσμό ηλικίας 15 ετών και άνω που πάσχει από σακχαρώδη διαβήτη (8,0%), το 95,0% υπεβλήθη σε εξέταση σακχάρου στο αίμα τους τελευταίους 12 μήνες πριν τη διενέργεια της έρευνας.

▪ Το 3,1% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω υποβλήθηκε, τους τελευταίους 12 μήνες πριν τη διενέργεια της έρευνας, σε κολονοσκόπηση. Σε σύγκριση με τα στοιχεία της έρευνας του 2014 (2,4%) καταγράφεται αύξηση 29,2%.

▪ Ποσοστό 44,8% των γυναικών έχουν κάνει μαστογραφία κατά τα δύο τελευταία έτη (αύξηση 6,7% σε σχέση με το 2014: 42,0%), ενώ 33,1% δεν έχει κάνει ποτέ (μείωση 13,8% σε σχέση με το 2014: 38,4%).

▪ Ποσοστό 58,2% των γυναικών έχουν κάνει κυτταρολογικό έλεγχο κατά Παπανικολάου τα τελευταία δύο έτη (αύξηση 4,9% σε σχέση με το 2014: 55,5%), ενώ 16,7% δεν έχουν κάνει ποτέ (μείωση 21,6% σε σχέση με το 2014: 21,3%).

▪ Το 41,3% των ανδρών έχουν υποβληθεί σε κλινική ή άλλη (μέτρηση PSA στο αίμα, υπέρηχο, βιοψία) εξέταση για τον προστάτη. Σε σύγκριση με το 2014 (32,3%) καταγράφεται αύξηση 27,9%.

ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΗΝ ΥΓΕΙΑ

Με την έρευνα συλλέχθηκαν στοιχεία και για τους παράγοντες που επηρεάζουν την υγεία (διατροφή, κάπνισμα, άσκηση κ.λπ.). Ειδικότερα, για τους παράγοντες που επηρεάζουν –θετικά ή αρνητικά– την κατάσταση της υγείας, όπως είναι η φυσική άσκηση, η διατροφή, το κάπνισμα, η κατανάλωση αλκοόλ, καθώς και η λήψη και παροχή κοινωνικής στήριξης και βοήθειας.

ΣΩΜΑΤΙΚΗ ΔΙΑΠΛΑΣΗ

Ο Δείκτης Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) θεωρείται ο πιο σημαντικός δείκτης για τη μέτρηση της παχυσαρκίας του πληθυσμού και υπολογίζεται διαιρώντας το βάρος (σε κιλά) με το τετράγωνο του ύψους (σε μέτρα).

▪ Στο σύνολο του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω που δήλωσε και το ύψος και το βάρος του:

- 1,4% είναι ελλιποβαρείς (ΔΜΣ < 18,5),

- 41,4% είναι φυσιολογικού βάρους (ΔΜΣ: 18,5 – 24,9),

- 40,8% είναι υπέρβαροι (ΔΜΣ: 25 – 29,9),

- 16,4% είναι παχύσαρκοι (ΔΜΣ ≥ 30,0).

Αναλυτικά για τους άνδρες και τις γυναίκες ηλικίας 15 ετών και άνω, τα ποσοστά ανά κατηγορία ΔΜΣ παρουσιάζονται στο Γράφημα 8. Ένας στους δύο άνδρες (49,2%) και μία στις τρείς γυναίκες (33,2%) είναι υπέρβαροι, ενώ ένα στα έξι άτομα είναι παχύσαρκο (16,4%).

Σε σύγκριση με τα αποτελέσματα της έρευνας έτους 2014, καταγράφεται σταθερότητα (-0,5%) στο ποσοστό του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω που έχει φυσιολογικό βάρος (2014: 41,6%), αύξηση 4,1% στο ποσοστό του πληθυσμού που είναι υπέρβαροι (2014: 39,2%) και μείωση 3,5% στο ποσοστό του πληθυσμού που είναι παχύσαρκοι (2014: 17,0%). Επίσης, μείωση 36,4% καταγράφεται στο ποσοστό όσων είναι ελλιποβαρείς (2014: 2,2%)

Διαφοροποιήσεις παρατηρούνται ανάλογα με την ηλικία και το φύλο.

▪ Το μεγαλύτερο ποσοστό υπέρβαρων ανδρών αφορά στην ηλικιακή ομάδα 75 ετών και άνω (57,1%) και το μεγαλύτερο ποσοστό υπέρβαρων γυναικών στην ηλικιακή ομάδα 65-74 ετών (50,1%).

▪ Το μεγαλύτερο ποσοστό πληθυσμού με φυσιολογικό βάρος καταγράφεται, για άνδρες και γυναίκες, στην ηλικιακή ομάδα 15-24 ετών (69,9% και 77,2%, αντίστοιχα).

▪ Το 27,3% των ανδρών και το 16,7% των γυναικών στην ηλικιακή ομάδα 15-24 ετών είναι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι.

ΣΩΜΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΣΚΗΣΗ

H σωματική δραστηριότητα και άσκηση σχετίζεται με το πρόβλημα της παχυσαρκίας, που προαναφέρθηκε, καθώς και, γενικότερα, με τον κίνδυνο νοσηρότητας και θνησιμότητας.

Ως σωματική δραστηριότητα θεωρούνται οι πάσης φύσεως δραστηριότητες ενός ανθρώπου, στο σπίτι, στην εργασία, κατά τη διάρκεια του ελεύθερου χρόνου, στις ώρες αναψυχής, στα σπορ ή ακόμα και κατά τη μετακίνηση.

Οι καθημερινές μετακινήσεις, προς και από την εργασία, το σχολείο, την αγορά/σούπερ-μάρκετ κ.λπ., που πραγματοποιούνται σε τακτική βάση, πεζή ή με ποδήλατο, είναι από τους παράγοντες που επηρεάζουν την υγεία και συσχετίζονται με την πρόληψη πολλών παθήσεων, όπως ο διαβήτης, η υψηλή αρτηριακή πίεση, οι καρδιακές παθήσεις, το εγκεφαλικό και η παχυσαρκία.

Με την έρευνα καταγράφονται πληροφορίες για τον τρόπο μετακίνησης, καθημερινά, για τουλάχιστον 10 λεπτά συνεχόμενα. Το περπάτημα κατά τη διάρκεια της κύριας εργασίας / ασχολίας δεν συνυπολογίζεται όπως, επίσης, και το περπάτημα ή το ποδήλατο για ευχαρίστηση ή αναψυχή ή στο γυμναστήριο ή κατόπιν σύστασης από ιατρό ή άλλο επαγγελματία υγείας (δραστηριότητες οι οποίες καταγράφονται ξεχωριστά).

▪ Περισσότε ροι από 4 στους 10 (41,5%) περπατούν καθημερινά, τουλάχιστον, 10 λεπτά συνεχόμενα, για να μετακινηθούν. Τα ποσοστά για τον πληθυσμό που περπατάει για μετακίνηση σε σύγκριση με αυτά που προέκυψαν από την έρευνα του 2014 (περπατούν καθημερινά: 42,8%) δεν παρουσιάζουν στατιστικά σημαντικές διαφορές.

▪ Περισσότεροι από 1 στους 10 (13,6%) ηλικίας 15 ετών και άνω χρησιμοποιούν ποδήλατο για να μετακινηθούν. Σε σύγκριση με το 2014 (9,0%) καταγράφεται αύξηση 51,1%.

▪ Σχεδόν 1 στους 4 (26,0%) ηλικίας 15 ετών και άνω κάνουν αθλητισμό, γυμναστική ή άσκηση για ψυχαγωγία από 1 έως 7 ημέρες την εβδομάδα.

▪ 1 στους 10 (12,1%) ηλικίας 15 ετών και άνω κάνουν ασκήσεις ειδικά σχεδιασμένες για ενδυνάμωση των μυών, όπως ασκήσεις αντοχής ή δύναμης, από 1 έως 7 ημέρες την εβδομάδα,
συμπεριλαμβανομένων όσων κάνουν τέτοιες ασκήσεις κατόπιν ιατρικής σύστασης.

Για πρώτη φορά συλλέχθηκαν πληροφορίες και για τον χρόνο που περνάμε καθήμενοι ή ξαπλωμένοι (δεν περιλαμβάνεται ο χρόνος κατά τον οποίο κοιμόμαστε).

▪ Σχεδόν 1 στους 2 (45,3%) κατά τη διάρκεια μίας συνηθισμένης ημέρας κάθεται ή είναι ξαπλωμένος λιγότερο από 4 ώρες την ημέρα και,

▪ Περίπου 1 στους 5 (21,5%) κάθονται ή είναι ξαπλωμένοι από 4 έως λιγότερο από 6 ώρες την ημέρα.

3. ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΕΣ ΣΥΝΗΘΕΙΕΣ

Το διατροφικό πρότυπο της Μεσογειακής διατροφής περιλαμβάνει (α) καθημερινή κατανάλωση φρούτων, λαχανικών, ελαιόλαδου, μη επεξεργασμένων δημητριακών και προϊόντων τους, και άπαχων ή χαμηλών λιπαρών γαλακτοκομικών προϊόντων, (β) εβδομαδιαία κατανάλωση πατάτας, ψαριών, ελιών, φασολιών, οσπρίων και πιο σπάνια πουλερικών, αυγών και γλυκών, (γ) μηνιαία κατανάλωση κόκκινου κρέατος και των προϊόντων του και (δ) μέτρια κατανάλωση κρασιού, συνήθως μαζί με τα γεύματα και έχει συσχετιστεί με μειωμένο κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών νοσημάτων. Με την έρευνα συλλέχθηκαν πληροφορίες αναφορικά με την κατανάλωση ορισμένων από τα προαναφερθέντα τρόφιμα.

▪ 1 στους 2 (49,2%) ηλικίας 15 ετών και άνω καταναλώνει καθημερινά φρούτα, ενώ ποσοστό 2,2% δεν καταναλώνει καθόλου.
Αναφορικά με την κατανάλωση λαχανικών ή σαλατών και οσπρίων:

▪ 1 στους 2 (53,5%) ηλικίας 15 ετών και άνω καταναλώνει καθημερινά λαχανικά, σαλάτες ή όσπρια, ενώ ποσοστό 0,3% δεν καταναλώνει καθόλου.

Ειδικότερα:

- 1 στους 2 (53,4%) ηλικίας 15 ετών και άνω καταναλώνει καθημερινά λαχανικά ή σαλάτες, ενώ ποσοστό 0,9% δεν καταναλώνει καθόλου.

- 8 στους 10 (76,9%) ηλικίας 15 ετών και άνω καταναλώνουν όσπρια 1 έως 3 φορές την εβδομάδα, ενώ ποσοστό 1,9% δεν καταναλώνει καθόλου.

Εκτός από την κατανάλωση φρούτων και λαχανικών, καταγράφηκαν, ξεχωριστά, πληροφορίες και για την κατανάλωση (α) φυσικών χυμών φρούτων ή λαχανικών (μη συμπεριλαμβανομένων των χυμών με προσθήκη ζάχαρης) και (β) αναψυκτικών που περιέχουν ζάχαρη (μη συμπεριλαμβανομένων των διαιτητικών, των light ή με τεχνητά γλυκαντικά αναψυκτικών.

Με την έρευνα καταγράφεται, για πρώτη φορά, πέρα από την κατανάλωση φρούτων και λαχανικών, η συχνότητ κατανάλωσης μη επεξεργασμένων δημητριακών (όπως ψωμί ή ζυμαρικά ολικής άλεσης κ.ά.), πλήρων σε λιπαρά γαλακτοκομικών προϊόντων, κόκκινου κρέατος, πουλερικών, ψαριών και θαλασσινών, ελαιόλαδου και πατατών (Γραφήματα 17, 18, 19 και 20).

▪ 2 στους 3 (67,4%) ηλικίας 15 ετών και άνω, καταναλώνουν μη επεξεργασμένα δημητριακά όπως ψωμί ολικής άλεσης, ζυμαρικά ολικής άλεσης, καστανό ρύζι, κ.ά. Ποσοστό 24,8% αυτών, τα καταναλώνουν καθημερινά (μία ή περισσότερες φορές την ημέρα).

▪ Περισσότεροι από 9 στους 10 (94,6%) ηλικίας 15 ετών και άνω, καταναλώνουν γαλακτοκομικά πλήρη σε λιπαρά (τυρί, γιαούρτι, γάλα πλήρες). Ποσοστό 38,2% αυτών, τα καταναλώνουν καθημερινά (μία ή περισσότερες φορές την ημέρα).

▪ 6 στους 10 (60,2%) ηλικίας 15 ετών και άνω, καταναλώνουν ψάρια και θαλασσινά μία έως τρεις φορές την εβδομάδα.

▪ 6 στους 10 (62,6%) ηλικίας 15 ετών και άνω, καταναλώνουν πατάτες μία έως τρεις φορές την εβδομάδα και

▪ 8 στους 10 (79,4%) ηλικίας 15 ετών και άνω, καταναλώνουν ελαιόλαδο καθημερινά (μία ή περισσότερες φορές την ημέρα).

Στο πλαίσιο της διατροφής περιλαμβάνεται και ο μητρικός θηλασμός που αποτελεί τον φυσικό τρόπο σίτισης των βρεφών. Το μητρικό γάλα αποτελεί την ιδανική τροφή για τα βρέφη με ευεργετικές προεκτάσεις στην οικογένεια, την κοινωνία και την υγεία. Το ερώτημα συμπληρώθηκε από γονείς που ερευνήθηκαν και είχαν κατά την ημέρα διενέργειας της έρευνας παιδί ηλικίας μικρότερης των τριών ετών.

▪ Περισσότερες από 9 στις 10 (92,9%) μητέρες με ανήλικο κάτω των τριών ετών θήλασαν το/τα παιδί/παιδιά της.

▪ Από αυτές, περίπου 3 στις 10 (27,1%) θήλασαν εξαρχής με μεικτό τρόπο (μητρικό και ξένο γάλα) και 7 στις 10 (72,9%) αποκλειστικά με μητρικό γάλα. Ειδικότερα, θήλασαν αποκλειστικά με μητρικό γάλα για 6 μήνες ή περισσότερο το 36,6% όσων θήλασαν.

ΧΡΗΣΗ ΚΑΠΝΟΥ ΚΑΙ ΣΥΝΑΦΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ

Η χρήση καπνού και συναφών προϊόντων είναι σημαντικός παράγοντας που ευθύνεται για ασθένειες των πνευμόνων, διάφορες μορφές καρκίνου και άλλες παθήσεις του κυκλοφορικού συστήματος. Για τον λόγο αυτό αναπτύσσονται πολιτικές περιορισμού της κατανάλωσης καπνού και των συναφών προϊόντων και συγχρόνως τίθενται κανόνες απαγόρευσης χρήσης σε κλειστούς δημόσιους χώρους και χώρους εργασίας, προκειμένου να μειωθούν και οι παθητικοί καπνιστές.

Συλλέχθηκαν πληροφορίες αναφορικά με τις καπνιστικές συνήθειες του πληθυσμού, ειδικότερα δε, για τη χρήση καπνού και συναφών προϊόντων (τσιγάρων, καπνού για πίπα, πούρων, θερμαινόμενων, ναργιλέ, κ.ά.), για τη χρήση ηλεκτρονικού τσιγάρου, καθώς και για την έκθεση σε καπνό ή και σε ηλεκτρονικό τσιγάρο στην κατοικία, στην εργασία, αλλά και σε κλειστούς δημόσιους ή ιδιωτικούς χώρους, όπως επίσης και για τις μεθόδους διακοπής που χρησιμοποιούνται.

▪ 1 στους 4 (24,9%) ηλικίας 15 ετών και άνω κάνουν χρήση καπνού και συναφών προϊόντων καθημερινά

. Σε σύγκριση με το 2014 (27,3%), καταγράφεται μείωση 8,8%.

▪ Ποσοστό 3,7% κάνει χρήση καπνού και συναφών προϊόντων περιστασιακά. Σε σύγκριση με το 2014 (5,3%), καταγράφεται μείωση 30,2%.

▪ 7 στους 10 (71,4%) δεν κάνουν χρήση καπνού και συναφών προϊόντων. Από αυτούς οι έξι (60,6%) δεν έχουν κάνει χρήση καπνού ποτέ και ένας (10,8%) έκανε στο παρελθόν και έχει διακόψει.
Από όσους κάνουν χρήση καπνού και συναφών προϊόντων, καθημερινά ή περιστασιακά, οι 6 στους 10 (60,1%) είναι άνδρες και οι 4 στις 10 (39,9%) γυναίκες. Κάνουν χρήση καπνού καθημερινά ή περιστασιακά το 36,0% των ανδρών και το 21,8% των γυναικών ηλικίας 15 ετών και άνω. Σε σύγκριση με το 2014 (άνδρες 39,4% - γυναίκες 26,4%) καταγράφεται μείωση 8,6% και 17,4%, αντίστοιχα.

Αναφορικά με τη χρήση ηλεκτρονικού τσιγάρου, το οποίο δεν περιλαμβάνεται στα προϊόντα καπνού που προαναφέρθηκαν, διαπιστώνονται τα ακόλουθα:

▪ 1,8% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω ατμίζει ηλεκτρονικό τσιγάρο, καθημερινά και,

▪ 1,1% ατμίζει περιστασιακά.
Με την έρευνα συλλέχθηκαν πληροφορίες για την παθητική έκθεση στη χρήση καπνού (μη συμπεριλαμβανομένου του ηλεκτρονικού τσιγάρου) σε κλειστούς χώρους, ειδικότερα δε στην κατοικία, στο χώρο εργασίας και σε άλλους κλειστούς δημόσιους ή ιδιωτικούς χώρους.

Όσον αφορά στην παθητική χρήση καπνού στο χώρο εργασίας, καταγράφεται, σε σύγκριση με το 2014, αύξηση 16,3% σε όσους ανέφεραν ότι δεν εκτίθενται ποτέ ή σχεδόν ποτέ (2019: 72,8%, 2014: 62,6%).

Συμπληρωματικά της παθητικής έκθεσης στον καπνό σε κλειστό χώρο, συλλέχθηκαν πληροφορίες αναφορικά με τη χρήση καπνού ή και ηλεκτρονικού τσιγάρου σε κλειστού χώρου καφέ/μπαρ και εστιατόρια/ταβέρνες καθώς και σε δημόσιες υπηρεσίες.

▪ 7 στους 10 ηλικίας 15 ετών και άνω που επισκέφθηκαν καφέ/μπαρ ή εστιατόριο/ταβέρνα κλειστού χώρου, αντιλήφθηκαν να καπνίζουν/ατμίζουν άλλοι γύρω τους (73,0% και 66,3%, αντίστοιχα). Σε σύγκριση με το 2014, καταγράφεται μείωση 15,2% και 20,5%, αντίστοιχα (2014: 86,1% για καφέ/μπαρ και 83,4% για εστιατόρια/ταβέρνες).

▪ Περίπου ένας στους επτά (14,0%) ηλικίας 15 ετών και άνω που επισκέφθηκαν δημόσια υπηρεσία αντιλήφθηκαν να καπνίζουν/ατμίζουν άλλοι γύρω τους.

Τέλος, αναφορικά με τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται για τη διακοπή του καπνίσματος, επτά στους δέκα (68,1%) από όσους έχουν καπνίσει / ατμίσει στη ζωή τους έχουν δοκιμάσει κάποια μέθοδο διακοπής (ιατρεία διακοπής, ψυχολογική υποστήριξη, φαρμακευτικά προϊόντα, κ.ά.), ενώ, από όσους δεν έχουν δοκιμάσει να το διακόψουν, ποσοστό 15,1% προτίθεται, μελλοντικά, να δοκιμάσει κάποια μέθοδο.

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ ΑΛΚΟΟΛ

Με την έρευνα καταγράφονται πληροφορίες για την κατανάλωση αλκοολούχων ποτών, οποιουδήποτε είδους (μπύρα, κρασί, ουίσκι, λικέρ, ούζο, τσίπουρο, ρακί κ.ά.).

▪ Ποσοστό 5,9% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω καταναλώνει καθημερινά ή σχεδόν καθημερινά αλκοολούχα ποτά. Καταγράφεται, σε σύγκριση με το 2014 (6,9%), μείωση 14,5%.

▪ 3 στους 10 (28,5%), ηλικίας 15 ετών και άνω δεν καταναλώνουν καθόλου αλκοόλ, είτε δεν έχουν καταναλώσει ποτέ στη ζωή τους είτε δεν καταναλώνουν πλέον. Καταγράφεται, σε σύγκριση με το 2014 (32,1%), μείωση 11,2%.

Από τον πληθυσμό ηλικίας 15 ετών και άνω που κατά τη διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών κατανάλωνε αλκοολούχα ποτά με συχνότητα μεγαλύτερη από 1 έως 2 ημέρες την εβδομάδα (31,1%):

▪ Ποσοστό 18,1% καταναλώνουν αλκοόλ από Δευτέρα έως Πέμπτη και τις τέσσερεις ημέρες και ποσοστό 37,4% καμία από τις τέσσερεις ημέρες.

▪ Ποσοστό 26,1% καταναλώνουν αλκοόλ από Παρασκευή έως Κυριακή και τις τρείς ημέρες και ποσοστό 1,0% καμία από τις τρείς ημέρες.
Αναφορικά με την κατανάλωση 6 ή περισσότερων αλκοολούχων ποτών σε μία περίσταση (π.χ. σε βραδινή έξοδο, σε πάρτι, σε γεύμα, μόνος/η στο σπίτι κ.λπ.):

▪ 2 στους 10 (21,5%) ηλικίας 15 ετών και άνω που κατανάλωσαν αλκοόλ κατά τη διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών πριν τη διενέργεια της έρευνας, κατανάλωσαν 6 ή περισσότερα αλκοολούχα ποτά σε μία περίσταση.

▪ Περισσότεροι από 4 στους 10 (43,5%) ηλικίας 15 ετών και άνω που κατανάλωσαν αλκοόλ κατά τη διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών πριν τη διενέργεια της έρευνας, δεν κατανάλωσαν ποτέ 6 ή περισσότερα αλκοολούχα ποτά σε μία περίσταση ενώ,

▪ Σχεδόν 1 στους 3 (35,0%) ηλικίας 15 ετών και άνω που κατανάλωσαν αλκοόλ κατά τη διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών πριν τη διενέργεια της έρευνας, δήλωσαν ότι δεν έχουν ποτέ στη ζωή τους (και όχι μόνο τους τελευταίους 12 μήνες) καταναλώσει 6 ή περισσότερα αλκοολούχα ποτά σε μία περίσταση.
Από όσους ανέφεραν κατανάλωση 6 ή περισσότερων αλκοολούχων ποτών σε μία περίσταση:

▪ Ποσοστό 19,1% χρειάστηκε να οδηγήσουν μετά. Από αυτούς, περισσότεροι από 4 στους 10 (44,0% οδήγησαν όχημα το οποίο θα μπορούσε να προκαλέσει τραυματισμό στους ίδιους ή σε άλλους και 6 στους 10 (56,0%) δεν οδήγησαν.

6. ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΤΗΡΙΞΗ ΚΑΙ ΒΟΗΘΕΙΑ

Η έρευνα περιλαμβάνει ερωτήματα τα οποία άπτονται του ευαίσθητου θέματος των κοινωνικών σχέσεων και της κοινωνικής στήριξης και αλληλεγγύης. Συγκεκριμένα, καταγράφει τη λήψη στήριξης και βοήθειας από άλλα άτομα, καθώς και την παροχή στήριξης και φροντίδας σε άλλα άτομα με προβλήματα υγείας.

▪ Ποσοστό 2,6% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω αναφέρει ότι δεν έχει κανέναν να απευθυνθεί, σε περίπτωση που αντιμετωπίσει σοβαρά προσωπικά προβλήματα και να ζητήσει
βοήθεια οικονομική ή άλλη ή έστω απλά συμβουλή.

▪ 1 στους 2 (48,6%) έχουν 1 ή 2 άτομα να απευθυνθούν.

▪ 4 στους 10 (41,0%) έχουν 3 ή 5 άτομα να απευθυνθούν.

▪ 1 στους 10 (7,8%) έχει 6 ή περισσότερα άτομα να απευθυνθεί.

▪ 8 στους 10 (79,1%) ηλικίας 15 ετών και άνω θεωρούν ότι οι άνθρωποι που συναναστρέφονται δείχνουν πολύ ή αρκετό ενδιαφέρον για τις καθημερινές τους δραστηριότητες.

▪ 3 στους 10 (28,9%) ηλικίας 15 ετών και άνω θεωρούν ότι είναι δύσκολο έως και πολύ δύσκολο να λάβουν βοήθεια (συμβουλή, φροντίδα, παροχή σε είδος, οικονομική βοήθεια ή άλλη) σε προσωπικό επίπεδο από γείτονες, εάν χρειαστεί.

Αναφορικά με την παροχή στήριξης και φροντίδας σε άλλα άτομα που αντιμετωπίζουν προβλήματα υγείας:

▪ 1 στους 7 (14,3%) ηλικίας 15 ετών και άνω παρέχουν φροντίδα ή στήριξη, τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα, σε ένα ή και περισσότερα άτομα που αντιμετωπίζουν κάποια προβλήματα λόγω ηλικίας, χρόνιας πάθησης ή αναπηρίας.

▪ Από αυτούς που παρέχουν φροντίδα ή στήριξη, το 63,0% την παρέχουν σε μέλος/μέλη της οικογένειάς τους που ζουν στο νοικοκυριό τους ή σε άλλο νοικοκυριό και το 37,0% σε άτομα που δεν είναι μέλη της οικογένειάς τους ή συγγενείς.

▪ Όσον αφορά στην εκπαίδευση ή κατάρτιση των φροντιστών 1 στους 10 (11,0%) από όσους παρέχουν φροντίδα ή στήριξη, αναφέρει ότι έχει εκπαιδευθεί, ενώ ποσοστό 7,5% αυτών αναφέρουν ότι λόγω της φροντίδας που παρέχουν εμποδίζονται να εργαστούν ή να εργαστούν όσο θα ήθελαν.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ - ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΑΡΧΕΙΟΥ

TAGS:

Ακολουθήστε το ilialive.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις Ειδήσεις