Στις ΗΠΑ εγκρίθηκε από τον FDA η χορήγηση 3ης δόσης του σκευάσματος των Pfizer/BioNTech στους άνω των 65 ετών και σε όσους διατρέχουν "υψηλό κίνδυνο".
Ο αμερικανός ομοσπονδιακός οργανισμός φαρμάκων (FDA) ανακοίνωσε χθες Τετάρτη ότι ενέκρινε τη χορήγηση τρίτης δόσης του εμβολίου της Pfizer για την COVID-19 στους ανθρώπους ηλικίας άνω των 65 ετών και στους ανθρώπους ηλικίας άνω των 18 ετών που διατρέχουν «υψηλό κίνδυνο» να παρουσιάσουν σοβαρή μορφή της νόσου που προκαλεί ο νέος κορονοϊός.
Χορήγηση αναμνηστικής δόσης αφού συμπληρωθούν έξι μήνες από την δεύτερη
Όπως αναφέρει το Αθηναϊκό και Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, η αναμνηστική δόση θα μπορεί να χορηγείται αφού συμπληρωθούν έξι μήνες από τη δεύτερη. Πέρα από τους ανθρώπους που διατρέχουν «υψηλό κίνδυνο» να παρουσιάσουν σοβαρή μορφή της COVID-19, ο FDA συνέστησε επίσης να χορηγηθεί τρίτη δόση σε όσους έχουν «συχνή έκθεση» στον SARS-CoV-2, κάτι που τους τοποθετεί επίσης στην ομάδα «υψηλού κινδύνου (εκδήλωσης) σοβαρών επιπλοκών» της πάθησης, ανέφερε στο δελτίο Τύπου που δημοσιοποίησε.
Συμβουλευτική επιτροπή των Κέντρων Ελέγχου και Πρόληψης Ασθενειών (CDC) αναμένεται να ψηφίσει σήμερα και να εγκρίνει τη χορήγηση της τρίτης δόσης. Η κυβέρνηση του προέδρου Τζο Μπάιντεν είχε ανακοινώσει τον Αύγουστο ότι η πρόθεσή της είναι να αρχίσουν να χορηγούνται ενισχυτικές δόσεις στους Αμερικανούς ηλικίας 16 ετών και άνω από την τρέχουσα εβδομάδα, μετά την έγκριση των FDA και CDC.
Στο τραπέζι η χορήγηση αναμνηστικών δόσεων σε ευρύτερη ομάδα του πληθυσμού
Ο FDA ενδέχεται σύντομα να εξετάσει επίσης τη χορήγηση αναμνηστικών δόσεων σε ευρύτερη ομάδα του πληθυσμού, ωστόσο κορυφαία στελέχη του διχάζονται όσον αφορά το ζήτημα, με την μεταβατική επικεφαλής του Τζάνετ Γούντκοκ να τάσσεται υπέρ αλλά επιστήμονες να αντιτείνουν ότι τα τρέχοντα επιστημονικά δεδομένα δεν δείχνουν πως είναι απαραίτητη.
Ορισμένες χώρες, όπως το Ισραήλ και η Βρετανία, έχουν ήδη αρχίσει να χορηγούν ενισχυτικές δόσεις. Οι ΗΠΑ ενέκριναν τη χορήγηση αναμνηστικών δόσεων σε ανοσοκατεσταλμένους τον περασμένο μήνα και ήδη τις έχουν λάβει πάνω από 2 εκατομμύρια άνθρωποι, κατά τα δεδομένα των CDC.
Πηγή: iEidiseis.gr