Το τροπάριο της Κασσιανής θα ακούσουμε στις εκκλησίες, σήμερα, Μεγάλη Τρίτη.
Ο Όρθρος της Μεγάλης Τετάρτης ψάλλεται το απόγευμα της Μεγάλης Τρίτης και είναι αφιερωμένος στην αμαρτωλή γυναίκα που μετάνιωσε και άλειψε τα πόδια του Ιησού με μύρο. Πρόκειται για το τροπάριο της Κασσιανής, ένα από τα σπουδαιότερα τροπάρια της θρησκευτικής υμνολογίας, που έγραψε η μεγάλη ποιήτρια κατά τον 9ο αιώνα μ.Χ.
Το τροπάριο της Κασσιανής έρχεται αμέσως μετά την αρχή του όρθρου, η οποία είναι η ίδια με εκείνη της Μεγάλης Δευτέρας. Την ίδια ημέρα, στην εκκλησία ακούμε την παραβολή των «Δέκα Παρθένων» και την «Παραβολή των Ταλάντων».
Σύμφωνα με τον βυζαντινό χρονογράφο Συμεών Μάγιστρο, η μητέρα του αυτοκράτορα Θεοφίλου του Βυζαντίου, διοργάνωσε μια μεγάλη σύναξη από τις πιο όμορφες κοπέλες στην Αυτοκρατορία, με σκοπό να βρει νύφη για τον γιο της.
Η προσέλευση νεαρών γυναικών στην μεγαλόπρεπη αίθουσα Τρικλίνιο των ανακτόρων της Κωνσταντινούπολης ήταν πολύ μεγάλη, η ομορφότερη από όλες όμως ήταν η Κασσιανή.
Καθώς όλες οι κοπέλες παρατάχθηκαν στην σειρά, περιμένοντας να περάσει από μπροστά του ο Θεόφιλος για να διαλέξει την μέλλουσα σύζυγό του και αυτοκράτειρα του Βυζαντίου, ο αυτοκράτορας θαμπώθηκε από την ομορφιά της Κασσιανής.
Προτού, όμως, της δώσει το χρυσό μήλο, το οποίο θα δήλωνε και την προτίμησή του σε αυτήν, ο ίδιος θέλησε να διαπιστώσει εάν η εξυπνάδα της ήταν ανάλογη με την ομορφιά της.
«Από την γυναίκα ξεκινούν τα κακά πράγματα», της είπε ο Θεόφιλος και η Κασσιανή του απάντησε «Και από την γυναίκα πηγάζουν τα καλύτερα», υπονοώντας την Παναγία, που έφερε στον κόσμο το μεγαλύτερο αγαθό.
Αυτή όμως η πράγματι έξυπνη απάντηση χαρακτηρίσθηκε από τον Θεόφιλο ότι περιείχε και κάποια προπέτεια και επιπολαιότητα, οπότε έδωσε το μήλο στην επίσης ωραία, αλλά και σεμνή Θεοδώρα.
Η Κασσιανή απογοητεύθηκε από την αποτυχία της και πήρε την απόφαση να αποτραβηχτεί από τον κόσμο και να μονάσει. Έκτισε με δικά της χρήματα ένα μοναστήρι, που πήρε αργότερα το όνομά της, ντύθηκε το μοναχικό σχήμα και αφιερώθηκε στη λατρεία του Χριστού και στην ποίηση, συνδυάζοντας έτσι τη βαθιά ευσέβεια και την κλίση της στα γράμματα. Λέγεται μάλιστα ότι μετά την αποτυχία της είπε: «Επειδή δεν έγινα βασίλισσα του πρόσκαιρου τούτου κόσμου, θα γίνω υπήκοος της αιωνίας Βασιλείας του Χριστού».
Εκεί στο μοναστήρι εκδηλώθηκε και το έμφυτο καλλιτεχνικό της ταλέντο και το βαθύ θρησκευτικό της συναίσθημα συνθέτοντας εκκλησιαστικούς ύμνους, τροπάρια, Ιδιόμελα. Εκεί στην ήσυχη και υποβλητική ατμόσφαιρα του μοναστηριού συνέθεσε και το περίφημο Ιδιόμελο «Τροπάριο της Κασσιανής» από το όνομά της, που αργότερα η Ορθόδοξη Εκκλησία το καθιέρωσε ως Δοξαστικό των Αποστίχων του Όρθρου της Μεγάλης Τετάρτης.
Φαίνεται καθαρά ότι η Κασσιανή εμπνεύστηκε το Ιδιόμελο αυτό τροπάριο από τα λόγια των Ευαγγελιστών, που δεν αναφέρονται στη Μαρία τη Μαγδαληνή, όπως πολλοί πιστεύουν, αλλά στην ανώνυμη αμαρτωλή γυναίκα, τη μοιχαλίδα, που ο Χριστός έσωσε από βέβαιο λιθοβολισμό του έξαλλου πλήθους των Φαρισαίων για το ηθικό της παράπτωμα, με εκείνα τα λόγια Του: «Ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω επ’ αυτήν». Και όταν αργότερα ο Ιησούς βρέθηκε στο σπίτι του Σίμωνα του Φαρισαίου του λεπρού, η αμαρτωλή εκείνη γυναίκα αισθάνεται την ανάγκη να πάει να εκφράσει την ευγνωμοσύνη και αφοσίωσή της στον Σωτήρα Χριστό. Αγοράζει αρώματα, ντύνεται ταπεινά και σεμνά και ταπεινωμένη και συντετριμμένη, με δάκρυα στα μάτια, έρχεται και πλένει τα πόδια του Ιησού και τα σκουπίζει με τα ξέπλεκα μαλλιά της. Τα δάκρυά της εκείνα ήταν δάκρυα ελέους και συντριβής και κλαίει με πάθος να την ευσπλαχνιστή ο Θεός της αγάπης και της συγχώρεσης.
Τροπάριο της Κασσιανής - Οι στίχοι και η μετάφραση
Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή,
την σήν αισθομένη Θεότητα μυροφόρου αναλαβούσα τάξιν,
οδυρομένη μύρα σοι προ του ενταφιασμού κομίζει.
Οίμοι! λέγουσα, οτι νύξ μοι υπάρχει, οίστρος ακολασίας,
ζοφώδης τε και ασέληνος ερως της αμαρτίας.
Δέξαι μου τας πηγάς των δακρύων,
ο νεφέλαις διεξάγων της θαλάσσης το ύδωρ,
κάμφθητί μοι προς τους στεναγμούς της καρδίας,
ο κλίνας τους ουρανούς τη αφάτω σου κενώσει.
Καταφιλήσω τους αχράντους σου πόδας,
αποσμήξω τούτους δε πάλιν τοις της κεφαλής μου βοστρύχοις,
ων εν τω Παραδείσω Εύα το δειλινόν κρότον τοις ώσιν ηχηθείσα,
τω φόβω εκρύβη.
Αμαρτιών μου τα πλήθη
και κριμάτων σου αβύσσους τις εξιχνιάσει,
ψυχοσώστα Σωτήρ μου;
Μη με την σήν δούλην παρίδης,
Ο αμέτρητον έχων το έλεος.
Η μετάφραση
Κύριε, η γυναίκα που έπεσε σε πολλές αμαρτίες,
σαν ένοιωσε τη θεότητά σου, γίνηκε μυροφόρα και σε άλειψε με μυρωδικά
πριν από τον ενταφιασμό σου κι έλεγε οδυρόμενη:
Αλλοίμονο σε μένα, γιατί μέσα μου είναι νύχτα κατασκότεινη και δίχως φεγγάρι,
η μανία της ασωτείας κι ο έρωτας της αμαρτίας.
Δέξου από μένα τις πηγές των δακρύων,
εσύ που μεταλλάζεις με τα σύννεφα το νερό της θάλασσας.
Λύγισε στ' αναστενάγματα της καρδιάς μου,
εσύ που έγειρες τον ουρανό και κατέβηκες στη γης.
Θα καταφιλήσω τα άχραντα ποδάρια σου,
και θα τα σφουγγίσω πάλι με τα πλοκάμια της κεφαλής μου·
αυτά τα ποδάρια, που σαν η Εύα κατά το δειλινό, τ' άκουσε να περπατάνε,
από το φόβο της κρύφτηκε.
Των αμαρτιών μου τα πλήθη
και των κριμάτων σου την άβυσσο, ποιος μπορεί να τα εξιχνιάση,
ψυχοσώστη Σωτήρα μου;
Μην καταφρονέσης τη δούλη σου,
εσύ που έχεις τ' αμέτρητο έλεος.