Η συνολική χρήση ορυκτών καυσίμων δεν αυξήθηκε στην Ευρώπη, όμως η ζήτηση στις αναπτυσσόμενες χώρες συνεχίζει να ανεβαίνει.
Παρά την ελαφρά αύξηση του μεριδίου των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και της πυρηνικής ενέργειας στο παγκόσμιο ενεργειακό μείγμα, η χρήση ορυκτών καυσίμων και οι εκπομπές άνθρακα από την καύση τους έφτασαν σε νέο ρεκόρ το 2023, επιβεβαιώνει η έκθεση της βιομηχανίας υδρογονανθράκων.
Και η συνεχιζόμενη αύξηση της ζήτησης για ορυκτά καύσιμα, ανεξάρτητα από την πρόοδο στην προώθηση των ΑΠΕ, απειλεί τον διεθνή στόχο για την κλιματική αλλαγή, σύμφωνα με τον οποίο η άνοδος της θερμοκρασίας έως τα τέλη του αιώνα δεν πρέπει να υπερβεί τους 1,5-2 βαθμούς, σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα.
«Ελπίζουμε ότι η έκθεση θα βοηθήσει τις κυβερνήσεις, τους ηγέτες και τους αναλυτές να προχωρήσουν με καθαρή εικόνα για τις προκλήσεις που μας περιμένουν» σχολίασε στο Reuters ο Ρομέν Ντεμπάρ της συμβουλευτικής εταιρείας Kearney, η οποία συμμετείχε στη σύνταξη της έκθεσης.
Το 2023 ήταν η πρώτη χρονιά που εφαρμόστηκαν πλήρως τα μέτρα απεξάρτησης από τα ρωσικά καύσιμα, μετά την εισβολή στην Ουκρανία το 2022, καθώς και η πρώτη χρονιά χωρίς σημαντικούς περιορισμούς στις μετακινήσεις λόγω της πανδημίας Covid.
Σύμφωνα με τη νέα έκθεση, το Statistical Review of World Energy, η παγκόσμια πρωτογενής κατανάλωση ενέργειας (η συνολική κατανάλωση μαζί με τις απωλειες) έφτασε πέρυσι το ιστορικό υψηλό των 620 exajoule.
Οι δε εκπομπές ξεπέρασαν για πρώτη φορά τους 40 γιγατόνους, ή δισεκατομμύρια τόνους, διοξειδίου του άνθρακα.
«Σε ένα έτος κατά το οποίο η συνεισφορά των ΑΠΕ έφτασε σε νέο ρεκόρ, η συνεχιζόμενη αύξηση της παγκόσμιας ενεργειακής ζήτησης σημαίνει ότι το μερίδιο των ορυκτών καυσίμων παραμένει πρακτικά ίδιο» σχολίασε ο Σάιον Βίρλεϊ της συμβουλευτικής εταιρείας KPMG, η οποία επίσης συμμετείχε στην έκθεση.
Στην Ευρώπη οι εκπομπές του λιθάνθρακα, του πετρελαίου και του φυσικού αερίου έπεσαν. Σημαντική είναι η πρόοδος και στις ΗΠΑ (Reuters)
Η έκθεση καταγράφει πάντως διαφορετικές τάσεις ανά περιοχή, με την Ευρώπη να βλέπει το μερίδιο των ορυκτών καυσίμων να πέφτει κάτω από το 70% για πρώτη φορά από την εποχή της βιομηχανικής επανάστασης.
Και η συνολική χρήση ορυκτών καυσίμων στην Ευρώπη δεν αυξήθηκε.
«Στις προηγμένες οικονομίες παρατηρούμε ενδείξεις κορύφωσης της ζήτησης για ορυκτά καύσιμα, σε αντίθεση με χώρες του Παγκόσμιου Νότου, για τις οποίες η οικονομική ανάπτυξη και η βελτίωση της ποιότητας ζωής συνεχίζουν να τροφοδοτούν τη ζήτηση» δήλωσε ο Νικ Ουέιθ, στέλεχος του Energy Institute.
Το Energy Institue ανέλαβε τη σύνταξη της φετινής έκθεσης μαζί με τις εταιρείες KPMG και Kearny, έχοντας διαδεχθεί την BP που εξέδιδε τη σημαντική έκθεση κάθε χρόνο από τη δεκαετία του 1950.
Τα ορυκτά καύσιμα ευθύνονται σχεδόν για όλη την αύξηση της ζήτησης στην Ινδία, ενώ στην Κίνα η χρήση αυξήθηκε κατά 6% σε νέο υψηλό.
Στην Κίνα αντιστοιχεί ωστόσο πάνω από το ήμισυ της παγκόσμιας αύξησης της εγκατεστημένης ισχύος έργων ΑΠΕ.
«Το γεγονός ότι η Κίνα προσθέτει περισσότερες ΑΠΕ από ό,τι ο υπόλοιπος κόσμος μαζί είναι αξιοσημείωτο» δήλωσε στους δημοσιογράφους ο Βίρλεϊ της KPMG.