Αγνωστες ιστορίες για τη ζωή του και τα τραγούδια του αποκάλυψε, στην εκπομπή του Μάνου Νιφλή, «Στιγμές», ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου, το βράδυ της Δευτέρας. Παράλληλα, μίλησε για την πορεία του από την Αρκαδία, στις ταβέρνες της Γερμανίας μέχρι τις μεγαλύτερες συναυλίες του.
Ο τραγουδιστής αναφέρθηκε με νοσταλγία και αγάπη στα παιδικά του χρόνια λέγοντας πως ήταν φτωχικά αλλά πολύ ευτυχισμένα. «Θυμάμαι τους συχωριανούς μου που μαζευόμασταν κάθε βράδυ και τραγουδούσαμε μέχρι το πρωί», είπε. Όπως θυμάται τις Κυριακές τραγουδούσε η οικογένεια επειδή ήταν χαρούμενη που υπήρχε φαγητό στο σπίτι.
Από μικρός θυμάται να τραγουδάει και αυτό που τον είχε εντυπωσιάσει ήταν τα ακούσματα της φύσης. Όπως λέει τα πρώτα του ακούσματα ήταν από τη φωνή της μητέρας του η οποία τραγουδούσε και εκείνος ήθελε να τραγουδάει μαζί της. Αποκάλυψε ακόμα ότι ήταν «ψώνιο» και για να τον ακούσουν ανέβαινε σε μια συκιά για να τραγουδήσει.
«Τα πρώτα χρήματα ήρθαν όταν παράτησα την ροκ ξένη μουσική»
Μιλώντας για τα πρώτα χρήματα που έβγαλε από το τραγούδι, ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου ανέφερε: «Παίζαμε με το συγκρότημα σε μαγαζιά και night club αλλά εκεί δεν είχε λεφτά. Τα πρώτα χρήματα ήρθαν όταν παράτησα την ροκ ξένη μουσική. Ήρθαν από τα ακούσματα του Θεοδωράκη, του Χατζηδάκι, του Σαββόπουλου του Σπανού. Ήταν αριστερές οι καταβολές μου και το νέο κύμα μου έμοιαζε πολύ πιο οικείο. Μπορούσα να εκφραστώ στην γλώσσα μου, διότι προηγουμένως τραγουδούσα αγγλικά Πελοποννήσου», είπε ο αγαπημένος ερμηνευτής.
«Κατέβηκα στην Πλάκα, πήγα στην μπουάτ του Γιάννη του Αργύρη, που τον θεωρώ και πρωτοδάσκαλο. Του τραγούδησα και μου είπε: "Ωραία είναι αλλά να μην φωνάζεις τόσο πολύ”, διότι εγώ "τα έχωνα”. Τραγουδούσα και σε μία μπουάτ, "Ξαστεριά” την έλεγαν, και την έκλεισε η Χούντα το 1967», συμπλήρωσε.
«Μετά πήγα φαντάρος και όταν απολύθηκα δεν μπορούσα να τραγουδήσω Θεοδωράκη. Είχα έναν φίλο από τον στρατό και αυτός ζούσε στην Γερμανία. Και μου λέει "Πάμε ρε Βασίλη έξω. Τι θα κάνεις εδώ πέρα;”. Δεν είχαμε λεφτά για να βγάλουμε εισιτήρια και θεώρησα καλό να πάω σε ένα μαγαζί που θα έπαιρνα και λεφτά. Έτσι βρέθηκαν οι Κάψες», ανέφερε στην συνέχεια ο σπουδαίος ερμηνευτής.
«Ήταν ένα μαγαζί πολύ περίεργο για εμένα. Στην πρεμιέρα είχε μείνει ένα βουνό από άμμο, το οποίο έμεινε εκεί μέχρι να φύγω. Εκεί είχα μεγάλη επιτυχία, μάλλον γιατί δεν έμοιαζα του χώρου αυτού και ήθελαν όλοι να με προστατεύσουν. "Μπράβο Βασιλάκη” μου έλεγαν. Στις Κάψες τραγούδαγα και τα λαϊκά της εποχής. Με είχαν συμπαθήσει τόσο πολύ γιατί στα ζεϊμπέκικα που τους έλεγα, είχαν πιει και όπως χορεύανε πήγαιναν να πέσουν. Τότε εγώ τους έλεγα "άμυνα”. "Ευχαριστώ Βασιλάκη” μου λέγανε. Στις Κάψες τραγουδούσα και ζεϊμπέκικα, όπως το "Γεννήθηκες για την καταστροφή”», ανέφερε ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου.
Ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου αποκάλυψε ότι παραλίγο να... φάει πόρτα σε δική του συναυλία στα Γιάννενα. Μάλιστα όπως είπε, ο φύλακας του είπε πως έχει εντολή προσωπικά από τον κ. Παπακωνσταντίνου να μην αφήσει κανέναν να περάσει.
Για τη σχέση του με την Ελένη Ράντου
Για τη σχέση του με τη σύντροφό του, Ελένη Ράντου είπε πως την είχε δει σε ένα μπαρ στο οποίο σύχναζαν και οι δύο. «Εγώ πήγαινα εκεί μαζί με τον κιθαρίστα μου, τον Χριστόφορο. Τον έβαζα να παίρνει τηλέφωνο κάθε βράδυ πριν πάμε και να ρωτάει τον ιδιοκτήτη "τίποτα σε Ράντου έχουμε σήμερα";», είπε. «Για να ερωτευτώ κάτι πρέπει να το θαυμάζω. Την είχα δει σε μία εκπομπή και μου άρεσε πολύ όπως έπαιζε», είπε επίσης αναφερόμενος στη σύζυγό του. «Την πολιορκούσα αλλά δεν έπεφτε στην αρχή. Τελικά όμως έπεσε», κατέληξε ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου.
Πηγή: Ethnos.gr