Tην πολύπλοκη σχέση μεταξύ ψυχικής υγείας και πρόσληψης του βάρους αναδεικνύει νεότερη μελέτη, επισημαίνοντας ένα κομμάτι του πληθυσμού που διατρέχει μεγαλύτερο κίνδυνο
Νιώθετε πως όταν η διάθεσή σας είναι πεσμένη, το αίσθημα της όρεξης έχει πάρει την ανιούσα, και το ίδιο γίνεται και με το νούμερο στη ζυγαριά; Όχι, δεν είναι η ιδέα σας, σύμφωνα με νεότερη μελέτη.
Πιο συγκεκριμένα, η αύξηση των συμπτωμάτων της κατάθλιψης θα μπορούσε να σχετίζεται με την επακόλουθη αύξηση του σωματικού βάρους σε μόλις έναν μήνα αργότερα, σύμφωνα με τους επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο του Cambridge. Η έρευνα, που δημοσιεύτηκε στο PLOS ONE, διαπίστωσε ότι η αύξηση παρατηρήθηκε μόνο μεταξύ των υπέρβαρων και παχύσαρκων ατόμων, χωρίς όμως να εντοπιστεί κάποια σχέση μεταξύ της γενικότερης εμφάνισης μεγαλύτερων συμπτωμάτων κατάθλιψης και του υψηλότερου σωματικού βάρους.
Η σχέση μεταξύ του βάρους και της ψυχικής υγείας ενδεχομένως να είναι αλυσιδωτή, όπως έχουν υποδείξει διαφορετικές μελέτες στο παρελθόν, με τη συσχέτιση αυτή να μην έχει κατανοηθεί πλήρως, ιδίως σε σχέση με το πώς οι αλλαγές στην ψυχική υγεία ενός ατόμου επηρεάζουν το σωματικό του βάρος με την πάροδο του χρόνου.
Αυτή την πολύπλοκη σύνδεση θέλησαν να διερευνήσουν οι ερευνητές της Μονάδας Επιδημιολογίας του Συμβουλίου Ιατρικών Ερευνών (MRC) του Πανεπιστημίου Cambridge και, γι’ αυτό, εξέτασαν δεδομένα από περισσότερους από 2.000 ενήλικες που ζούσαν στο Cambridgeshire του Ηνωμένου Βασιλείου. Μέσω μιας εφαρμογής για κινητά, οι συμμετέχοντες συμπλήρωσαν ψηφιακά ερωτηματολόγια σχετικά με την ψυχική ευεξία και το σωματικό βάρος κάθε μήνα για ένα συνολικό διάστημα εννέα μηνών κατά τη διάρκεια της πανδημίας (Αύγουστος 2020-Απρίλιος 2021). Οι ερωτήσεις αξιολογούσαν τα συμπτώματα κατάθλιψης ή άγχους.
Χρησιμοποιώντας στατιστική μοντελοποίηση με στόχο να διερευνηθεί πώς η διάθεση επηρεάζει το σωματικό βάρος, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι για κάθε αύξηση της συνήθους βαθμολογίας ενός ατόμου στα καταθλιπτικά συμπτώματα, το μετέπειτα βάρος του ένα μήνα αργότερα ήταν αυξημένο κατά 45 γραμμάρια. Αν και φαίνεται αμελητέο ποσό, μια μεγαλύτερη αύξηση της βαθμολογίας της κατάθλιψης σήμαινε και μεγαλύτερη αύξηση στο βάρος.
Η επίδραση αυτή παρατηρήθηκε μόνο στα άτομα με υπερβαρότητα (που ορίζεται ως ΔΜΣ 25-29,9kg/m2) ή με παχυσαρκία (ΔΜΣ άνω των 30kg/m2). Τα άτομα με υπερβαρότητα είχαν κατά μέσο όρο αύξηση 52g για κάθε βαθμίδα αύξησης από τη συνήθη βαθμολογία καταθλιπτικών συμπτωμάτων και για τα άτομα με παχυσαρκία η συγκρίσιμη αύξηση βάρους ήταν 71g. Η επίδραση δεν παρατηρήθηκε στα άτομα με υγιές βάρος.
«Παρόλο που η αύξηση του βάρους ήταν σχετικά μικρή, ακόμη και ελάχιστες τέτοιες μεταβολές που συμβαίνουν σε σύντομο χρονικό διάστημα μπορούν να οδηγήσουν σε μεγαλύτερες αλλαγές στο βάρος μακροπρόθεσμα, ιδίως μεταξύ των υπέρβαρων και παχύσαρκων ατόμων. Συν τοις άλλοις, τα άτομα αυτά διατρέχουν ήδη μεγαλύτερο κίνδυνο από άλλες παθήσεις, επομένως αυτό θα μπορούσε δυνητικά να οδηγήσει σε περαιτέρω επιδείνωση της υγείας τους» προειδοποιεί η πρώτη συγγραφέας Δρ Julia Mueller.
Τέλος, οι ερευνητές δεν βρήκαν στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι το αντιλαμβανόμενο στρες ή το άγχος σχετίζονταν με τις αλλαγές στο βάρος, ούτε όμως και ότι το βάρος προέβλεπε τα επακόλουθα συμπτώματα κατάθλιψης.