Η εισπνοή μολυσμένου αέρα αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη τύπου 2, σύμφωνα με την πρώτη μελέτη του είδους της στην Ινδία. Η έρευνα που διεξήχθη στο Δελχί και στη νότια πόλη Τσενάι διαπίστωσε ότι η εισπνοή αέρα με μεγάλες ποσότητες σωματιδίων PM2.5 οδήγησε σε υψηλά επίπεδα σακχάρου στο αίμα και σε αυξημένη συχνότητα εμφάνισης διαβήτη τύπου 2.
Όταν εισπνέονται, τα σωματίδια PM2.5 – τα οποία είναι 30 φορές λεπτότερα από μια τρίχα – μπορούν να εισέλθουν στην κυκλοφορία του αίματος και να προκαλέσουν διάφορες αναπνευστικές και καρδιαγγειακές παθήσεις.
Σύμφωνα με τον Guardian, η μελέτη αποτελεί μέρος της συνεχιζόμενης έρευνας για τις χρόνιες ασθένειες στην Ινδία που ξεκίνησε το 2010. Είναι η πρώτη που εστιάζει στη σχέση μεταξύ της έκθεσης σε ατμοσφαιρικά σωματίδια PM2.5 και του διαβήτη τύπου 2 στην Ινδία, μια από τις χειρότερες χώρες στον κόσμο όσον αφορά την ατμοσφαιρική ρύπανση.
Τα μέσα ετήσια επίπεδα PM2.5 στο Δελχί ήταν 82-100μg/m³ και στο Τσενάι ήταν 30-40μg/m³, σύμφωνα με τη μελέτη, πολλές φορές πάνω από το όριο των 5μg/m³ που έχει θέσει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας. Το εθνικό πρότυπο ποιότητας του αέρα της Ινδίας είναι 40μg/m³.
Υπάρχει επίσης υψηλό φορτίο μη μεταδοτικών ασθενειών, συμπεριλαμβανομένου του διαβήτη, της υπέρτασης και των καρδιακών παθήσεων στην Ινδία. Το 11,4% του πληθυσμού – 101 εκατομμύρια άνθρωποι – ζουν με διαβήτη, και περίπου 136 εκατομμύρια είναι προ-διαβητικοί, σύμφωνα με με που μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό The Lancet τον Ιούνιο. Συγκριτικά, ο επιπολασμός του διαβήτη στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 2019 ήταν 6,2%.
Στη νέα μελέτη, οι ερευνητές παρακολούθησαν μια ομάδα 12.000 ανδρών και γυναικών στο Δελχί και το Τσενάι από το 2010 έως το 2017 και μετρούσαν περιοδικά τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα τους. Χρησιμοποιώντας δορυφορικά δεδομένα και μοντέλα έκθεσης στην ατμοσφαιρική ρύπανση, προσδιόρισαν την ατμοσφαιρική ρύπανση στην περιοχή κάθε συμμετέχοντα κατά το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.
Διαπίστωσαν ότι ένας μήνας έκθεσης σε PM2.5 οδήγησε σε αυξημένα επίπεδα σακχάρου στο αίμα και παρατεταμένη έκθεση ενός έτους ή περισσότερο οδήγησε σε αυξημένο κίνδυνο διαβήτη. Επίσης, για κάθε 10μg/m³ αύξησης του μέσου ετήσιου επιπέδου PM2.5 στις δύο πόλεις, ο κίνδυνος για διαβήτη αυξανόταν κατά 22%.
Υπέρταση και καρδιακές παθήσεις
Μια άλλη μελέτη στην ίδια ομάδα στο Δελχί, διαπίστωσε ότι η μέση ετήσια έκθεση σε PM2,5 στη συγκεκριμένη πόλη (92μg/m³) οδήγησε σε αύξηση των επιπέδων της αρτηριακής πίεσης και σε μεγαλύτερη πιθανότητα εμφάνισης υπέρτασης και καρδιακών παθήσεων.
Στην αστική Ινδία παρατηρείται αύξηση του υποθυρεοειδισμού, του συνδρόμου πολυκυστικών ωοθηκών και του διαβήτη της κύησης. Οι νέες μελέτες δείχνουν ότι η ρύπανση μπορεί να παίζει ρόλο στην πρόκληση όλων αυτών, καθώς διαταράσσει το ενδοκρινικό σύστημα που παράγει όλες τις ορμόνες στο σώμα.
Οι ερευνητές εργάζονται τώρα για να κατανοήσουν τις επιπτώσεις της ρύπανσης στα επίπεδα χοληστερόλης και βιταμίνης D στον οργανισμό, καθώς και τον αντίκτυπό της στον κύκλο ζωής των ατόμων, συμπεριλαμβανομένου του βάρους γέννησης, της υγείας των εγκύων γυναικών, της αντίστασης στην ινσουλίνη στους εφήβους και του κινδύνου για τις νόσους Πάρκινσον και Αλτσχάιμερ, μεταξύ άλλων.
Πηγή: Cnn.gr