Οι επιδράσεις του άγχους στην εφηβεία δεν αφήνουν ανεπηρέαστη την κατάσταση της υγείας των παιδιών καθώς συνεχίζονται και στην ενήλικη ζωή τους, σύμφωνα με νεότερη μελέτη
Εξετάσεις, κοινωνικά δίκτυα και αυξανόμενες απαιτήσεις καθιστούν το άγχος (και) στους εφήβους μια πραγματικότητα που καλούνται να διαχειριστούν. Όσο όμως κι αν αυτή η κατάσταση δυσκολεύει την καθημερινότητα όλης της οικογένειας, είναι σημαντικό να τεθεί υπό έλεγχο, με στόχο την αποφυγή προβλημάτων υγείας των σημερινών εφήβων και κατά τη ζωή τους ως ενήλικες, σύμφωνα με πρόσφατα ερευνητικά ευρήματα.
Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με νέα έρευνα που δημοσιεύθηκε στο Journal of the American Heart Association, οι νεαροί ενήλικες που ανέφεραν υψηλότερα επίπεδα στρες κατά τη διάρκεια της εφηβείας τους έως την ενηλικίωση, είχαν περισσότερες πιθανότητες να παρουσιάζουν υψηλή αρτηριακή πίεση, παχυσαρκία και άλλους παράγοντες καρδιομεταβολικού κινδύνου (διαβήτης τύπου 2, προδιαβήτης, υψηλή χοληστερόλη), σε σύγκριση με τους συνομηλίκους τους που ανέφεραν λιγότερο στρες.
Μόλις το 2023, η Αμερικανική Καρδιολογική Εταιρεία επεσήμανε τους ισχυρούς δεσμούς μεταξύ καρδιαγγειακών παθήσεων, νεφροπάθειας, διαβήτη τύπου 2 και παχυσαρκίας και πρότεινε τον επαναπροσδιορισμό του καρδιαγγειακού κινδύνου, καθώς επίσης της πρόληψης και της διαχείρισης.
«Η κατανόηση των επιδράσεων του αντιλαμβανόμενου στρες από την παιδική ηλικία είναι σημαντική για την πρόληψη, τη μείωση ή τη διαχείριση των υψηλότερων καρδιομεταβολικών παραγόντων κινδύνου στους νεαρούς ενήλικες» σημείωσε η συγγραφέας της μελέτης Fangqi Guo, μεταδιδακτορική ερευνήτρια στην Ιατρική Σχολή Keck του Πανεπιστημίου της Νότιας Καλιφόρνιας στο Λος Άντζελες.
Για την παρούσα μελέτη, οι ερευνητές ανέλυσαν πληροφορίες από τη μελέτη υγείας των παιδιών της Νότιας Καλιφόρνιας. Οι συμμετέχοντες είχαν εγγραφεί στη μελέτη ως παιδιά μαζί με τους γονείς τους και στη συνέχεια συμμετείχαν σε αξιολογήσεις παρακολούθησης ως έφηβοι -κατά μέσο όρο ηλικίας 13 ετών- και ως νεαροί ενήλικες -με μέσο όρο ηλικίας 24 ετών.
Σε κάθε στάδιο της ζωής τους, το άγχος εκτιμήθηκε με ένα ερωτηματολόγιο τεσσάρων στοιχείων (Perceived Stress Scale) σχετικά με τα συναισθήματα και τις σκέψεις κατά τη διάρκεια του τελευταίου μήνα. Οι συμμετέχοντες κατηγοριοποιήθηκαν σε τέσσερις ομάδες με βάση τον κίνδυνο με την πάροδο του χρόνου: σταθερά υψηλό άγχος, μειούμενο άγχος, αυξανόμενο άγχος και σταθερά χαμηλό άγχος.
Για να αξιολογήσουν τον καρδιομεταβολικό κίνδυνο στη νεαρή ενήλικη ζωή, η Δρ Guo και οι συνεργάτες της χρησιμοποίησαν μετρήσεις του πάχους ενδομεσότητας της καρωτίδας (μετρά το πάχος της αρτηρίας του λαιμού), συστολικής και διαστολικής αρτηριακής πίεσης, βάρους, του ποσοστού σωματικού λίπους και κατανομής λίπους και της αιμοσφαιρίνης A1c, η οποία μετρά το σάκχαρο του αίματος.
Όπως διαπίστωσαν:
- Τα άτομα που βίωναν μεγαλύτερα επίπεδα στρες από την εφηβεία τους μέχρι την ενηλικίωση, ήταν πιο πιθανό να έχουν χειρότερη αγγειακή υγεία, υψηλότερο συνολικό σωματικό λίπος, περισσότερο λίπος γύρω από την κοιλιά και υψηλότερο κίνδυνο παχυσαρκίας σε σύγκριση με εκείνους που ένιωθαν λιγότερο στρες με την πάροδο του χρόνου.
- Σε γενικές γραμμές, τα υψηλότερα επίπεδα αντιλαμβανόμενου στρες συνδέονταν επίσης με υψηλότερο κίνδυνο για καρδιομεταβολικές παθήσεις της υγείας, όπως χειρότερη αγγειακή υγεία και υψηλότερη συστολική και διαστολική αρτηριακή πίεση.
«Παρότι υποθέσαμε ότι τα αντιλαμβανόμενα μοτίβα άγχους θα πρέπει να έχουν κάποια συσχέτιση με καρδιομεταβολικά δεδομένα, δεν περιμέναμε τόσο συνεπή μοτίβα σε διαφορετικούς παράγοντες κινδύνου» επισημαίνει η Δρ Fangqi Guo.