Το ξαδερφάκι του αρακά δεν αποτελεί ούτε την πρώτη ούτε και τη δεύτερη επιλογή όταν θα θελήσουμε να καταναλώσουμε όσπρια. Θεωρείται όμως ένας διατροφικός θησαυρός και παράλληλα αναπάντεχος σύμμαχος της καλής ψυχικής υγείας
Είναι τα αρχαιότερα όσπρια που ξεκίνησαν να καταναλώνουν οι άνθρωποι γύρω στον 4ο αιώνα π.Χ. με τις πρώτες καλλιέργειες να χρονολογούνται εδώ και περίπου 5000 έτη στην Αφρική και στην Ασία. Πολλοί ήταν οι λαοί της Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής που τα κατανάλωναν συχνά, ανάμεσα τους και οι Έλληνες.
Ο λόγος για τα παρεξηγημένα κουκιά, τα οποία έχουν μεγάλη περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη, φυτικές ίνες, σίδηρο και βιταμίνη C. Η συχνή κατανάλωσή τους σχετίζεται με τη ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης και της χοληστερόλης, ενώ παράλληλα ενισχύει τη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος και των οστών.
Παρόλα αυτά τα πλεονεκτήματα, οι ειδικοί προτείνουν ότι τα στρογγυλά αυτά όσπρια θα μπορούσαν να προσφέρουν και ένα θετικό όφελος στην ψυχική υγεία, ειδικά όταν καταναλώνονται με τη φλούδα. Υπεύθυνη γι’ αυτό θεωρείται μια φυσική χημική ουσία, το αμινοξύ λεβοντόπα (L-Dopa), που υπάρχει σε υψηλά επίπεδα και χρησιμοποιείται στη θεραπεία της νόσου Πάρκινσον, αλλά συνδέεται επίσης με μακροπρόθεσμες βελτιώσεις στη διάθεση, στα συναισθήματα και, ιδίως, στα επίπεδα της ευτυχίας.
Σύμφωνα με τη δρα Nadia Mohd-Radzman, ερευνήτρια και βοτανολόγο του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ, η οποία εργάζεται επίσης στο Εργαστήριο Επιχειρηματικότητας του King’s College του Κέιμπριτζ, συμβάλλει ακόμη και στη βελτίωση μιας κατάστασης που βιώνουν όσοι παλεύουν με την κατάθλιψη και ονομάζεται ανηδονία – η ανικανότητα αισθημάτων ευχαρίστησης και χαράς.
Για το λόγο αυτό, η ερευνήτρια έχει βάλει στόχο ζωής να κάνει τους Βρετανούς να καταναλώνουν περισσότερα από αυτά τα όσπρια, καθώς δε φαίνεται να είναι ιδιαίτερα αγαπητά. Σε αυτή την «εκστρατεία», περιλαμβάνονται η δημοσίευση συνταγών και η διοργάνωση διαλέξεων, με στόχο να περιγραφούν τα οφέλη μιας αδίκως υποτιμημένης καλλιέργειας.
Μέσα σε αυτές τις προσπάθειες, επιστήμονες του Πανεπιστημίου του Reading πρότειναν πρόσφατα ότι η Βρετανία θα πρέπει να στραφεί στην κατανάλωση ψωμιού που παρασκευάζεται από κουκιά, επειδή το τελικό προϊόν θα είναι πιο βιώσιμο και θα διευκολύνει επίσης την παροχή βασικών θρεπτικών συστατικών στους ανθρώπους.
Τέλος, τα κουκιά κρύβουν κι ακόμα ένα ασυνήθιστο όφελος, που δε σχετίζεται με τη διατροφή ή την ψυχική ευημερία. Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο Mashhad του Ιράν διαπίστωσαν πρόσφατα ότι μπορούν επίσης να επιβραδύνουν την ανάπτυξη των τριχών. Για τη μελέτη τους, μια κρέμα με 20% περιεκτικότητα σε κουκιά εφαρμόστηκε στις μασχάλες 25 γυναικών, δύο φορές την ημέρα, για τρεις μήνες. Αυτό μείωσε τον αριθμό και το πάχος των τριχών χωρίς «σημαντικές παρενέργειες». Η ουσία λεβοντόπα έπαιξε κι αυτή το ρόλο της, εφόσον μετατρέπεται σε ντοπαμίνη η οποία συρρικνώνει τα αιμοφόρα αγγεία που διεγείρουν την ανάπτυξη των τριχών.
Ωστόσο, η κατανάλωσή τους χρειάζεται προσοχή, καθώς ένας μικρός αριθμός ατόμων θα μπορούσε να παρουσιάσει την ανάπτυξη μιας σπάνιας διαταραχής του αίματος, την αιμολυτική αναιμία λόγω της ανεπάρκειας του ενζύμου G6PD. Οι ειδικοί εξηγούν ότι η ανεπάρκεια G6PD είναι μια κληρονομική κατάσταση όπου τα ερυθρά αιμοσφαίρια καταστρέφονται όταν το σώμα εκτίθεται σε συγκεκριμένες ουσίες. Η πιο συνηθισμένη επιπλοκή αυτής της ανεπάρκειας είναι η αιμολυτική αναιμία, η οποία χαρακτηρίζεται από την ταχεία καταστροφή των ερυθρών αιμοσφαιρίων. Όταν τα επίπεδα των ερυθρών αιμοσφαιρίων μειώνονται λόγω αιμολυτικής αναιμίας, τα όργανα του σώματος λαμβάνουν λιγότερο οξυγόνο, με αποτέλεσμα την εμφάνιση συμπτωμάτων όπως κόπωση, δύσπνοια και ίκτερος. Επιπλέον, αυξάνεται ο κίνδυνος σχηματισμού λίθων στη χολή (χολολιθίαση). Σε σοβαρές περιπτώσεις, η αιμολυτική αναιμία μπορεί να οδηγήσει στον θάνατο.
Ο λόγος που τα κουκιά δεν ενδείκνυνται προς κατανάλωση στα άτομα με ανεπάρκεια G6PD είναι ότι περιέχουν ουσίες που απογυμνώνουν τα ερυθρά αιμοσφαίρια και επιτείνουν την καταστροφή τους. Γι’ αυτό, η Δρ Mohd-Radzman προτείνει οι αγρότες να καλλιεργούν ποικιλίες φασολιών με χαμηλά επίπεδα των ουσιών αυτών. Επισημαίνει, τέλος, ότι οι επιστήμονες εργάζονται για τη δημιουργία γενετικά επεξεργασμένων φασολιών που δεν περιέχουν καθόλου αυτές τις ουσίες.