Σε 147 ανέρχονται τα ελληνικά κρασιά με γεωγραφική ένδειξη - Σχεδόν τα μισά προϊόντα ΠΓΕ στην Ευρώπη είναι οίνοι
Θύμα της κλιματικής αλλαγής κινδυνεύει να πέσει η βιομηχανία κρασιού στην Ευρώπη, καθώς απειλούνται οι οίνοι με γεωγραφικές ενδείξεις (ΠΓΕ), δημιουργώντας έντονη ανησυχία στους παραγωγούς.
Ειδικότερα, ένας νέος κλιματικός πονοκέφαλος απειλεί τις γεωγραφικές ενδείξεις, που έχουν κατακτήσει οι οινοπαραγωγοί στην Ευρώπη και αποτελούν εργαλείο υπεράσπισης της τέχνης τους.
Οι νέες κλιματικές συνθήκες φαίνεται ότι αλλάζει όλα τα δεδομένα. Για πολλές αμπελουργικές περιοχές της Ευρώπης αυτή η αλλαγή θα είναι ανατρεπτική, καθώς αυτό που κάνει το ευρωπαϊκό κρασί μοναδικό είναι το «πάντρεμα» ενός συγκεκριμένου σταφυλιού και μιας αμπελουργικής πρακτικής με το έδαφος, το κλίμα και τα άυλα στοιχεία μιας συγκεκριμένης περιοχής.
Σχεδόν τα μισά προϊόντα με γεωγραφικές ενδείξεις της Ευρώπης αφορούν το κρασί. Σύμφωνα με τα στοιχεία από την eAmbrosia 1.648 είναι τα κρασιά με γεωγραφική ένδειξη, 1.714 τρόφιμα και 264 αλκοολούχα ποτά. Το ρεκόρ με τον μεγαλύτερο αριθμό κρασιών με γεωγραφική ένδειξη ανήκει στην Ιταλία η οποία έχει 529, δεύτερη η Γαλλία με 441, τρίτη η Ελλάδα με 147 και ακολουθεί η Ισπανία με 146.
Σε κίνδυνο τα κρασιά ΠΓΕ
Τα αμπέλια είναι ευαίσθητα στις παραμικρές αλλαγές στο τοπίο και το κλίμα. Οι επιπλέον υψηλές θερμοκρασίες κατά τη διάρκεια της ημέρας ή και της νύχτας κατά την καλλιεργητική περίοδο διαταράσσουν τη λεπτή ισορροπία στο σχηματισμό των απαιτούμενων σακχάρων και νερού στα αναπτυσσόμενα τσαμπιά.
Μάλιστα, υπάρχουν και εκείνοι που υποστηρίζουν ότι μπορούν να αισθανθούν τις πιο λεπτές περιβαλλοντικές επιδράσεις σε ένα μπουκάλι κρασί – αν ο χειμώνας που προηγήθηκε του τρύγου ήταν ζεστός ή κρύος, αν ο τρύγος ήταν υγρός ή ξηρός, αν τα σταφύλια καλλιεργήθηκαν σε μια πλαγιά που βλέπει προς το βορρά ή το νότο.
Για πάνω από ένα αιώνα, όπως επισημαίνεται σε ανάλυση του Bloomberg, οι Ευρωπαίοι παραγωγοί έχουν οικοδομήσει ένα σύστημα πνευματικής ιδιοκτησίας με βάση το οποίο συγκεκριμένα είδη τροφίμων και ποτών προστατεύονται βάσει του νόμου περί πνευματικής ιδιοκτησίας.
«Η αναγνώριση των γεωγραφικών ενδείξεων αποτελεί βασικό εμπόδιο για κάθε χώρα που θέλει να συνάψει εμπορική συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Ένωση και να αποκτήσει πρόσβαση στη δεύτερη μεγαλύτερη αγορά του κόσμου.
Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο οι παραγωγοί αφρώδους οίνου στο μεγαλύτερο μέρος του κόσμου δεν μπορούν να ονομάζουν το προϊόν τους σαμπάνια και γιατί οι Αυστραλοί και Καναδοί παραγωγοί χαρακτηρίζουν τις φιάλες τους ως “Apera”, επειδή μόνο όσοι προέρχονται από την περιοχή Jerez της Ισπανίας μπορούν να αποκαλούνται «Sherry», σημειώνεται.
Οι προϋποθέσεις για τη θέσπιση γεωγραφικών ορίων, σύμφωνα με το δημοσίευμα, μπορεί να φαινόταν καλή ιδέα κατά τη διάρκεια του «σταθερού» κλίματος του 20ού αιώνα, αλλά στην εποχή στην οποία κινούμαστε τώρα αποτελεί κίνδυνο.
Πολλές γεωγραφικές ενδείξεις αντιστοιχούν σε μια συγκεκριμένη ποικιλία αμπέλου για μια συγκεκριμένη περιοχή. Για παράδειγμα, το ιταλικό κρασί Barolo, πρέπει να καλλιεργείται μόνο με σταφύλια Nebbiolo από παραγωγούς στα βουνά του Πιεμόντε.
«Καθώς η αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη κάνει το κλίμα της βόρειας Ιταλίας να μοιάζει περισσότερο με περιοχές νοτιότερα, όπου το Nebbiolo δεν μπορεί να ευδοκιμήσει, η ακαμψία της γεωγραφικής ένδειξης του Barolo κινδυνεύει να το οδηγήσει σε εξαφάνιση», σημειώνεται.
Ποιες ποικιλίες κινδυνεύουν περισσότερο
Ερευνητές στην Ευρώπη ανέλυσαν πρόσφατα 1.085 κρασιά με γεωγραφική ένδειξη σε όλη την ήπειρο για να βρουν ποιες κινδυνεύουν περισσότερο από την αύξηση της θερμοκρασίας.
Τα αποτελέσματα είναι ανησυχητικά για τους αμπελουργούς, καθώς ένα τμήμα της Ευρώπης είναι ιδιαίτερα ευάλωτο στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και έχει μικρή φυσική ικανότητα προσαρμογής.
Έντονες μειώσεις των αποδόσεων προβλέφθηκαν για τη βόρεια Ιταλία, την κεντρική Ισπανία, την Ελλάδα και τη Βουλγαρία.
Μάλιστα, στη Βουργουνδία, οι περιοχές που είναι γνωστές για το σταφύλι Pinot Noir ενδέχεται να μην μπορούν να καλλιεργήσουν την ποικιλία.
Η σαμπάνια, που παραδοσιακά θεωρείται προϊόν ενός δύσκολου περιβάλλοντος, παρασκευάζεται από τρεις μόνο ποικιλίες σταφυλιών: Pinot Noir, Chardonnay και Meunier. Σύμφωνα με την έρευνα, υπάρχουν άλλες τέσσερις λιγότερο διάσημες ποικιλίες που μπορούν να προστεθούν στο χαρμάνι και μπορεί να αποτελέσουν έναν τρόπο διατήρησης των χαρακτηριστικών του κρασιού.
«Ο πλανήτης θερμαίνεται. Αν οι Ευρωπαίοι οινοποιοί δεν θέλουν να ζήσουν την τύχη των μεσαιωνικών αγγλικών αμπελώνων, θα πρέπει να προσαρμοστούν πριν εξαφανιστούν», επισημαίνεται στο δημοσίευμα.