Γίνεται σχέση χωρίς την «ορμόνη της αγάπης»; Μπορεί η στέρησή της να φέρει το τέλος της συντροφικότητας; Αμερικανική έρευνα δίνει τις απαντήσεις
Σχέδια για ένα σπίτι που θα στεγάσει τον έρωτα, όνειρα για μια οικογένεια με πολλά παιδιά ή και ένα, είτε πάλι χωρίς παιδιά με την προϋπόθεση όμως (όσο και υπόσχεση) πως θα είναι για πάντα μαζί… Για πολλά χρόνια, η «ορμόνη της αγάπης» ωκυτοκίνη όπως και -σε μικρότερο βαθμό- η βαζοπρεσσίνη, είχαν την αποκλειστικότητα ως οι δύο ορμόνες που κυριαρχούν στις συντροφικές σχέσεις σύμφωνα με έρευνες, στη διασφάλιση της εμπιστοσύνης, της ενσυναίσθησης και του δεσίματος που προϋποτίθενται για τη μακροημέρευση μιας σχέσης.
Ίσως τα πράγματα να μην είναι ακριβώς έτσι, σύμφωνα τουλάχιστον με την μελέτη που δημοσιεύεται στο επιστημονικό περιοδικό Neuron και διατείνεται ότι ποντίκια του αγρού χωρίς τους λειτουργικούς υποδοχείς για την ωκυτοκίνη, παρέμεναν ικανά να ζευγαρώσουν, να αποκτήσουν απογόνους και να ενδιαφερθούν για την ανατροφή τους (π.χ. θηλασμός).
Πρόκειται για ένα είδος τρωκτικών που έχει απασχολήσει καιρό τους νευροεπιστήμονες και ενδοκρινολόγους που μελετούν την κοινωνική συμπεριφορά των ζώων, καθώς οι ισόβιες μονογαμικές σχέσεις που συνάπτουν, η δίκαιη κατανομή των γονεϊκών ρόλων και η ισότητα στη φωλιά τα καθιστά βολικό μοντέλο για την κατανόηση της βιολογίας της μονογαμίας και του ζευγαρώματος στους ανθρώπους. Επιπλέον, διαθέτουν υψηλά επίπεδα υποδοχέων για τις ορμόνες ωκυτοκίνη και βαζοπρεσσίνη.
Συμβαίνει και… χωρίς ωκυτοκίνη
Παλαιότερη μελέτη στο Nature Neuroscience είχε δείξει ότι η χορήγηση ωκυτοκίνης και βαζοπρεσσίνης σε «άστατα» ποντίκια αγρού είχε συνδεθεί με μεταστροφή τους στη μονογαμία και, αντιστρόφως, το μπλοκάρισμα των ορμονών με διακοπή της γαλουχίας και εγκατάλειψη της μονογαμικής συμπεριφοράς.
Στην πρόσφατη έρευνα που συμπεριέλαβε γενετικά τροποποιημένα ποντίκια αγρού χωρίς υποδοχείς ωκυτοκίνης, ο ψυχίατρος Devanand Manoli (Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια) και ο νευροβιολόγος Nirao Shah (Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ) παρατήρησαν ότι αυτό δεν εμπόδισε το ζευγάρωμα με μη γενετικά τροποποιημένα τρωκτικά ενώ, κόντρα στις παλαιότερες μελέτες με έγχυση ουσιών, τα μεταλλαγμένα θηλυκά μπορούσαν ακόμη να γεννήσουν και να θηλάσουν τα μικρά τους.
Αυτό σημαίνει ότι η ωκυτοκίνη δεν είναι ο μόνος μηχανισμός που προωθεί τη μονογαμική και γονική συμπεριφορά. «Η γενετική αποδεικνύει ότι δεν υπάρχει ένα “μοναδικό σημείο αποτυχίας” για συμπεριφορές που είναι τόσο κρίσιμες για την επιβίωση του είδους» σχολίασε ο Δρ Manoli.
Ωστόσο παρατηρήθηκαν και διαφορές:
- Ορισμένα μεταλλαγμένα αρσενικά που ζευγάρωναν με μη γενετικά τροποποιημένα θηλυκά δεν έδειχναν επιθετικότητα προς άσχετα θηλυκά ποντίκια, όπως θα γινόταν κανονικά.
- Ενώ τα μεταλλαγμένα θηλυκά ποντίκια γεννούσαν και θήλαζαν κανονικά, μπορεί να είχαν λιγότερα νεογνά ανά γέννα συγκριτικά με τα φυσιολογικά ποντίκια, καθώς επίσης λιγότερα από αυτά επιβίωναν μέχρι τον απογαλακτισμό.
- Τα ποντίκια που γεννήθηκαν από μεταλλαγμένες μητέρες είχαν συνήθως μικρότερο βάρος, γεγονός που υπέδειξε αδυναμία επαρκούς θηλασμού.
Μολονότι ζευγάρωμα μεταξύ μεταλλαγμένων τρωκτικών θα έδινε μάλλον διαφορετικά αποτελέσματα, οι ερευνητές υπογράμμισαν πως η μελέτη νοηματοδοτεί εκ νέου τον ρόλο της ωκυτοκίνης σε συγκεκριμένες σημαντικές συμπεριφορές ως κομμάτι μόνο ενός συνόλου γενετικών παραγόντων που ελέγχουν την κοινωνική συμπεριφορά, καθώς τα ποντίκια της πειραματικής ομάδας αντιστάθμισαν την έλλειψη των υποδοχέων για την ορμόνη με άλλα ρυθμιστικά μονοπάτια, τα οποία «θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως νέοι θεραπευτικοί στόχοι» κατέληξε ο Δρ Manoli.
Πηγή: Ygeiamou.gr