«Η Ρωσία έχει παραβιάσει τη συμφωνία. Την παραβιάζει εδώ και πολλά χρόνια. Εμείς ήμασταν αυτοί που μείναμε και τιμήσαμε την συμφωνία. Η Ρωσία δυστυχώς, όχι». Με αυτό ως κύριο επιχείρημα – και, δευτερευόντως λόγω της μη συμμετοχής της Κίνας στη συμφωνία αυτή – ο πρόεδρος Τραμπ προανήγγειλε τη μονομερή αποχώρηση των ΗΠΑ από τη διμερή συμφωνία τού 1987 με τη Ρωσία για πυρηνικά όπλα μέσου βεληνεκούς (INF, Intermediate-Range Nuclear Forces Treaty). Αποχώρηση η οποία, όπως πολλοί φοβούνται, ίσως καταργήσει κάθε επίφαση αυτοσυγκράτησης και πυροδοτήσει μία νέα κούρσα ανάπτυξης πυρηνικών μεταξύ των υπερδυνάμεων του πλανήτη.
Η συμφωνία που είχε υπογραφεί μεταξύ του Αμερικανού τότε προέδρου, Ρόναλντ Ρίγκαν και του ηγέτη της Σοβιετικής Ένωσης, Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, πριν από 31 χρόνια κι ενώ ο Ψυχρός Πόλεμος έπνεε τα λοίσθια, προέβλεπε, μεταξύ άλλων, την απαγόρευση κατασκευής κι ανάπτυξης πυραύλων με συμβατικές ή πυρηνικές κεφαλές βεληνεκούς από 500 έως 5.500 χιλιόμετρα και των εκτοξευτήρων τους.
Το χρονικό της υπονόμευσης
«Η συμφωνία της οποίας το κείμενο βρίσκεται σε αυτό το τραπέζι προσφέρει μία μεγάλη ευκαιρία να βγούμε από το δρόμο της επαπειλούμενης καταστροφής», είχε δηλώσει τότε ο Γκορμπατσόφ και, πράγματι, η συμφωνία είχε θεωρηθεί τότε ένα κρίσιμο βήμα προς το τέλος του Ψυχρού Πολέμου – ο οποίος σύμφωνα με τα δυσοίωνα σενάρια, αν είχε πυρηνικοποιηθεί, θα είχε προκαλέσει ένα άνευ προηγουμένου πυρηνικό ανταγωνισμό, ικανό να αφανίσει τον ανθρώπινο πολιτισμό.
Οι πρωτεργάτες της ιστορικής αυτής συμφωνίας μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων, εδώ κατά τη διάρκεια διήμερης συνόδου στη Γενεύη τον Νοέμβριου του 1985, πριν τη σύναψη της INF - EPA/STR DATABASE
Ένα από τα πρώτα δείγματα πως η συμφωνία του 1987 βρισκόταν σε κίνδυνο, ήρθε το 2011, με τις προειδοποιήσεις της διοίκησης Ομπάμα πως η ανάπτυξη από το 2008 νέων, μεσαίου βεληνεκούς πυρηνικών όπλων από τη Ρωσία, θα μπορούσε να συνιστά παραβίαση των όρων της συμφωνίας. Δύο χρόνια μετά και πάλι επί διοίκησης Ομπάμα, ο Λευκός Οίκος επισήμως ανακοίνωσε πως η Ρωσία παραβίαζε τη συμφωνία.
Το 2015, η εγκατάσταση αμερικανικής αντιπυραυλικής ασπίδας στη Ρουμανία, την οποία η Ρωσία είδε ως απειλή, προφανώς επιτάχυνε τις εξελίξεις. Ενώ η μυστική ανάπτυξη, εντός 2017, των ρωσικών πυραύλων SSC-8 μεσαίου βεληνεκούς αποτέλεσε μάλλον τη χαριστική βολή για τη συμφωνία.
Ο παράγοντας Ρωσία και Κίνα
Οι αιτιάσεις της Ουάσινγκτον κατά της Μόσχας περί παραβίασης της συμφωνίας προφανώς δεν είναι κάτι νέο. Εδώ και καιρό αξιωματούχοι των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ επικρίνουν το Κρεμλίνο για επιθετικές κινήσεις που συνιστούν αθέτηση των όρων της συμφωνίας.
Ωστόσο, κάποιοι αναλυτές εκτιμούν πως η απόφαση αυτή όχι μόνο θα οδηγήσει στην επανεκκίνηση ανάπτυξης ανάλογων οπλικών συστημάτων εκ μέρους των ΗΠΑ αλλά και θα πυροδοτήσει μία νέα κούρσα πυρηνικών μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων. Άλλοι, πάντως, θεωρούν πως η εξέλιξη αυτή θα ευνοήσει ξεκάθαρα τη Ρωσία – που, μεταξύ άλλων, θα χρεώσει το «ναυάγιο» της συμφωνίας στην Αμερική και θα συνεχίσει εντατικότερα και χωρίς άλλοθι αυτό που την κατηγορούν πως κάνει ήδη.
«Οι Ρωσοι αξιωματούχοι πιθανώς πανηγυρίζουν με τα νέα», εκτιμά ο Στίβεν Πάιφερ, πρώην αξιωματούχος του Αμερικανικού Υπουργείου Εξωτερικών και εμπειρογνώμονας ελέγχου των εξοπλισμών στο Brookings Institution, εξηγώντας: «Οι ΗΠΑ θα κατηγορηθούν για το ‘θάνατο’ της συμφωνίας. Οι αμερικανικές αποδείξεις για τις ρωσικές παραβιάσεις συνιστούν διαβαθμισμένες πληροφορίες οπότε η όποια δημόσια αντιπαράθεση θα αναλωθεί σε ανταλλαγή κατηγοριών και διαψεύσεις». Επιπλέον, όπως εκτιμά ο ίδιος «η Μόσχα ελεύθερα και χωρίς κανένα περιορισμό, θα αναπτύξει τον πύραυλο 9M729 και, αν θελήσει, μεσαίου βεληνεκούς βαλλιστικούς πυραύλους», τη στιγμή που, όπως παρατηρεί, αυτή τη στιγμή οι ΗΠΑ δεν έχουν ανάλογο πύραυλο με εκείνον των Ρώσων.
Στο ίδιο μήκος κύματος και ο πρώην εκπρόσωπος Τύπου του Στέιτ Ντιπάρτμεντ και στρατιωτικός και διπλωματικός αναλυτής του CNN, Τζον Κίρμπι που θεωρεί πως η απόφαση αυτή του Τραμπ ευνοεί τη Μόσχα.
Πηγή: cnn.gr