Κυρίαρχη η θέση της Ελλάδας σε αλιεία και υδατοκαλλιέργεια – Τι δείχνουν τα στοιχεία
Σε 6,2 δισ. ευρώ ανήρθε η αξία της ευρωπαϊκής αλιείας, ενώ της υδατοκαλλιέργειας σε 4,9 δισ. ευρώ
Σε 4,2 εκατ. τόνους ανήρθε η παραγωγή ιχθυηρών στην ΕΕ το 2022, με τις ποσότητες της αλιείας να φτάνουν τα 3,1 εκατ. ευρώ και της υδατοκαλλιέργειας τα 1,1 εκατ. ευρώ, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat.
Στις πρώτες θέσεις των χωρών με τις μεγαλύτερες παραγωγές υδατοκαλλιέργειας βρίσκεται και η Ελλάδα, όπου με την Ισπανία, την Γαλλία και την Ιταλία αντιπροσωπεύουν περισσότερα από τα δύο τρίτα της παραγωγής της ΕΕ.
Σύμφωνα με τα στοιχεία, τα αλιεύματα παραμένουν η κύρια πηγή ιχθυηρών στην ΕΕ, αντιπροσωπεύοντας το 74% της συνολικής παραγωγής.
Σε τέσσερις χώρες της ΕΕ ανήκουν περίπου τα δύο τρίτα (67%) της συνολικής ευρωπαϊκής παραγωγής αλιευμάτων και θαλασσινών το 2022
Οι τιμές
Σε όρους αξίας, οι ποσότητες στην ευρωπαϊκή αλιεία εκτιμάται ότι ανήλθαν σε 6,2 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ η παραγωγή υδατοκαλλιέργειας ανήλθε σε 4,9 δισεκατομμύρια ευρώ. Συνεπώς, η μέση τιμή για τα αλιευτικά προϊόντα ήταν 1,9 ευρώ/κιλό και 4,5 ευρώ/κιλό των ιχθυηρών της υδατοκαλλιέργειας.
Η κατάσταση στην ΕΕ δεν μοιάζει με την παγκόσμια τάση, όπου σε μια έκθεση του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO) ότι το 2022 υπήρχε η αναφορά ότι για πρώτη φορά στην ιστορία, η υδατοκαλλιέργεια ξεπέρασε την αλιεία ως ο κύριος παραγωγός ιχθυηρών.
Σε τέσσερις χώρες της ΕΕ ανήκουν περίπου τα δύο τρίτα (67%) της συνολικής ευρωπαϊκής παραγωγής αλιευμάτων και θαλασσινών το 2022.
Η Ισπανία παρήγαγε λίγο περισσότερο από το ένα τέταρτο (κατ’ εκτίμηση 25,2 %) του συνόλου, ακολουθούμενη από τη Γαλλία (17 %), την Ελλάδα (13%) και την Ιταλία (12%).
Οι μέσες τιμές πώλησης για τα μύδια ήταν περίπου 1,1 ευρώ/κιλό, για το λαβράκι περίπου 7 ευρώ/κιλό και για τον τόνο ήταν περίπου 18 ευρώ/κιλό. Μεταξύ των χωρών της ΕΕ, η Ελλάδα είχε την υψηλότερη αξία παραγωγής υδατοκαλλιέργειας το 2022 (περίπου 844 εκατομμύρια ευρώ), αντιπροσωπεύοντας το 17,4 % του συνόλου της ΕΕ. Η αξία της παραγωγής ήταν αμέσως υψηλότερη στην Ισπανία (803 εκατ. ευρώ), στη συνέχεια στη Γαλλία (791 εκατ. ευρώ) και στην Ιταλία (553 εκατ. ευρώ).