Ελεύθερος με την σύμφωνη γνώμη της Κας Εισαγγελέως και του Κου Ανακριτή Αμαλιάδας, αφέθηκε ο ημεδαπός, ηλικίας 25 ετών, που ήταν ο ένας εκ των δύο δραστών της ληστείας σε βάρος της νοσηλεύτριας του Νοσοκομείου Πύργου, που έλαβε χώρα πρωϊνές ώρες της 5/6/2020 επί της Ε.Ο. Πατρών – Πύργου στο ύψος της Ροβιάτας.
Συγκεκριμένα σύμφωνα με την δικογραφία που σχηματίστηκε από το Τ.Α. Ήλιδας, την ως άνω ημερομηνία και περί ώρα 07:15π.μ. ο εν λόγω δράστης από κοινού με έτερο πρόσωπο, που διαφεύγει της συλλήψεως και αναζητείται από τις αρχές, οδηγώντας ένα Ι.Χ. ιδιοκτησίας του συλληφθέντος, όπου συνοδηγός ήταν ο έτερος δράστης, αρχικά έχοντας θέσει σε μεγάλη ένταση την μουσική του οχήματος του, ενήργησε επικίνδυνες προσπεράσεις στα οχήματά που κινούνταν μπροστά από το δικό του, ενώ όταν έφθασε στο ύψος της Ροβιάτας, όπου συνάντησε το όχημα που οδηγούσε η παθούσα, αρχικά άρχισε ν’ ενεργεί επικίνδυνους ελιγμούς έμπροσθεν του αυτοκινήτου της και στην συνέχεια από κοινού με τον συνεργό του την ενόχλησαν φραστικά, της έκλεισαν το δρόμο με το όχημά τους και την εξανάγκασαν να σταματήσει το αυτοκίνητό της στην άκρη δεξιά του ρεύματος πορείας της .
Ακολούθως αφού οι δύο δράστες αποβιβάστηκαν από το αυτοκίνητό τους έτρεξαν γρήγορα προς το μέρος της και ο κατηγορούμενος αφού πρώτα άνοιξε την πόρτα του οδηγού του οχήματος του θύματος έπεσε επάνω της και χρησιμοποιώντας την φυσική του δύναμη την ακινητοποίησε αγκαλιάζοντάς της πολύ σφιχτά με τα χέρια του, ο δε δεύτερος δράστης, που διαφεύγει της συλλήψεως, άρχισε να εξερευνεί το όχημα της παθούσης δίχως να ανεύρει κάτι και ενώ οι δύο δράστες αποχωρούσαν από το συγκεκριμένο σημείο της Ε.Ο. ο κατηγορούμενος επειδή αντιλήφθηκε ότι η παθούσα έψαχνε την τσάντα της προκειμένου να βρει το κινητό της για να ειδοποιήσει την αστυνομία, έτρεξε προς το μέρος της και της αφαίρεσε βίαια την τσάντα της όπου εντός αυτής είχε το κινητό της τηλέφωνο μάρκας SAMSUNG, μία τραπεζική κάρτα και χρηματικό ποσό σε χαρτονομίσματα και κέρματα και αποχώρησε μαζί με τον έτερο δράστη.
Ένεκα του γεγονότος ότι το θύμα μπόρεσε να συγκρατήσει τα χαρακτηριστικά του οχήματος που χρησιμοποίησαν οι δράστες (πινακίδες, μάρκα και χρώμα) ειδοποίησε άμεσα την αστυνομία για την πράξη της ληστείας σε βάρος της, τα δε αστυνομικά όργανα από επίδειξη στο θύμα φωτογραφιών υπόπτων, αλλά και από την αξιοποίηση βιντεοληπτικού υλικού, εντόπισαν πολύ γρήγορα τον έναν εκ των δραστών (κατηγορούμενο), στο σπίτι όπου διαμένει προσωρινά στα Σαβάλια Ηλείας και τον προσήγαγαν στο Τ.Α. Ήλιδας, όπου το θύμα τον αναγνώρισε ανεπιφύλακτα. Σημειωτέον ότι στο σπίτι του κατηγορουμένου ανευρέθηκε στο κρεβάτι του το κλεμμένα κινητό τηλέφωνο του θύματος. Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι πρόκειται για το 3ο περιστατικό με «κλείσιμο δρόμου» ΙΧ οδηγού επί της Ε.Ο. Πατρών – Πύργου μέσα σε λίγες ημέρες, ενώ ο συλληφθείς έχει απασχολήσει και στο παρελθόν τις αρχές με υποθέσεις ναρκωτικών και κλοπών. Στον κατηγορούμενο επιβλήθηκαν οι περιοριστικοί όροι τις απαγόρευσης εξόδου από την χώρα και της εμφάνισης στο Α.Τ. του τόπου κατοικίας του κάθε 1 και 16 κάθε μήνα.
Συνήγορος υπεράσπισης του κατηγορουμένου ήταν ο δικηγόρος του Πρωτοδικείου Αμαλιάδας κος Δημήτριος Καραγιάννης, ο οποίος προέβη στην ακόλουθη δήλωση: «Δίχως καμία πρόθεση για ωραιοποίηση καταστάσεων θέλω εξαρχής να επισημαίνω ότι η συμπεριφορά του κατηγορουμένου-εντολέος μου (όπως και του έτερου δράστη που διαφεύγει της σύλληψης) υπήρξε απαράδεκτη και καταδικαστέα, όπως ευθύς εξαρχής και ο ίδιος δήλωσε τόσο ενώπιον του Κου Ανακριτή όσο και ενώπιον της Κας Εισαγγελέως. Όμως επειδή η αποδιδόμενη σε βάρος του πράξη της ληστείας από κοινού έχει ιδιαίτερη ηθική, κοινωνική αλλά και ποινική απαξία ήταν χρέος μας, τόσο του κατηγορουμένου όσο και εμένα ως συνηγόρου υπεράσπισής του, να παρουσιάσουμε τα γεγονότα στην πραγματική τους διάσταση και να προσπαθήσαμε να πείσουμε ότι η αλήθεια της εν λόγω υποθέσεως είναι διαφορετική από αυτή που περιέγραφε το διαβιβαστικό της αστυνομίας.
Θεωρώ ότι πείσαμε σε μεγάλο βαθμό τόσο τον Κο Ανακριτή όσο και την Κα Εισαγγελέα Αμαλιάδας ότι το συμβάν που έλαβε χώρα οφείλεται στην μη νηφάλια κατάσταση τόσο του κατηγορουμένου εντολέα μου όσο και του ετέρου μη συλληφθέντος φερόμενου συνεργού του, καθόσον είχαν περιέλθει προηγουμένως αποδεδειγμένα σε κατάσταση πλήρους μέθης, δεν είχαν προσχεδιάσει κατά κανένα τρόπο την πράξη της ληστείας, δεν γνώριζαν το θύμα, δεν έφεραν κανένα όπλο μαζί τους, ενώ το όλο συμβάν οφείλεται σ’ ένα κακόγουστο «πείραγμα» των κατηγορουμένων προς το θύμα, η αντίδραση του οποίου εν συνεχεία τους εξόργισε με συνέπεια ν’ αποφασίσουν να της «κλείσουν» τον δρόμο και κατόπιν να την τρομοκρατήσουν, δίχως αρχικά να έχουν ουδεμία πρόθεση να τελέσουν την πράξη της ληστείας σε βάρος της.
Να σημειώσω ότι, κάτι που θίξαμε και κατά το στάδιο της Ανάκρισης ενώπιον του Κου Ανακριτή και της Κας Εισαγγελέως Πλημ/κων Αμαλιάδας και θα αποτελέσει βασικό ισχυρισμό μας στο Δικαστήριο κατά την εκδίκαση της εν λόγω υποθέσεως, στην προκειμένη περίπτωση υφίσταται νομικό ζήτημα ως προς του χαρακτηρισμό της παράνομης συμπεριφοράς των κατηγορουμένων εάν δηλ. στοιχειοθετείται το κακουργηματικού χαρακτήρα αδίκημα της ληστείας από κοινού, όπως ασκήθηκε η ποινική δίωξη ή της απόπειρας ληστείας αφού κατά τον χρόνο άσκησης της παράνομης βίας δεν αφαιρέθηκε κάτι από την κατηγορούμενο και τον φερόμενο συνεργό του ή τελικά τελείται η πλημμεληματική πράξη της κλοπής, που θεωρούμε ότι στην πραγματικότητα έλαβε χώρα, αφού όταν αφαιρέθηκε η τσάντα από την κατοχή του θύματος δεν υπήρξε καμία μορφής βία εναντίον του από τους κατηγορουμένους».