Η κοινή άλκα (Alca torda) δεν είχε μέχρι σήμερα παρατηρηθεί στην Ελλάδα.
Ένα πτηνό που ουδέποτε είχε παρατηρηθεί μέχρι σήμερα στην Ελλάδα εθεάθη στην Κυπαρισσία έπειτα από την κακοκαιρία «Ντενίζ» που χτύπησε τη Δυτική και Κεντρική Μεσόγειο τον Νοέμβριο.
Η κοινή άλκα (Alca torda) είναι θαλασσοπούλι που φωλιάζει σε παράκτιους γκρεμούς της Βόρειας Ευρώπης και ξεχειμωνιάζει στον Ατλαντικό και τη Δυτική Μεσόγειο.
Φέτος, όμως, πολλά πουλιά αναγκάστηκαν να κινηθούν πιο ανατολικά λόγω της καταιγίδας και έφτασαν μέχρι τις ακτές της Αδριατικής και, όπως αποκαλύφθηκε, του Ιονίου Πελάγους.
Όπως αναφέρει η Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία, ένα ενήλικο πτηνό παρατηρήθηκε από τον Λούκα Κορνάτσια, ενθουσιώδη Ιταλό παρατηρητή πουλιών που μένει στην Ελλάδα και ήταν πεπεισμένος ότι φέτος το είδος θα ερχόταν στα μέρη μας. Έψαξε όλα τα λιμάνια της δυτικής Πελοποννήσου και τελικά κατάφερε να εντοπίσει την άλκα στην Κυπαρισσία.
«Το νέο διαδόθηκε ακαριαία και πλήθος παρατηρητών από όλη την Ελλάδα έσπευσε να απολαύσει το θέαμα αυτού του αναπάντεχου επισκέπτη και ανταμείφθηκε με το παραπάνω καθώς το πουλί παραμένει ήρεμο εντός του λιμανιού, τρέφεται κανονικά, με εντυπωσιακά μακροβούτια που κρατούν αρκετά λεπτά και δείχνει ότι του αρέσει το μέρος» αναφέρει η Ορνθολογική.
«Η κοινή άλκα είναι στρουμπουλό, ασπρόμαυρο πουλί που θυμίζει πιγκουίνο. Είναι συγγενής της εξαφανισμένης πια μεγάλης άλκας (Pinguinus impennis), του πρώτου πτηνού που ονομάστηκε «πιγκουίνος». Στην πραγματικότητα δεν συγγένευε με τους πιγκουίνους, οι οποίοι ανακαλύφθηκαν πολύ αργότερα στο νότιο ημισφαίριο και πήραν το όνομά της λόγω της επιφανειακής ομοιότητας.
Η κοινή άλκα κινδύνευσε κι αυτή με εξαφάνιση, χάρη όμως στα μέτρα προστασίας που εφαρμόστηκαν τον 20ο αιώνα ο πληθυσμός της αυξήθηκε σημαντικά.
Η κοινή άλκα τρέφεται κατά κύριο λόγο με ψάρια (αλλά δεν θα πει και όχι σε γαρίδες και άλλα καρκινοειδή) τα οποία πιάνει με πολύ δυναμικά μακροβούτια. Μάλιστα ό,τι πιάσει το καταπίνει ενώ βρίσκεται ακόμα σε κατάδυση, αποφεύγοντας έτσι τον κίνδυνο να της κλέψουν το φαγητό γλάροι ή ληστόγλαροι.
Φωλιάζει σε αποικίες και η πλειοψηφία των πουλιών επιστρέφει στο ίδιο μέρος για συνεχόμενες χρονιές. Τα θηλυκά γεννούν ένα αβγό, σπανιότερα δύο, και τη φροντίδα του νεοσσού επωμίζονται και οι δύο γονείς.
Θα περάσουν τουλάχιστον τρία χρόνια μέχρι το νεαρό πουλί να ενηλικιωθεί και να ξεκινήσει τη δική του οικογένεια. Ζει πολλά χρόνια, το μεγαλύτερο σε ηλικία ζώο που έχει καταγραφεί μέχρι σήμερα ήταν 41 ετών.
Πηγή: In.gr