Του Μάκη Μπαλαούρα
Την ερχόμενη Κυριακή, οι πολίτες θα προσέλθουν στις κάλπες για να στείλουν τους εκπροσώπους τους στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, στους Δήμους και τις Περιφέρειες, με συνεργασίες, συγκροτημένες στη βάση αυτοδιοικητικών προγραμματικών συγκλίσεων.
Παράλληλα, όμως έχουμε τις Ευρωεκλογές, όπου οι πολίτες ψηφίζουν πολιτικές αντιλήψεις για το μέλλον της Ευρώπης και της Ελλάδας. Η επιλογή εδώ είναι είτε υπέρ των πολιτικών του Βέμπερ- Μητσοτάκη, που ευνοούν τις ελίτ και έχουν οδηγήσει σε υπονόμευση των ευρωπαϊκού κοινωνικού κράτους. Είτε υπέρ των προοδευτικών πολιτικών, που επιδιώκουν τη μείωση των ανισοτήτων, τη ριζική στροφή της ευρωπαϊκής οικονομικής πολιτικής από τη λιτότητα στις επενδύσεις, τη δίκαιη και βιώσιμη ανάπτυξη, με όφελος για τους πολλούς.
Προοδευτικές πλειοψηφίες για την Ευρώπη
Με δεδομένο το αδιέξοδο στο οποίο έχει περιέλθει η Ευρώπη, επείγει η στήριξη προοδευτικών πλειοψηφιών που θα δώσει τη μάχη υπέρ της μείωσης των ανισοτήτων με συγκεκριμένους στόχους. Από την Ελλάδα η δύναμη αυτή είναι ο ΣΥΡΙΖΑ με την Προοδευτική Συμμαχία και αυτό ο ελληνικός λαός, πιστεύουμε το γνωρίζει γιατί ως κυβέρνηση δώσαμε ξεκάθαρο στίγμα της πολιτικής μας βούλησης υπέρ της μείωσης της φτώχειας, της ενίσχυσης των εργαζομένων, της ανάπτυξης με κοινωνική δικαιοσύνη.
Ως κόμμα της Αριστεράς, παρ΄ ότι αναγκαστήκαμε να υπογράψουμε και να εφαρμόσουμε μνημόνιο, νιώθουμε ανακούφιση που καταφέραμε πέρσι, να βγάλουμε την Ελλάδα από αυτό και να αποκτήσουμε δυνατότητες για να πάρουμε μέτρα στήριξης της κοινωνικής πλειοψηφίας.
Ήταν δίκαια έγιναν πράξη
Σήμερα πια, κάνοντας τον απολογισμό, μπορούμε να λέμε ότι αμέσως μετά την έξοδο από το μνημόνιο, τον Σεπτέμβριο 2018, επαναφέραμε σε ισχύ τις βασικές αρχές των συλλογικών διαπραγματεύσεων, που οδήγησαν σε αυξήσεις μισθών για εργαζόμενους σε πολλούς κλάδους. Ότι τα τρία τελευταία χρόνια αποδώσαμε ξανά το ποσό της υπεραπόδοσης ως κοινωνικό μέρισμα στους πολλούς. Ότι από τον Ιανουάριο 2019 εφαρμόζουμε τον πρώτο επεκτατικό προϋπολογισμό εδώ και 10 χρόνια, που μας επέτρεψε να περάσουμε τη μείωση του ΕΝΦΙΑ, με προτεραιότητα στη λαϊκή κατοικία, την ελάφρυνση των ασφαλιστικών εισφορών ειδικά για τους νέους, τις 4.500 προσλήψεις εκπαιδευτικών στην Ειδική Αγωγή και την προστασία της πρώτης κατοικίας. Ότι τον Φεβρουάριο 2019, κάναμε μια ουσιαστική αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 11% στα 650 ευρώ, με παράλληλα αύξηση του υποκατώτατου για τους νέους, επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Θυμίζουμε τα ανατρεπτικά για την Ελλάδα, όπως Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης, επίδομα παιδιού-βρεφονηπιακοί σταθμοί-σχολικά γεύματα. Πριν λίγες μέρες περάσαμε τη ευνοϊκή ρύθμιση των 120 δόσεων για οφειλές προς τα ταμεία, εφορίες και ΟΤΑ, με πρόσθετο όφελος για τους πολίτες την απαλλαγή από τόκους και προσαυξήσεις. Και ότι την περασμένη εβδομάδα ψηφίσαμε τη μείωση του ΦΠΑ στη εστίαση, τα τρόφιμα από το 24% στο 13%, στο ρεύμα και το φυσικό αέριο από το 13% στο 6% καθώς και την απόδοση 13ης σύνταξης σε όλους τους συνταξιούχους.
Μέτρα κοινωνικής δικαιοσύνης για τους πολλούς
Μιλάμε για μέτρα ελάφρυνσης, που αφορούν το κόστος της καθημερινής ζωής, το «καλάθι» των πολιτών, τη ρευστότητα των επιχειρήσεων και τους συνταξιούχους. Μιλάμε για μόνιμα μέτρα δικαιοσύνης για τους πολλούς, που ήρθε η ώρα να αισθανθούν τις θετικές συνέπειες της εξόδου από τα μνημόνια.
Ο στενός φίλος του κ. Μητσοτάκη, ο κ. Βέμπερ, βγήκε και καταφέρθηκε εναντίον αυτών των μέτρων. Ο ελληνικός λαός καταλαβαίνει πως αν εκλεγεί Πρόεδρος της Κομισιόν, το πρώτο πράγμα που θα προσπαθήσει να κάνει είναι να σαμποτάρει αυτά τα μέτρα.
Μιλάμε για μέτρα που αποτελούν μέρος ενός συνολικού σχεδιασμού, τον οποίο υλοποιήσαμε με πολλή δουλειά και τα οποία θα επιφέρουν πρόσθετη ανάπτυξη, δίνοντας δυνατότητες για επιπλέον μέτρα ελάφρυνσης στο τέλος του χρόνου: για αυτά τα μέτρα ζητάμε, στις 26 του Μάη, την ψήφο εμπιστοσύνης του ελληνικού λαού και φυσικά, την οριστική έγκρισή του να τα υλοποιήσουμε στις εθνικές εκλογές.
Ο κ. Μητσοτάκης θα μείνει με τα fake news, τη λάσπη, τη μαύρη προπαγάνδα και τα σχέδια για την κατάργηση του 8ωρου, την επταήμερη εργασία, το κόψιμο των επιδομάτων και την ισοπέδωση του κοινωνικού κράτους.
Αυτό είναι και το δίλημμα αυτών των ευρωεκλογών.