Ο Γερμανός ιστορικός τέχνης, που είναι επικεφαλής του Βρετανικού Μουσείου από το 2016, χαρακτήρισε «δημιουργική πράξη» την μετατόπιση των Γλυπτών στο Λονδίνο
Ο Γερμανός ιστορικός τέχνης, που από το 2016 είναι επικεφαλής του Βρετανικού Μουσείου, ως ο πρώτος μη Βρετανός διευθυντής του, αποκλείει κατηγορηματικά το ενδεχόμενο «επ» αόριστον δανεισμού», αλλά και γενικά οποιουδήποτε δανεισμού, εάν η Ελλάδα δεν αποδεχθεί ότι τα Γλυπτά ανήκουν στους Βρετανούς.
«Μπορώ να καταλάβω ότι οι Έλληνες έχουν μια ιδιαίτερη και παθιασμένη σχέση με αυτό το κομμάτι της πολιτιστικής τους κληρονομιάς και θέλουν να δουν όλα τα Γλυπτά του Παρθενώνα στην Αθήνα» ανέφερε ο κ. Φίσερ
«Εμείς εκθέτουμε τα γλυπτά του Παρθενώνα μέσα σε ένα πλαίσιο παγκόσμιων πολιτισμών προβάλλοντας επιτεύγματα από όλο τον κόσμο κάτω από την ίδια στέγη» σημείωσε, εκφράζοντας την άποψη ότι η ιστορία του μνημείου «εμπλουτίζεται από το γεγονός ότι κάποια τμήματά του εκτίθενται στην Αθήνα και άλλα στο Λονδίνο».
«Σε καθεμία από αυτές τις δύο τοποθεσίες, τα γλυπτά αναδεικνύουν διαφορετικές πτυχές μιας απίστευτα πλούσιας και πολυεπίπεδης ιστορίας», ανέφερε χαρακτηριστικά ο Φίσερ, χαρακτηρίζοντας τη μετατόπιση των Γλυπτών, είτε στο Λονδίνο είτε στο Μουσείο της Ακρόπολης, ως μία «δημιουργική πράξη».
Ερωτηθείς ωστόσο αν θεωρεί ότι είναι το ίδιο πράγμα, παραδέχτηκε οτι είναι διαφορετικό να εκτίθενται τα γλυπτά στο μουσείο της Ακρόπολης, απέναντι από το μνημείο προέλευσής τους, από το να εκτίθενται στο Λονδίνο.
Έχουμε άριστες σχέσεις με τους συναδέλφους μας στο Μουσείο Ακρόπολης είπε ο κ. Φίσερ και τόνισε ότι το Μουσείο δανείζει κάθε χρόνο χιλιάδες αντικείμενα, δανείζει και στο μουσείο Ακρόπολης αλλά σε ότι αφορά τις φημολογούμενες κατά καιρούς συζητήσεις για το θέμα, απάντησε ότι δεν υπάρχουν συνομιλίες σε εξέλιξη.
Ο Χάρτβιχ Φίσερ συμμετέχει ενεργά στη συζήτηση που γίνεται τα τελευταία χρόνια σχετικά με την επιστροφή των μαρμάρων στην Ελλάδα, υπερασπιζόμενος την αμετακίνητη θέση του Μουσείου πως τα Γλυπτά πρέπει να παραμείνουν στο Λονδίνο.
Μυρσίνη Ζορμπά: «Λυπηρή και κυνική η δήλωση του διευθυντή του Βρετανικού Μουσείου
«Απόψεις όπως αυτή του διευθυντή του Βρετανικού Μουσείου Χάρτβιχ Φίσερ περί ''νόμιμου ιδιοκτήτη'' των Γλυπτών αποτελούν υπολείμματα της αποικιοκρατίας και αγνοούν τη διεθνή συζήτηση και τις Διακηρύξεις της Unesco» απαντά η υπουργός πολιτισμού Μυρσίνη Ζορμπά στον Χάρτβιχ Φίσερ. Ο διευθυντής του Βρετανικού Μουσείου σε σημερινή συνέντευξή του στην εφημερίδα «Τα Νέα» ενώ παραδέχεται ότι «όταν μετακινείς πολιτιστική κληρονομιά σε ένα μουσείο, τη μετακινείς εκτός πλαισίου της», ισχυρίζεται πως «αυτή η μετατόπιση είναι και αυτή μια δημιουργική πράξη» και υποστηρίζει, μεταξύ άλλων, ότι «το Μουσείο δεν θα επιστρέψει μόνιμα τα Γλυπτά στην Ελλάδα», ενώ αποκλείει το ενδεχόμενο «επ' αόριστον δανεισμού» και συμπληρώνει πως «όταν δανείζουμε, δανείζουμε σε εκείνους που αναγνωρίζουν την ιδιοκτησία».
Ακουλουθεί το πλήρες κείμενο της δήλωσης της υπουργού Πολιτισμού στο ΑΠΕ-ΜΠΕ σχετικά με τη συνέντευξή του Χάρτβιχ Φίσερ, διευθυντή του Βρετανικού Μουσείου.
«Η Ελλάδα είναι ο γενέθλιος τόπος των Γλυπτών του Παρθενώνα, η Αθήνα είναι η πόλη τους, η Ακρόπολη και το Μουσείο της είναι ο φυσικός τους χώρος.
Η δήλωση του κ. Φίσερ περί ''νόμιμου ιδιοκτήτη'' επιδεικνύει μια στενή, κυνική διαχειριστική αντίληψη. Είναι λυπηρό να ακούγεται από τον διευθυντή του Βρετανικού Μουσείου και γνωστό ιστορικό τέχνης. Υποβαθμίζει την πολιτιστική κληρονομιά από ανεκτίμητη οικουμενική αξία σε αγοραπωλησία. Παρόμοιες απόψεις είναι διαμετρικά αντίθετες με τις αντιλήψεις που επικρατούν σήμερα στο διεθνές πεδίο του πολιτισμού. Αποτελούν υπολείμματα της αποικιοκρατίας και αγνοούν τη διεθνή συζήτηση και τις Διακηρύξεις της Unesco. Πολύ περισσότερο, όταν πρόκειται για ένα ακρωτηριασμένο μνημείο, σύμβολο της χώρας διαχρονικά, στο οποίο οφείλεται η επανένωση και αποκατάστασή του, σύμφωνα με τη βασική αρχή της "ακεραιότητας", όπως επιβάλλει η Σύμβαση της Unesco του 1972».