Η ΕΕ και τα κράτη μέλη της έχουν δεσμευτεί να θέσουν τη βιοποικιλότητα σε τροχιά ανάκαμψης έως το 2030. Η στρατηγική της ΕΕ για τη βιοποικιλότητα με ορίζοντα το 2030 αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της προστασίας της φύσης στην ΕΕ και βασικό στοιχείο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας. Η Επιτροπή παρουσίασε τη στρατηγική τον Μάιο του 2020.
Οι βασικές δράσεις που πρέπει να υλοποιηθούν έως το 2030 περιλαμβάνουν:
- Τη δημιουργία προστατευόμενων περιοχών που καλύπτουν τουλάχιστον το 30% της χερσαίας έκτασης και της θαλάσσιας περιοχής της ΕΕ, επεκτείνοντας την κάλυψη των περιοχών που ανήκουν στο δίκτυο Natura 2000.
- Την αποκατάσταση των υποβαθμισμένων οικοσυστημάτων σε όλη την ΕΕ έως το 2030, μέσω σειράς συγκεκριμένων δεσμεύσεων και μέτρων, μεταξύ των οποίων ο περιορισμός της χρήσης φυτοφαρμάκων και η μείωση του κινδύνου που συνιστούν κατά 50 % έως το 2030 και η φύτευση 3 δισεκατομμυρίων δέντρων σε όλη την ΕΕ.
- Τη διάθεση 20 δισ. ευρώ ετησίως για την προστασία και την προώθηση της βιοποικιλότητας από κονδύλια της ΕΕ και από εθνική και ιδιωτική χρηματοδότηση.
- Τη δημιουργία ενός φιλόδοξου παγκόσμιου πλαισίου για τη βιοποικιλότητα.
Οι χώρες της ΕΕ εξέδωσαν συμπεράσματα του Συμβουλίου σχετικά με τη στρατηγική και ενέκριναν τους στόχους της. Το Συμβούλιο τόνισε την ανάγκη να ενταθούν οι προσπάθειες αντιμετώπισης των άμεσων και έμμεσων αιτιών απώλειας της βιοποικιλότητας και υποβάθμισης της φύσης. Επανέλαβε την έκκληση για πλήρη ενσωμάτωση των στόχων βιοποικιλότητας σε άλλους τομείς όπως η γεωργία, η αλιεία και η δασοκομία, καθώς και για συνεκτική εφαρμογή των μέτρων της ΕΕ στους τομείς αυτούς.
Οι υπουργοί ζήτησαν να επενδυθεί στη βιοποικιλότητα και σε λύσεις υπέρ της βιοποικιλότητας που βασίζονται στη φύση σημαντικό ποσοστό του 30 % του προϋπολογισμού της ΕΕ και των δαπανών του Next Generation EU που προορίζονται για τη δράση για το κλίμα.
Η στρατηγική «από το αγρόκτημα στο πιάτο» και η στρατηγική της ΕΕ για τη βιοποικιλότητα, τις οποίες παρουσίασε μαζί η Επιτροπή το 2020, έχουν πολλούς κοινούς στόχους και επιδιώξεις, για παράδειγμα τη μείωση της χρήσης φυτοφαρμάκων και λιπασμάτων, την αποκατάσταση της γεωργικής γης και τη διαχείριση των υδάτων.
Κανονισμός για την αποκατάσταση της φύσης
Η ΕΕ επεξεργάζεται νέους κανόνες για την αποκατάσταση της βιοποικιλότητας και των οικοσυστημάτων, με βάση τους στόχους της στρατηγικής της ΕΕ για τη βιοποικιλότητα με ορίζοντα το 2030. Το νομοθέτημα για την αποκατάσταση της φύσης αποσκοπεί στη θέσπιση μέτρων ανάκαμψης τα οποία θα καλύπτουν τουλάχιστον το 20% των χερσαίων και θαλάσσιων περιοχών της ΕΕ έως το 2030, και όλα τα οικοσυστήματα που χρήζουν αποκατάστασης έως το 2050.
Οι κανόνες αυτοί θα είναι οι πρώτοι που θα επικεντρωθούν ειδικά στην ανάκαμψη της φύσης στα κράτη μέλη της ΕΕ.
Οι κανόνες αποκατάστασης της φύσης θα θέτουν δεσμευτικούς στόχους ως προς δράσεις αποκατάστασης για:
- υποβαθμισμένους χερσαίους και θαλάσσιους οικοτόπους
- επικονιαστές
- γεωργικά οικοσυστήματα
- αστικές περιοχές
- ποταμούς και πλημμυρικές περιοχές
- δάση
Το Συμβούλιο καθόρισε τη θέση του (γενική προσέγγιση) σχετικά με το νομοθέτημα για την αποκατάσταση της φύσης τον Ιούνιο του 2023 ενόψει των διαπραγματεύσεων με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Άλλες πολιτικές της ΕΕ για την προστασία της βιοποικιλότητας
Οι προσπάθειες που καταβάλλει η ΕΕ για να σταματήσει η απώλεια βιοποικιλότητας και οικοσυστημάτων έχουν ως θεμέλιο τη νομοθεσία, η οποία περιλαμβάνει:
- τις οδηγίες για τα πτηνά και τους οικότοπους
- την οδηγία-πλαίσιο για τα ύδατα
- την οδηγία-πλαίσιο για τη θαλάσσια στρατηγική
Η νομοθεσία που καλύπτει τομείς όπως η ρύπανση, τα χωροκατακτητικά ξένα είδη και η κλιματική αλλαγή συμβάλλει επίσης στη διατήρηση της βιοποικιλότητας μέσω της αντιμετώπισης των αιτίων απώλειάς της.
Για τη χρηματοδότηση επιτόπιων δράσεων για την προστασία και την αποκατάσταση της φύσης, η ΕΕ δημιούργησε το πρόγραμμα LIFE. Το μέσο αυτό, που εγκαινιάστηκε το 1992, είναι το μοναδικό χρηματοδοτικό πρόγραμμα της ΕΕ που εξυπηρετεί αποκλειστικά περιβαλλοντικούς και κλιματικούς σκοπούς. Από τη δημιουργία του το LIFE έχει συγχρηματοδοτήσει περισσότερα από 5.000 έργα.
Παγκόσμιοι στόχοι για τη βιοποικιλότητα
Η ΕΕ παίζει ενεργό ρόλο σε διεθνές επίπεδο, συμβάλλοντας στην τήρηση των παγκόσμιων δεσμεύσεων για την προστασία της φύσης και της βιοποικιλότητας τις οποίες έχει αναλάβει βάσει πολυμερών συμβάσεων, όπως η σύμβαση για τη βιολογική ποικιλότητα και η σύμβαση για το διεθνές εμπόριο ειδών άγριας πανίδας και χλωρίδας που απειλούνται με εξαφάνιση.
Τον Οκτώβριο του 2022, το Συμβούλιο ενέκρινε συμπεράσματα που αποτέλεσαν τη γενική διαπραγματευτική θέση της ΕΕ για τη 15η διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για τη βιοποικιλότητα (COP 15) η οποία πραγματοποιήθηκε τον Δεκέμβριο του 2022 στον Καναδά. Στη διάσκεψη εγκρίθηκε ένα παγκόσμιο πλαίσιο για τη βιοποικιλότητα μετά το 2020, το οποίο καθορίζει σαφείς στόχους που επιδιώκουν να κατευθύνουν τις παγκόσμιες δράσεις για την προστασία και την αποκατάσταση της φύσης έως το 2030 και μετέπειτα.
Στα συμπεράσματά του, το Συμβούλιο ζήτησε την έγκριση ενός φιλόδοξου, συνολικού και μετασχηματιστικού παγκόσμιου πλαισίου για τη βιοποικιλότητα μετά το 2020, το οποίο θα περιλαμβάνει μακροπρόθεσμους στόχους για το 2050, ενδιάμεσα αποτελέσματα για το 2030 και προσανατολισμένους στη δράση στόχους για το 2030, οι οποίοι να μπορούν να αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά και ταυτόχρονα τους άμεσους και έμμεσους παράγοντες απώλειας βιοποικιλότητας.
Γιατί είναι σημαντική η βιοποικιλότητα;
Η βιοποικιλότητα είναι η ραχοκοκαλιά της ζωής. Είναι εξίσου σημαντική για τον άνθρωπο και για την προστασία του περιβάλλοντος και του κλίματος.
Παρέχει στους ανθρώπους τρόφιμα, πόσιμο νερό και καθαρό αέρα, και παίζει σημαντικό ρόλο στη διατήρηση της ισορροπίας της φύσης. Συμβάλλει στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και αποτρέπει την εξάπλωση λοιμωδών νόσων.
Σύμφωνα με το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, σχεδόν το ήμισυ του παγκόσμιου ΑΕΠ (περίπου 40 τρισ. ευρώ) εξαρτάται από το φυσικό περιβάλλον και τους πόρους του. Οι μεγαλύτεροι οικονομικοί τομείς (οικοδομική δραστηριότητα, γεωργία και βιομηχανία τροφίμων και ποτών) εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τη φύση και συνεισφέρουν από κοινού περίπου 7,3 τρισ. ευρώ στην παγκόσμια οικονομία.
Οι ανθρώπινες δραστηριότητες που προκαλούν ρύπανση και μεταβολές στους οικότοπους, καθώς και αλλαγή του κλίματος, ασκούν πιέσεις στα είδη και τα οικοσυστήματα. Οι επιστήμονες εκτιμούν ότι ένα εκατομμύριο είδη φυτών, εντόμων, πτηνών και θηλαστικών απειλούνται σήμερα με εξαφάνιση σε παγκόσμιο επίπεδο.
Πηγή: Etheas.gr