Όσο ο καιρός θα δροσίζει όλο και περισσότερο, μια κούπα τσάι φαντάζει ιδανική. Το ίδιο ιδανική και αποτελεσματική, όμως, είναι και για τη ρύθμιση του σακχάρου, επιδρώντας σημαντικά σχεδόν όσο και τα αντιδιαβητικά φάρμακα
Όσοι δεν έχουν μεγάλη ανάγκη για μια γερή δόση καφεΐνης το πρωί, ξεκινούν τη μέρα τους με τσάι. Κάποιοι άλλοι το απολαμβάνουν μέσα στην ημέρα, όπως κλασικά οι Βρετανοί και οι Ρώσοι. Όλοι τους, ωστόσο, κερδίζουν ένα σημαντικό πλεονέκτημα: τη μείωση του κινδύνου εμφάνισης του διαβήτη.
Σύμφωνα με νεότερη έρευνα, η καθημερινή κατανάλωση τσαγιού μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη τύπου 2 έως και περισσότερο από 25%. Σε σύγκριση μάλιστα με όσους δεν έπιναν τσάι, τα άτομα που έπιναν τσάι είχαν τουλάχιστον 28% χαμηλότερη πιθανότητα να διαγνωστούν με την πάθηση. Επιπλέον, ο κίνδυνος εμφάνισης προδιαβήτη μειώθηκε κατά 15%.
Όπως αποκάλυψαν τα δεδομένα, το τσάι είναι διουρητικό και ενισχύει την αποβολή γλυκόζης, οδηγώντας σε βελτιωμένη αντίσταση στην ινσουλίνη και καλύτερη ρύθμιση του σακχάρου στο αίμα. Το πιο αποτελεσματικό τσάι αναδείχθηκε το μαύρο τσάι του είδους «hei cha» (σκούρο τσάι) που έχει υποστεί ζύμωση, μειώνοντας τον κίνδυνο περίπου στο μισό (47%).
Οι ερευνητές αποδίδουν τις θετικές επιδράσεις του μαύρου αυτού τσαγιού στη μοναδική διαδικασία παραγωγής του, που περιλαμβάνει τη μικροβιακή ζύμωση. Από αυτή τη διαδικασία, παράγονται βιοδραστικές ενώσεις όπως αλκαλοειδή, ελεύθερα αμινοξέα, πολυφαινόλες, πολυσακχαρίτες και άλλα παράγωγα. Οι ενώσεις αυτές είναι γνωστές για τις ισχυρές αντιοξειδωτικές και αντιφλεγμονώδεις ιδιότητές τους, την ενίσχυση της ευαισθησίας στην ινσουλίνη, τη βελτιστοποίηση της απόδοσης των β-κυττάρων του παγκρέατος και τη μεταβολή της σύνθεσης των βακτηρίων του εντέρου. Ενώ αυτά τα οφέλη είναι πιο εμφανή στο μαύρο τσάι, άλλοι τύποι τσαγιού τα παρουσιάζουν επίσης σε κάποιο βαθμό.
Όπως εξηγούν σχετικά με τη διάκριση μεταξύ του μαύρου και του σκούρου τσαγιού, τονίζουν ότι η ταξινόμηση του τσαγιού στην Ασία, ιδίως στην Κίνα, βασίζεται στις μεθόδους επεξεργασίας. Για παράδειγμα, το πράσινο τσάι δεν υφίσταται ζύμωση, ενώ το μοναδικό χαρακτηριστικό του σκούρου τσαγιού είναι η μικροβιακή ζύμωση.
Η ερευνητική διαδικασία
Η μελέτη, με επικεφαλής το Πανεπιστήμιο της Αδελαΐδας στην Αυστραλία και το Νοτιοανατολικό Πανεπιστήμιο στην Κίνα, περιλάμβανε 1.923 ενήλικες (562 άνδρες και 1.361 γυναίκες μεταξύ 20 και 80 ετών) σε οκτώ επαρχίες της Κίνας. Από αυτούς τους συμμετέχοντες, 436 είχαν διαβήτη, 352 είχαν προδιαβήτη και 1.135 παρουσίαζαν φυσιολογικά επίπεδα γλυκόζης στο αίμα. Οι συμμετέχοντες αποτελούνταν από άτομα που δεν έπιναν καθημερινά τσάι μέχρι εκείνους που έπιναν συστηματικά έναν τύπο τσαγιού.
Ενσωματώνοντας παράγοντες όπως η ηλικία, το φύλο, η εθνικότητα, ο ΔΜΣ, η χοληστερόλη, η κατανάλωση αλκοόλ, οι συνήθειες καπνίσματος, το οικογενειακό ιστορικό διαβήτη και η τακτική άσκηση, η μελέτη σημειώνει ότι οι καταναλωτές σκούρου τσαγιού παρουσίασαν 53% μειωμένο κίνδυνο προδιαβήτη. Σύμφωνα και με την ανάλυση άλλων παραγόντων, διαπιστώθηκε ότι η καθημερινή κατανάλωση τσαγιού συσχετίστηκε με αυξημένη απέκκριση γλυκόζης στα ούρα και μειωμένη αντίσταση στην ινσουλίνη σε σύγκριση με όσους δεν κατανάλωναν ποτέ τσάι.
«Τα ευρήματά μας υποδηλώνουν ότι η δράση των βιοδραστικών ενώσεων στο μαύρο τσάι μπορεί να διαμορφώνουν άμεσα ή έμμεσα την απέκκριση γλυκόζης στα νεφρά, ένα αποτέλεσμα, σε κάποιο βαθμό, που μιμείται εκείνο των αναστολέων του συμμεταφορέα νατρίου-γλυκόζης-2 (SGLT2), μιας νέας κατηγορίας αντιδιαβητικών φαρμάκων που δεν είναι μόνο αποτελεσματική στην πρόληψη και τη θεραπεία του διαβήτη τύπου 2, αλλά έχει επίσης σημαντικές προστατευτικές επιδράσεις στην καρδιά και τα νεφρά» διευκρινίζει ο αναπληρωτής καθηγητής Tongzhi Wu του Πανεπιστημίου της Αδελαΐδας.