Ο Γάλλος σέντερ παραχώρησε συνέντευξη στην «Equipe», μιλώντας για την κατάσταση στην Μαρτινίκα, το ενδιαφέρον των Νικς το περασμένο καλοκαίρι, καθώς και για την καριέρα του.
Με τον Παναθηναϊκός AKTOR έγινε πρωταθλητής Ευρώπης, όντας ο καλύτερος σέντερ της Euroleague. Ο Ματίας Λεσόρ ξεκινώντας απ’ την Μαρτινίκα, «τρύπησε» το ταβάνι που πολλοί θεωρούσαν πως έχει ως αθλητής. Ο άσος των «πράσινων» μίλησε στην «Equipe», αναφορικά με την κατάσταση στο νησί καταγωγής του, την Εθνική Γαλλίας, την καριέρα του, ενώ αναφέρθηκε και στο ενδιαφέρον των Νιου Γιορκ Νικς. Δείχνοντας να μην… καίγεται για το ΝΒΑ, τονίζοντας μάλιστα πως είναι χαρούμενος στον Παναθηναϊκό.
Οι δηλώσεις του Λεσόρ:
Για το γεγονός ότι ανέβηκε στο πόντιουμ των Ολυμπιακών Αγώνων με τη σημαία της Μαρτινίκας: «Με όσα συμβαίνουν εκεί, λεηλασίες και ταραχές λόγω ενός κινήματος ενάντια στο υψηλό κόστος ζωής, είναι ακόμη πιο σημαντικό για εμένα σήμερα να αναδείξω το νησί μου. Είναι ένα απομονωμένο μέρος που λίγοι γνωρίζουν, το οποίο αξίζει τα φώτα της δημοσιότητας, καθώς έχει πολλές δυνατότητες και νέα ταλέντα στον αθλητισμό, τον κινηματογράφο, τη μουσική και τις επιχειρήσεις. Το κόστος ζωής γίνεται δυσβάσταχτο. Ο λαός της Μαρτινίκας είναι “όμηρος” από ορισμένους ανθρώπους που έχουν το μονοπώλιο στο εμπόριο τροφίμων, την αγορά ακινήτων, τα οχήματα, στα πάντα λίγο-πολύ. Δεν είναι φυσιολογικό κάτι που κοστίζει 2 ευρώ στην ηπειρωτική Γαλλία να κοστίζει 7-8 ευρώ εκεί. Οι μισθοί δεν ακολουθούν, αλλά πληρώνουμε τους ίδιους φόρους. Έχουμε διαβατήριο κι εκπροσωπούμε τη Γαλλία, όπως εγώ για παράδειγμα στους Ολυμπιακούς Αγώνες».
Για το ασημένιο μετάλλιο με τη Γαλλία στους Ολυμπιακούς Αγώνες: «Αυτο το μετάλλιο με την Γαλλία είναι ένα παιδικό όνειρο που έγινε πραγματικότητα. Ακόμη περισσότερο, αφού έλειψα από το Τόκιο για προσωπικούς λόγους. Νόμιζα ότι έχασα το τρένο, αλλά ο Θεός κάνει τα πράγματα καλά και η μοίρα μου προσέφερε αυτή τη δεύτερη ευκαιρία στο Παρίσι. Κατάγομαι από το Μορν-Βερτ, μια πόλη 1.000 κατοίκων μετρώντας και τις γάτες, όπως λέει ο αδερφός μου ο Γκρέγκορι (σ.σ. γελάει), ένα μικροσκοπικό μέρος και σχεδόν όλοι ήρθαν να με υποδεχτούν στο δημαρχείο για να γιορτάσουμε όταν επέστρεψα. Αυτό κάνει όσα μου συμβαίνουν και αυτά που μπόρεσα να καταφέρω με τη γαλλική ομάδα ακόμα πιο όμορφα, σχεδόν θαυματουργά, όπως ήταν και στην Αθήνα όταν κατακτήσαμε την Euroleague».
Για τον πατέρα και τα αδέρφια του και το πώς επηρέασαν την καριέρα του: «Είναι απλό. Χάρη σε αυτούς έπιασα την πορτοκαλί μπάλα. Είναι πραγματικοί μέντορες. Ξεκίνησα να παίζω ποδόσφαιρο μέσω του πατέρα μου, ο οποίος ήταν τερματοφύλακας και του είχαν δώσει το παρατσούκλι “Μάνγκα” (από τον Βραζιλιάνο τερματοφύλακα, Χαίλτον Κορέα ντε Αρούντα, διεθνή στις δεκαετίες του 1960 και του 1970). Ξεκίνησα με τους φίλους μου και σταδιακά, θέλοντας να ακολουθήσω τα αδέρφια μου, ασχολήθηκα με το μπάσκετ. Ο πατέρας μου βέβαια έκλεισε και την καριέρα του παίζοντας μπάσκετ και αν και είχε ευκαιρίες να παίξει επαγγελματικά, επέλεξε να μείνει στη Μαρτινίκα και τον σέβονται πολύ για αυτό. Πάντα με πίεζε, ήταν εκεί για μένα, παρακολουθεί όλους τους αγώνες μου και μιλάμε τηλεφωνικώς τακτικά για να τα συζητήσουμε».
Για το σημείο-κλειδί και το πώς έφτασε να είναι μέλος των καλύτερων πεντάδων της Euroleague σε δύο σεζόν: «Πολλές θυσίες, πολλές ώρες στη “σκιά”, αυτά είναι τα πράγματα που δεν βλέπουμε. Κάνω ό,τι μπορώ και ό,τι περνάει από τις δυνάμεις μου. Δεν είμαι ο ισχυρότερος, δεν είμαι ο πιο δυνατός, αλλά όπως θα έλεγε και ο Βενσάν Κολέ, είμαι σκληροτράχηλος. Αξιοποιώ στο έπακρο τις δυνάμεις μου. Και μετά τις ευκαιρίες, που πρέπει να είσαι στο σωστό μέρος την κατάλληλη στιγμή. Στο Μονακό, μπόρεσα να δείξω ότι μπορούσα να κερδίσω πραγματικό χρόνο συμμετοχής και να κυριαρχήσω στο Eurocup (2020-21). Η θητεία μου στην Μακάμπι Τελ Αβίβ, ακόμη και σε πέντε αγώνες, έπεισε την Παρτίζαν και εκεί στο Βελιγράδι βίωσα την εμπειρία που άλλαξε τη ζωή μου. Ο Ζέλικο Ομπράντοβιτς δεν φοβόταν να με ξεκινήσει. Πίστεψε σε μένα. Όσο για τον Εργκίν Αταμάν, το γεγονός ότι είπε πως εγώ ήμουν η προτεραιότητά του όταν ήρθε εδώ για να κερδίσει την Euroleague δείχνει την εμπιστοσύνη του, αλλά και τον σεβασμό που έχω κερδίσει σήμερα. Είμαι πολύ περήφανος γι' αυτό».
Για το αν η μετακίνηση του Γιαμπουσέλε στους Σίξερς μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες τού έβαλε στο μυαλό ιδέες: «Μου έδωσε ιδέες, ναι. Τον παρακολουθώ στενά, μιλήσαμε και πάλι χθες στο τηλέφωνο. Στην αρχή των Ολυμπιακών, είπαμε στους εαυτούς μας ότι ήταν μια ευκαιρία να δείξουμε τι μπορούμε να κάνουμε σε ολόκληρο τον κόσμο. Άνοιξε μια πόρτα γι’ αυτόν, κάτι που φαινόταν απροσδόκητο. Αυτό σε εμπνέει. Για μένα, είναι διαφορετικό, ήμουν με συμβόλαιο, δεν είχα ρήτρα. Δεν είναι μυστικό ότι οι Νικς, που έχουν τα δικαιώματά μου, προσπάθησαν να με φέρουν εδώ. Ο σύλλογος άσκησε βέτο. Άλλες ομάδες ενδιαφέρθηκαν, οι οποίες ήθελαν να προχωρήσουν σε trades, αλλά οι Νικς δεν ήθελαν να με ανταλλάξουν. Οι συζητήσεις δεν προχώρησαν παραπέρα. Αυτό σημαίνει ότι αν είμαι ελεύθερος το επόμενο καλοκαίρι και έχω κάποιες ευκαιρίες και προτάσεις, μόνο οι Νικς θα μπορούν να μου κάνουν μια προσφορά. Θα δούμε αν η ευκαιρία παρουσιαστεί ξανά μια μέρα, αλλά αυτή είναι μια άλλη ιστορία. Είμαι χαρούμενος και συγκεντρωμένος στον Παναθηναϊκό».
Για το πόσο μακριά μπορεί να φτάσει: «Αν με είχες ρωτήσει πριν από τέσσερα χρόνια, θα σου είχα πει ότι ήθελα να παίξω στην Euroleague και να είμαι αλλαγή σε κάποια ομάδα. Αλλά μια καριέρα μπορεί να ανέβει ψηλά γρήγορα, όπως μπορεί και να πέσει γρήγορα. Στη Σαλόν την πρώτη χρονιά μου, δεν έπαιξα σχεδόν καθόλου. Χρειάστηκε ένας αγώνας που είχα 40 αξιολόγηση για να πάρω την ευκαιρία μου. Χωρίς αυτό το ματς, ίσως θα ήμουν ακόμα εκεί. Στην Παρτίζαν και πάλι πέρυσι, πολλοί νόμιζαν ότι είχα φτάσει στο ταβάνι μου. Το μόνο που ξέρω είναι ότι μου αρέσει να είμαι σημαντικός παίκτης σε μια ομάδα που θέλει να κερδίζει. Δεν είμαι ο ΛεΜπρόν, αλλά αν μπορεί να παίξει στα 40 και ο αδελφός μου ο Γκρέγκορι εξακολουθεί να έχει καλή απόδοση στα 39 του, τότε στα 29 μου, είμαι ίσως μόνο στα μισά του δρόμου».
Για το αν θα βρίσκεται στο EuroBasket του 2025: «Πολλά πράγματα μπορούν να συμβούν από τώρα μέχρι τότε. Το επόμενο καλοκαίρι είναι πολύ μακριά. Θα μου επιτρέψει το σώμα μου να το κάνω; Θα είμαι αρκετά καλός; Θα χρειαστώ κάποια ανάσα; Ξέρω από πού έρχομαι και γνωρίζω την τύχη μου. Αυτή τη στιγμή, δεν μπορώ να δω τίποτε περισσότερο από τον αγώνα κόντρα στη Βιλερμπάν».