Το 2022, μείωση κατά 6,3% παρουσίασε η συγκομιδή της ΕΕ στα καλοκαιρινά φρούτα (πεπόνια, καρπούζια, φράουλες, ροδάκινα και νεκταρίνια) καθώς παρήχθησαν συνολικά 8,6 εκατομμύρια τόνοι, όταν το 2021 η παραγωγή είχε ανέλθει σε 9,2 εκατομμύρια τόνους.
Αυτή η ύφεση αποδίδεται στη χαμηλότερη συγκομιδή της παραγωγής πεπονιών (-9,5% το 2022) και καρπουζιών (18,4% το 2022). Αντίθετα, η παραγωγή ροδάκινων και νεκταρινιών αυξήθηκε (+5,6% το 2022) και αυτή των φραουλών παρέμεινε σχετικά αμετάβλητη.
Η Ισπανία είναι βασικός παραγωγός καλοκαιρινών φρούτων στην ΕΕ. Ειδικότερα, παρήγαγε σχεδόν τα μισά (45,4%) των καρπουζιών της ΕΕ, σχεδόν το ένα τρίτο (32,0%) των πεπονιών της και περισσότερο από το ένα τέταρτο (27,3%), τόσο των φραουλών, όσο και των ροδάκινων και των νεκταρινιών της (26,9%) το 2022.
Ομοίως, η Ιταλία παρήγαγε λίγο περισσότερο από το ένα τρίτο (36,1%) τόσο των πεπονιών της ΕΕ, όσο και των ροδάκινων και των νεκταρινιών (35,6%), καθώς και το ένα τέταρτο (25,6%) των καρπουζιών της.
Για ορισμένα καλοκαιρινά φρούτα, άλλα μέλη της ΕΕ ήταν βασικοί παραγωγοί: η Πολωνία κατετάγη δεύτερη για την παραγωγή φράουλας (16,7% του συνόλου της ΕΕ), η Ελλάδα δεύτερη για την παραγωγή ροδάκινων και νεκταρινιών (27,1%) και τρίτη για τα καρπούζια (12,4%), η Γαλλία τρίτη για την παραγωγή μοσχοκάρυδου (18,8%) και η Γερμανία τρίτη για την παραγωγή φράουλας (11%).
Πηγή: Εtheas.gr