Ο σκεπτικισμός έδωσε τη θέση του στην υπέρμετρη αισιοδοξία που επικρατούσε στην τουριστική βιομηχανία στην αρχή της περιόδου. Τα δύο αλλεπάλληλα χτυπήματα από τις μειώσεις εισπράξεων, τόσο τον Ιούλιο όσο και τον Αύγουστο, τους καλύτερους κατά τεκμήριο μήνες του χρόνου, είχαν ως αποτέλεσμα η συζήτηση πλέον να περιστρέφεται περισσότερο γύρω από το αν κινδυνεύει το ρεκόρ παρά γύρω από το πόσο μεγάλη θα είναι η αύξηση των εσόδων το 2024 σε σχέση με πέρυσι. Αυτή η αλλαγή στην ψυχολογία της αγοράς αντανακλά τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι επιχειρηματίες, οι οποίοι καλούνται να προσαρμοστούν στις διακυμάνσεις της τουριστικής κίνησης.
Αναλυτές και παράγοντες της αγοράς, συνεκτιμώντας τα δεδομένα που υπάρχουν αυτή τη στιγμή, αναφέρουν ότι το πιθανότερο σενάριο είναι να επιτευχθεί το ρεκόρ, με τις εισπράξεις να φτάνουν την περιοχή των 21 δισ. ευρώ, αρκετά μακριά από τα 22 δισ. που κάποιοι πίστευαν ότι θα διαμορφωνόταν το τελικό ποσό των ταξιδιωτικών εισπράξεων μερικούς μήνες πριν. Τα στοιχεία αυτά δημιουργούν αμφιβολίες σχετικά με τις προοπτικές ανάπτυξης του κλάδου και επισημαίνουν την ανάγκη για μεγαλύτερη ευελιξία και στρατηγική προσαρμογή.
Ο τουρισμός ανταγωνίζεται τον εαυτό του
Αυτή είναι η μία πλευρά του νομίσματος, η μάλλον απαισιόδοξη, αφού υπάρχει και η άλλη την οποία ασπάζονται αρκετοί, σύμφωνα με την οποία η Ελλάδα παραμένει στην κορυφή για μία ακόμη χρονιά. Όπως χαρακτηριστικά σημειώνει ο πρώην πρόεδρος του ΣΕΤΕ και νυν του ΙΟΒΕ, Γιάννης Ρέτσος, «ο μοναδικός τομέας που ανταγωνίζεται τόσο έντονα τον εαυτό του είναι ο τουρισμός», θέλοντας με τον τρόπο αυτό να καταδείξει την κρίσιμη καμπή στην οποία βρίσκεται ο τουριστικός κλάδος. Αυτή η δήλωση υπογραμμίζει τις μεγάλες δυνατότητες, αλλά και τις προκλήσεις που έχει μπροστά της η τουριστική βιομηχανία, μετά τα συνεχή ρεκόρ και φτάνοντας πλέον σε ένα κομβικό σημείο.
Παράλληλα, σημείωσε ότι «είναι αυταπόδεικτο ότι έχουμε περάσει την κρίση. Πέρυσι ήμασταν η ένατη χώρα σε επισκεψιμότητα και η πέμπτη παγκοσμίως σε αναγνωρισιμότητα», ανέφερε χαρακτηριστικά ο Γ. Ρέτσος, επισημαίνοντας ότι «θα πρέπει να σταματήσουμε να κοιτάμε αν περάσαμε τον πήχη της προηγούμενης χρονιάς» και να «επικεντρωθούμε στο τι μπορούμε να κάνουμε από εδώ και πέρα για να διατηρήσουμε ή και να ενισχύσουμε τις επιδόσεις του κλάδου». Είναι σαφές ότι η ελληνική τουριστική αγορά έχει ανάγκη από μια νέα στρατηγική που θα εστιάζει στην ποιότητα των υπηρεσιών, την καινοτομία και τη βιώσιμη ανάπτυξη, παράλληλα με τη διατήρηση υψηλών επιδόσεων.
Εφικτός στόχος πλέον τα 21 δισ.
Εν κατακλείδι, όλα συγκλίνουν στην εκτίμηση ότι τα έσοδα του 2024 θα ανέλθουν σε περίπου 21 δισ., έναντι 20,5 δισ. ευρώ πέρυσι. Όλα συγκλίνουν στην άποψη ότι μάλλον η αγορά έχει φτάσει στα όριά της, και πλέον για να αλλάξει προς τα πάνω θα πρέπει να υπάρξει μία συγκροτημένη παρέμβαση τόσο από την Πολιτεία όσο και από τις επιχειρήσεις, χαράσσοντας μία πολιτική για τα επόμενα έτη. Σημαντικό ρόλο σε αυτή την πορεία θα παίξει η προσέλκυση ποιοτικού τουρισμού, που θα ενισχύσει την αξία της ελληνικής τουριστικής εμπειρίας.
Να υπενθυμίσουμε ότι οι τουριστικές εισπράξεις παρουσίασαν νέα μείωση 1,8% τον Αύγουστο και διαμορφώθηκαν στα 4,249 δισ. ευρώ, έναντι 4,328 δισ. ευρώ τον Αύγουστο του 2023. Η πτώση του Ιουλίου ήταν της τάξεως του 4,2%. Συνολικά, το καλύτερο δίμηνο του έτους για τον ελληνικό τουρισμό σημείωσε απώλειες συνολικών εσόδων ύψους 256 εκατ. ευρώ, με σωρευτικό ποσοστό 3%. Συγκεκριμένα, το δίμηνο Ιούλιος-Αύγουστος οι συνολικές ταξιδιωτικές εισπράξεις ανήλθαν φέτος στα 8,281 δισ. ευρώ, έναντι 8,537 δισ. ευρώ το αντίστοιχο διάστημα πέρυσι. Αυτή η μείωση έχει προκαλέσει έντονη ανησυχία σε επιχειρηματίες του κλάδου, καθώς ο τουρισμός παραμένει μία από τις βασικότερες πηγές εισοδήματος για την ελληνική οικονομία.
Πηγή: imerisia.gr - Ethnos.gr