Αύξηση της θνητότητας προκαλεί η υψηλότερη κατά 2-3 βαθμούς Κελσίου νυχτερινή θερμοκρασία κατά τις θερμές περιόδους στα κέντρα των μεσαίων και των μεγάλων πόλεων και σε σύγκριση με τα προάστια. Αυτό διότι, λόγω των υψηλότερων θερμοκρασιών, ο ανθρώπινος οργανισμός δεν μπορεί να ξεκουραστεί επαρκώς κατά τη διάρκεια της νύχτας, με αποτέλεσμα να καταπονείται συστηματικά.
Τα παραπάνω ανέφερε στο ethnos.gr o καθηγητής Φυσικής Περιβάλλοντος του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Δημήτρης Μελάς, σημειώνοντας ότι με βάση επιστημονικές εκτιμήσεις στο τέλος του αιώνα μας θα φτάσει στο 10% η αύξηση της θνητότητας σε περιπτώσεις που σχετίζονται με την καταπόνηση του οργανισμού εξαιτίας των υψηλών νυχτερινών θερμοκρασιών στις πόλεις κατά τις θερμές περιόδους.
«Πρόκειται για ένα φαινόμενο που μελετάμε στη Θεσσαλονίκη αλλά συναντάται σε όλες τις μεσαίες και μεγάλες πόλεις της χώρας καθώς και σε ολόκληρο τον κόσμο. Στην Αθήνα το πρόβλημα είναι πιο έντονο σε σύγκριση με τη Θεσσαλονίκη και φτάνει ακόμα και σε διπλάσια επίπεδα», λέει στο ethnos.gr ο κ. Μελάς.
Τι είναι η αστική θερμική νησίδα και πού αποδίδεται
Κατά τον καθηγητή Φυσικής Περιβάλλοντος του ΑΠΘ, η εμφανώς υψηλότερη θερμοκρασία στα κέντρα των πόλεων και σε σύγκριση με τα προάστια οφείλεται στο φαινόμενο της αστικής θερμικής νησίδας, το οποίο προκαλείται από διάφορους παράγοντες.
Όπως αναφέρει, βασικές αιτίες πρόκλησής του είναι ο κυκλοφοριακός φόρτος από τα διερχόμενα αυτοκίνητα, η ευρύτερη χρήση των κλιματιστικών, τα υλικά που χρησιμοποιούνται για τις ασφαλτοστρώσεις, η μεγαλύτερη χρήση του μπετόν για την κατασκευή των κτιρίων, η παγίδευση της ηλιακής ακτινοβολίας στις αστικές χαράδρες και η έλλειψη βλάστησης.
«Η θερμότητα αποθηκεύεται στα κτίρια κατά τη διάρκεια της ημέρας και αποδίδεται στην ατμόσφαιρα τις νυχτερινές ώρες. Το αποτέλεσμα είναι να έχουμε σημαντική διαφορά στη θερμοκρασία τη νύχτα μεταξύ των κέντρων των πόλεων, όπου είναι υψηλότερη και των προαστίων. Στο πολεοδομικό συγκρότημα της Θεσσαλονίκης, την πόλη που μελετάμε, ο μέσος όρος διαφοράς βρίσκεται στους δύο βαθμούς. Ωστόσο, στο κέντρο της πόλης η θερμοκρασία είναι κατά 2,5-3 βαθμούς υψηλότερη σε σύγκριση με τα προάστια. Τις μεσημεριανές και θερμότερες ώρες της ημέρας δεν υπάρχει πολύ μεγάλη διαφορά. Το φαινόμενο της αστικής θερμικής νησίδας είναι περισσότερο συνεπές τις νυχτερινές ώρες», τονίζει ο κ. Μελάς.
Αύξηση της θνητότητας
Κατά τον καθηγητή Φυσικής Περιβάλλοντος του ΑΠΘ, εξαιτίας της υψηλότερης θερμοκρασίας κατά τη διάρκεια της νύχτας εντός του αστικού ιστού, ο ανθρώπινος οργανισμός δεν προλαβαίνει να ξεκουραστεί.
«Ο οργανισμός δεν προλαβαίνει να κάνει ένα διάλειμμα. Η υψηλότερη θερμοκρασία προκαλεί καταπόνηση, η οποία οδηγεί σε υψηλότερη θνητότητα. Πολλές φορές η θνητότητα, εξαιτίας αυτής της καταπόνησης, εμφανίζεται με μία μικρή καθυστέρηση δύο-τριών 24ωρων από τη μέρα που είχαμε τις υψηλότερες θερμοκρασίες. Δυστυχώς, η κλιματική αλλαγή είναι εδώ και θα παραμείνει, με αποτέλεσμα μέχρι το τέλος του αιώνα να έχουμε κατά 10% αυξημένη θνητότητα στις περιπτώσεις που σχετίζονται με αυτήν την καταπόνηση κατά τις θερμές περιόδους», σημειώνει ο κ. Μελάς.
Τέλος, ο ίδιος υπογραμμίζει ότι το φαινόμενο της αστικής θερμικής νησίδας δεν είναι καινούργιο. Για πρώτη φορά καταγράφηκε στο τέλος του 19ου αιώνα, στο Δουβλίνο.