Τηλεδιάσκεψη του πρωθυπουργού με τους επικεφαλής των νοσηλευτικών υπηρεσιών των νοσοκομείων αναφοράς για τον κορωνοϊό- Στόχος της κυβέρνησης, όπως ανέφερε ο πρωθυπουργός είναι τόσο η περαιτέρω ενίσχυση των δημόσιων δομών υγείας με προσωπικό όσο και η βελτίωση των συνθηκών εργασίας, ώστε να αναβαθμιστούν συνολικά οι παρεχόμενες υπηρεσίες
Τις ευχαριστίες της κυβέρνησης αλλά και ολόκληρης της Ελλάδας για το ανεκτίμητο έργο που επιτέλεσε το νοσηλευτικό προσωπικό του Εθνικού Συστήματος Υγείας κατά τη διάρκεια της πανδημίας του Covid-19 εξέφρασε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, κατά την τηλεδιάσκεψη που είχε με τις Διευθύντριες και τους Διευθυντές των Νοσηλευτικών Υπηρεσιών από 12 νοσοκομεία αναφοράς για τον κορωνοϊό σε ολόκληρη τη χώρα.
«Παίρνω αφορμή από το γεγονός ότι είναι σήμερα Παγκόσμια Ημέρα Νοσηλευτών / Νοσηλευτριών για να σας πω προσωπικά ένα πολύ μεγάλο ευχαριστώ για ό,τι έχετε κάνει, εσείς, το προσωπικό σας, όσοι βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή αντιμετώπισης αυτής της πρωτοφανούς υγειονομικής κρίσης», ανέφερε ο Πρωθυπουργός.
Τόνισε ότι οι νοσηλευτές έβγαλαν την Ελλάδα ασπροπρόσωπη, ενώ χάρη στην αξία και την αυτοθυσία τους απέδειξαν ότι το ΕΣΥ διαθέτει έμψυχο δυναμικό που μπορεί να ανταποκριθεί σε μεγάλες προκλήσεις.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης σημείωσε ότι η κρίση του κορωνοϊού λειτούργησε ως έναυσμα ώστε να αντιμετωπιστεί ένα χρόνιο πρόβλημα του ΕΣΥ, η χαμηλή αναλογία νοσηλευτικού προσωπικού προς τον πληθυσμό της χώρας μας, καθώς η κυβέρνηση κινήθηκε γρήγορα ώστε να ενισχύσει τα δημόσια νοσοκομεία, ολοκληρώνοντας περίπου 2.000 προσλήψεις νοσηλευτών έως σήμερα.
Επισήμανε παράλληλα ότι η επόμενη ημέρα γεννά μία μεγάλη ευκαιρία για την ευρύτερη και μακρόπνοη ενίσχυση του ΕΣΥ, μέσω της εκπόνησης μακροπρόθεσμων σχεδίων για αποτελεσματική και ορθολογική κάλυψη των υφιστάμενων κενών, προκειμένου η δημόσια υγεία να φτάσει στο επιθυμητό σημείο.
Χάρη στις προσλήψεις των τελευταίων μηνών το νοσηλευτικό προσωπικό επιστρέφει στα επίπεδα στελέχωσης όπου βρισκόταν πριν την οικονομική κρίση του 2011, αντιστρέφοντας μία πολυετή πτωτική τάση. Η κυβέρνηση έχει θέσει ως στόχους τόσο την περαιτέρω ενίσχυση των δημόσιων δομών υγείας με προσωπικό όσο και τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας, ώστε να αναβαθμιστούν συνολικά οι παρεχόμενες υπηρεσίες.
Από την πλευρά τους οι νοσηλευτές, αφού σημείωσαν ότι είναι η πρώτη φορά που είχαν τη δυνατότητα να συνομιλήσουν απευθείας με τον Πρωθυπουργό και την ηγεσία του Υπουργείου Υγείας, ευχαρίστησαν τον κ. Μητσοτάκη και την κυβέρνηση για την ενίσχυση που είχαν στην κρίσιμη αυτή περίοδο σε προσωπικό αλλά και μέσα προστασίας, ενώ μετέφεραν τις εμπειρίες τους από τη μάχη με τον κορωνοϊό.
«Ήταν δύσκολα, δεν φοβηθήκαμε, δεν καταθέσαμε ούτε μια στιγμή τα όπλα. Αντιθέτως, πεισμώσαμε. Είμαστε ικανοποιημένοι που οι ασθενείς μας έφευγαν από τις ΜΕΘ όρθιοι. Είναι μεγάλη η ηθική ικανοποίηση που εισπράττουμε. Βγήκαμε ενισχυμένοι, βγήκαμε δυνατοί από τη διαδικασία. Σας ευχαριστούμε και για το προσωπικό που μας ενισχύσατε», τόνισε χαρακτηριστικά η Διευθύντρια της Νοσηλευτικής Υπηρεσίας του «Σωτηρία», Βάγια Ζαγανά.
Οι νοσηλευτές ζήτησαν επίσης από τον κ. Μητσοτάκη, το Υπουργείο Υγείας να εμπιστεύεται και να λαμβάνει υπόψη για τον όποιο σχεδιασμό, τις προτάσεις των ανθρώπων που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή, κάτι για το οποίο ο Πρωθυπουργός δεσμεύτηκε. «Οι δίαυλοι επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων της πρώτης γραμμής και του υπουργείου θα παραμείνουν ανοικτοί. Η κρίση μας έδωσε την ευκαιρία να δουλέψουμε πιο ομαδικά. Αυτό που έγινε μέσα στην τραγωδία, ήταν ότι είχαμε την τεράστια ευκαιρία να κάνουμε στο ΕΣΥ πράγματα που δεν έγιναν από τη δημιουργία του. Ένα νέο ΕΣΥ», τόνισε ο κ. Μητσοτάκης στη συζήτηση που έγινε, αναφερόμενος παράλληλα και στη σημασία που θα δοθεί στην εκπαίδευση και την εξειδίκευση του προσωπικού.
Οι επικεφαλής των Νοσηλευτικών Υπηρεσιών, επισήμαναν επίσης και το γεγονός ότι η καλή οργάνωση που υπήρξε από την κυβέρνηση προστάτευσε και τους νοσηλευτές και για αυτό η χώρα δεν θρήνησε θύματα από το προσωπικό των νοσοκομείων.
Κατά την εισαγωγική του τοποθέτηση ο πρωθυπουργός δήλωσε:
«Καλημέρα σας. Να πω χρόνια πολλά. Φαντάζομαι ότι είναι η μέρα που πρέπει να τα πούμε, αλλά θα πρέπει να σας τα λέμε κάθε μέρα.
Είναι μεγάλη χαρά που σας βλέπω και σας συναντώ, έστω με τη χρήση της τεχνολογίας, και παίρνω αφορμή από το γεγονός ότι είναι σήμερα Παγκόσμια Ημέρα Νοσηλευτών / Νοσηλευτριών για να σας πω προσωπικά ένα πολύ μεγάλο ευχαριστώ για ό,τι έχετε κάνει, εσείς, το προσωπικό σας, όσοι βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή αντιμετώπισης αυτής της πρωτοφανούς υγειονομικής κρίσης.
Μας βγάλατε, ως χώρα, ασπροπρόσωπους, αλλά πάνω από όλα σώσατε ζωές και περιθάλψατε συμπολίτες μας σε ανάγκη, με αυτοθυσία και με ποιότητα. Και αυτό νομίζω ότι είναι το πιο σημαντικό.
Νομίζω ότι μέσα από αυτήν την μεγάλη υγειονομική κρίση αποκαταστάθηκαν και δεσμοί εμπιστοσύνης με το Εθνικό Σύστημα Υγείας και αποδείξαμε ότι το ΕΣΥ έχει εφεδρείες. Πάνω από όλα έχει ανθρώπους, άξιους ανθρώπους, οι οποίοι μπορούν και με το παραπάνω να ανταποκρίνονται στις προκλήσεις των καιρών.
Από την πρώτη στιγμή που ήρθαμε στα πράγματα γνωρίζαμε πολύ καλά ότι μία από τις μεγάλες διαχρονικές ελλείψεις του Εθνικού Συστήματος Υγείας αφορούσε το νοσηλευτικό προσωπικό. Τον αριθμό του, πρωτίστως. Γνωρίζαμε ότι ήμασταν από τους τελευταίους στην Ευρώπη σε αριθμό νοσηλευτικού προσωπικού ανά κάτοικο, με βάση τον πληθυσμό. Η κρίση του κορωνοϊού ήταν μία ευκαιρία να προσθέσουμε, με μεγάλη ταχύτητα, νοσηλευτές σε όλη τη χώρα, αλλά αναγνωρίζουμε απόλυτα ότι δεν είμαστε ακόμα εκεί που θέλουμε να βρεθούμε.
Πιστεύω ότι η μεγάλη ευκαιρία για την επόμενη μέρα, καθώς θα διαχειριζόμαστε πια αποτελεσματικά αυτήν την πανδημία, θα είναι να κάνουμε έναν μακροχρόνιο σχεδιασμό, μαζί με το υπουργείο Υγείας, για το πώς μπορούμε αυτά τα κενά να τα καλύψουμε με έναν τρόπο ο οποίος θα είναι αποτελεσματικός και ταυτόχρονα ορθολογικός.
Εγώ ήθελα να μιλήσω λίγο σήμερα, ήθελα να ακούσω από σας τις δικές σας εμπειρίες, τους δικούς σας προβληματισμούς, και παρακαλώ μιλήστε ελεύθερα. Ο σκοπός αυτών των συναντήσεων δεν είναι μόνο να σας πω ένα τυπικό αλλά και πολύ ουσιαστικό ευχαριστώ, είναι να μπορώ και εγώ ο ίδιος να ενημερωθώ για την κατάσταση που επικρατεί στα νοσοκομεία αναφοράς και για το πώς μπορούμε να γινόμαστε συνέχεια καλύτεροι».
Στην τηλεδιάσκεψη συμμετείχαν η Βάγια Ζαγανά από το νοσοκομείο «Η Σωτηρία», η Ελένη Πισιμίση από το «Αττικόν», η Ελένη Ρόκα από το «Θριάσιο», η Χριστίνα Δημόνη από το ΑΧΕΠΑ, ο Αθανάσιος Γκουτζιβελάκης από το Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Αλεξανδρούπολης, η Ευδοξία Γιαννοπούλου από το «Μποδοσάκειο» Γενικό Νοσοκομείο Πτολεμαΐδας, η Κωνσταντίνα Ζησοπούλου από το Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Λάρισας, η Δέσποινα Αθανασίου από το Γενικό Νοσοκομείο Λαμίας, η Ιωάννα Μίχου από το Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Πατρών «Παναγιά η Βοήθεια», η Αλεξάνδρα Μάγκου από το Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Ιωαννίνων, η Πηνελόπη Ντζιλέπη από το Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Ηρακλείου, η Ελβίρα Καμιλάκη από το Γενικό Νοσοκομείο «Ο Άγιος Γεώργιος» των Χανίων, ο Υφυπουργός Υγείας Βασίλης Κοντοζαμάνης, ο Υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ αρμόδιος για το Συντονισμό του Κυβερνητικού Έργου Άκης Σκέρτσος και ο Γενικός Γραμματέας Υπηρεσιών Υγείας, Ιωάννης Κωτσιόπουλος.