Πρωτογενής Τομέας

Ελιά: Ποιες επιπτώσεις έφερε η κλιματική αλλαγή στη συγκομιδή στη Λέσβο

Ελιά: Ποιες επιπτώσεις έφερε η κλιματική αλλαγή στη συγκομιδή στη Λέσβο
Πού οφείλονται τα προβλήματα στην ελιά της Λέσβου - Οδηγίες της Επιστημονικής Εταιρίας Εγκυκλοπαιδιστών Ελαιοκομίας (4Ε) στους παραγωγούς

Σοβαρές επιπτώσεις στη συγκομιδή της ελιάς στη Λέσβο έφερε η κλιματική αλλαγή, καθώς οι περιορισμένες βροχοπτώσεις από τον Μάρτιο του 2024 μέχρι τα μέσα Νοεμβρίου, «μαύρισαν» τον ήδη συρρικνωμένο και μικρού μεγέθους ελαιοκάρπου.

«Οι μικρές όμως αποδόσεις, που παρατηρήθηκαν στην αρχή, έγιναν ακόμη μικρότερες με την έλευση των βροχών. Έτσι πολλοί παραγωγοί διέκοψαν τη συγκομιδή, μετατοπίζοντάς την χρονικά για Φεβρουάριο – Μάρτιο προσδοκώντας αύξηση της παραγωγής ελαιολάδου. Για την ορθότητα της πρακτικής αυτής όμως γεννώνται επιφυλάξεις», επισημαίνει η Επιστημονική Εταιρία Εγκυκλοπαιδιστών Ελαιοκομίας (4Ε), η οποία έγινε αποδέκτης παρατηρήσεων από τη Λέσβο.

Στα ερωτήματα που διατυπώθηκαν από τη Λέσβο, απαντά με ανακοίνωσή της η 4Ε, την οποία επιμελήθηκε ο ομότιμος καθηγητής και τ. πρύτανης του ΓΠΑ Σταύρος Βέμμος, παρέχοντας και κωδικοποιημένες οδηγίες προς τους παραγωγούς.

Η συλλογή ανώριμων/πράσινων καρπών παράγει αγουρέλαιο με ιδιαίτερα ποιοτικά χαρακτηριστικά αλλά η απόδοση των καρπών σε ελαιόλαδο είναι πολύ χαμηλότερη

Ωρίμανση καρπών στην ελιά

Υπάρχουν διάφοροι επιστημονικοί τρόποι καθορισμού του χρόνου ωρίμανσης. Στην πράξη, η σημαντικότερη ένδειξη ωρίμανσης του καρπού είναι η μεταβολή του χρώματος. Αρχικά οι καρποί είναι πράσινοι, στη συνέχεια γίνονται κιτρινωποί και σταδιακά το φθινόπωρο παίρνουν κοκκινωπό προς μωβ ή ιώδες χρώμα (λόγω συσσώρευσης ανθοκυανών) και τέλος μαύρο (με διάφορες αποχρώσεις ανάλογα με την ποικιλία) που αποτελεί και την ένδειξη της πλήρους ωρίμανσης.

H πλήρης ωρίμανση συμβαίνει από τέλη Νοεμβρίου έως τέλη Δεκεμβρίου για τις περισσότερες ποικιλίες ή το αργότερο αρχές Ιανουαρίου. Το στάδιο έναρξης ωρίμανσης των καρπών είναι όμως το πιο κατάλληλο για τη συγκομιδή γιατί τότε οι καρποί έχουν τη μέγιστη % ελαιοπεριεκτικότητα και ελαιόλαδο εξαιρετικής ποιότητας.

Στο στάδιο αυτό οι καρποί δεν έχουν τη μέγιστη ολική ελαιοπεριεκτικότητα γιατί το βάρος του καρπού αυξάνεται μέχρι την πλήρη ωρίμανση. Για τους αρδευόμενους ελαιώνες και αυτούς όπου οι βροχοπτώσεις είναι ικανοποιητικές, δείκτης έναρξης ωρίμανσης αποτελεί η εμφάνιση κοκκινωπών κηλίδων στην επιδερμίδα σε μέρος των καρπών ενώ σε ένα μεγαλύτερο ποσοστό καρπών είναι κοκκινωπή ή πορφυρή.

Αυτό όμως δεν ισχύει για τους ξερικούς ελαιώνες γιατί η έλλειψη νερού το φθινόπωρο (στρες) μπορεί να είναι αιτία αλλαγής του χρώματος χωρίς να έχει αναπτυχθεί και ωριμάσει κανονικά ο καρπός. Η συλλογή ανώριμων/πράσινων καρπών παράγει αγουρέλαιο με ιδιαίτερα ποιοτικά χαρακτηριστικά αλλά η απόδοση των καρπών σε ελαιόλαδο είναι πολύ χαμηλότερη.

Η πρώιμη συγκομιδή στην ελιά

Η πρώιμη συγκομιδή αυξάνει την παραγωγή του επόμενου χρόνου και μειώνει το πρόβλημα της παρενιαυτοφορίας γιατί αυξάνει το ποσοστό διαφοροποίησης ανθοφόρων οφθαλμών και την ανθοφορία.

Πρόσφατα στο διεθνές συνέδριο για την προστασία των ελαιώνων από το δάκο που διοργάνωσε η 4Ε, προτάθηκε από ξένους ερευνητές και σαν μέσω μείωσης των προσβολών και παραγωγή καλής ποιότητας ελαιολάδου. Αντίθετα η όψιμη συλλογή ώριμων ή υπερώριμων καρπών ενέχει σοβαρούς κινδύνους απώλειας καρπών και ελαιολάδου από φυσιολογική ή μη καρπόπτωση, ζημιές από παγετούς, εχθρούς και ασθένειες με αποτέλεσμα την υποβάθμιση της ποιότητας του ελαιολάδου και την ένταση του φαινομένου της παρενιαυτοφορίας.

Είναι γνωστό ότι η πορεία συσσώρευσης του ελαιολάδου στον καρπό διαφέρει στις αρδευόμενες και μη στρεσαρισμένες ελιές (ξερικές αλλά όταν οι βροχοπτώσεις ξεκινούν ενωρίς το φθινόπωρο) απ’ ότι σε αυτές που λόγω έλλειψης νερού (στρες) έχουν διαφορετική πορεία. Στις μη στρεσαρισμένες ελιές η πορεία συσσώρευσης του ελαιολάδου στον καρπό είναι σχεδόν γραμμική και συμβαδίζει με την ανάπτυξη του καρπού και ειδικότερα της σάρκας. Το μεγαλύτερο ποσοστό συσσώρευσης του ελαιολάδου στην περίπτωση αυτή ολοκληρώνεται το φθινόπωρο έως τέλος Δεκεμβρίου. Η μέγιστη ελαιοπεριεκτικότητα στον καρπό και ο ακριβής χρόνος που επιτυγχάνεται εξαρτάται από την ποικιλία αλλά και πολλούς περιβαλλοντικούς και καλλιεργητικούς παράγοντες.

Στην περίπτωση των ξερικών και στρεσαρισμένων από έλλειψη νερού ελαιώνων η πορεία συσσώρευσης του ελαιολάδου στον καρπό δεν είναι ευθεία γιατί διακόπτεται από την  έλλειψη νερού με αποτέλεσμα να σταματάει η αύξηση της σάρκας και ο καρπός αφυδατώνεται, συρρικνώνεται και παραμένει μικρός σε μέγεθος. Ο πυρήνας όμως του καρπού έχει ολοκληρώσει την ανάπτυξή του πολύ νωρίτερα το καλοκαίρι. Αποτέλεσμα αυτού είναι η σχέση σάρκας προς πυρήνα να είναι πολύ μικρότερη από τη φυσιολογική με συνέπεια τη μειωμένη % ελαιοπεριεκτικότητα στον καρπό αλλά και την ολική ποσότητα σε αυτόν.

Η ποικιλία και ο τρόπος διαχείρισης του εδάφους μπορεί να επηρέασαν το βαθμό του υδατικού στρες και την ελαιοπεριεκτικότητα

Το πρώιμο «μαύρισμα» στην ελιά

Με βάση τα παραπάνω αυτό που συνέβη την περίοδο του περασμένου χρόνου και ειδικά του φθινοπώρου στους ξερικούς ελαιώνες  της Λέσβου (και όχι μόνο) μπορεί να συνοψιστεί ως ακολούθως. Η ασυνήθιστα παρατεταμένη ανομβρία και έλλειψη νερού σταμάτησε την ανάπτυξη του καρπού και ειδικά της σάρκας και επέφερε το πρώιμο μαύρισμα και τη συρρίκνωση στους καρπούς. Στην περίπτωση επομένως των ξερικών ελαιώνων στο νησί και από την ασυνήθιστα παρατεταμένη ξηρασία μέχρι και το Νοέμβριο, οι καρποί δεν αναπτύχθηκαν φυσιολογικά έμειναν μικρότεροι και με σημαντικά μειωμένη ελαιοπεριεκτικότητα.

Με την έλευση των πολύ όψιμων βροχών το Νοέμβριο εξαλείφτηκε το υδατικό στρες με αποτέλεσμα την ενυδάτωση των καρπών και την μείωση της % ελαιοπεριεκτικότητας λόγω της μεγάλης εισόδου νερού στους καρπούς.  Η συνολική όμως ποσότητα ελαιολάδου στον καρπό δεν  άλλαξε σημαντικά. Αν η ελαιοπεριεκτικότητα μετριόταν % ξηρού βάρους και όχι νωπού βάρους θα ήταν παρόμοια στους καρπούς, πριν και μετά το στρες.

Η περιεκτικότητα που είχαν οι καρποί πριν τις βροχές,  και δεδομένων των ασυνήθιστων καιρικών συνθηκών που επικράτησαν στο νησί, ήταν μεν μικρότερες από αυτές των συνηθισμένων στην περιοχή αλλά αρκετά ικανοποιητικές ανάλογα με τις αντίξοες συνθήκες που προηγήθηκαν και σύμφωνα με όσα αναπτύχθηκαν  αναλυτικά πιο πάνω.

Οι διαφορετικές αποδόσεις που επίσης παρατηρήθηκαν σε ορισμένες  περιοχές οφείλονται στις διαφορετικές περιβαλλοντικές συνθήκες και καλλιεργητικές πρακτικές που εφαρμόζει ο κάθε παραγωγός. Στις περιβαλλοντικές αναφέρονται ενδεικτικά στις εδαφολογικές, τον προσανατολισμό των ελαιώνων και πιθανές διαφορές σε μικρές βροχοπτώσεις. Επίσης η ποικιλία και ο τρόπος διαχείρισης του εδάφους μπορεί να επηρέασαν το βαθμό του υδατικού στρες και την ελαιοπεριεκτικότητα.

Οδηγίες προς τους παραγωγούς της Λέσβου

Κωδικοποιημένες οδηγίες προς τους παραγωγούς της Λέσβου παρέχει η 4 Ε. Σε αυτές περιλαμβάνονται:

1. Η ελαιοποίηση στην ελιά σταματά στους κανονικά ανεπτυγμένους καρπούς όταν πάρουν το φυσιολογικά αναπτυσσόμενο μαύρο χρώμα  και συνήθως ολοκληρώνεται το αργότερο στα τέλη Δεκεμβρίου. Στην περίπτωση των πολύ στρεσαρισμένων καρπών (όπως αυτών στη Λέσβο) το μαύρισμα έγινε πολύ νωρίτερα το φθινόπωρο και εκτιμάται ότι και η παραγωγή και συσσώρευση ελαιολάδου  σταμάτησε νωρίτερα.

2. Η συλλογή των καρπών πρέπει να γίνει άμεσα και θα έπρεπε να είχε ήδη πραγματοποιηθεί.

3. Υπάρχουν  πολλοί λόγοι που θα πρέπει να συντελεστεί το συντομότερο δυνατόν που είναι οι πιο κάτω.

α. Αν η % ελαιοπεριεκτικότητα αυξηθεί το Φεβρουάριο θα οφείλεται κύρια στη μείωση της περιεκτικότητας του νερού στους καρπούς και όχι στην παραπέρα συσσώρευση ελαιολάδου.

β. Η όψιμη συλλογή (Φεβρουάριο-Μάρτιο) συμπίπτει με την διαφοροποίηση των ανθοφόρων οφθαλμών που θα μειώσει την ανθοφορία και την επόμενη παραγωγή. Αντίθετα η πρώιμη συλλογή είναι γνωστό ότι αυξάνει την επόμενη παραγωγή  γιατί δημιουργείται νέα βλάστηση ή αυξάνεται η υπάρχουσα καθώς και η διαφοροποίηση ανθοφόρων οφθαλμών με αποτέλεσμα μεγαλύτερη ανθοφορία και παραγωγή την επόμενη χρονιά και μείωση της παρενιαυτοφορίας.

γ. Η πολύ όψιμη συλλογή και ειδικά αν επικρατήσουν σχετικά υψηλές θερμοκρασίες μπορεί να επηρεάσουν αρνητικά την ποιότητα του ελαιολάδου

δ. Ενέχει κινδύνους φυσιολογικής καρπόπτωσης με ζημιά για τους παραγωγούς.

ε. Η  παραμονή μέχρι αργά των καρπών στο δέντρο, σε συνδυασμό με την καρπόπτωση θα δημιουργήσουν κίνδυνο μολύνσεων από γλοιοσπόριο ή και άλλων ασθενειών στην επόμενη ανθοφορία και καρποφορία.

στ. Το ίδιο ισχύει και για την προσβολή από το δάκο γιατί περισσότεροι μολυσμένοι καρποί στο έδαφος ή στο δέντρο θα διατηρήσουν μεγαλύτερους πληθυσμούς δάκου που θα προσβάλλουν τους καρπούς της επόμενης περιόδου.

Ειδικότερα η επίδραση στην ποιότητα οφείλεται στην ανάπτυξη  μυκήτων που παράγουν ένζυμα που υδρολύουν το ελαιόλαδο και αυξάνουν την οξύτητα. Επίσης, επηρεάζουν τη σύνθεση του ελαιολάδου μειώνοντας τα ακόρεστα λιπαρά οξέα και αυξάνοντας τα κορεσμένα. Όσο οι καρποί μένουν πάνω στα δέντρα μειώνονται δραστικά και οι πολυφαινόλες που αποτελούν τα κύρια αντιοξειδωτικά συστατικά του ελαιολάδου.

Πηγή: ot.gr

Ακολουθήστε το ilialive.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις Ειδήσεις

Σχετικά Άρθρα


tsoukalas popup mobile
tsoukalas popup