Ένα είδος διατροφής αποδεικνύεται εκτενώς από μελέτες ως μια από τις καλύτερες κινήσεις που προάγουν την υγεία και την ευεξία, καταστέλλοντας τη φλεγμονή και γεμίζοντας τον οργανισμό ενέργεια
Τα οφέλη της διαλειμματικής νηστείας είναι γνωστά ήδη από την αρχαιότητα, με τον Ιπποκράτη να συμπεριλαμβάνει αυτή τη διατροφή ως θεραπευτική μέθοδο για την αντιμετώπιση των επιληπτικών κρίσεων. Μέχρι και σήμερα, όμως, αυτή η ρύθμιση της πρόσληψης τροφής αποτελεί έναν από τους πιο αποτελεσματικούς τρόπους για την απώλεια βάρους, την αντιμετώπιση του διαβήτη, του καρκίνου, των καρδιαγγειακών παθήσεων και την προστασία του εγκεφάλου. Παράλληλα, προάγει την ψυχική υγεία, μειώνοντας το άγχος.
Μια νεότερη μελέτη συμπληρώνει αυτά τα δεδομένα, συμπεραίνοντας τα οφέλη της ενάντια στη φλεγμονή. Σύμφωνα με τα στοιχεία, που δημοσιεύτηκαν στο Cell Reports, οι ερευνητές του Πανεπιστημίου Cambridge διαπίστωσαν ότι, καταναλώνοντας την τροφή μέσα σε ένα αυστηρό χρονικό πλαίσιο, αυξάνονται τα επίπεδα μιας χημικής ουσίας στο αίμα, γνωστής ως αραχιδονικό οξύ, η οποία αναστέλλει τη φλεγμονή.
«Αυτό που παρατηρούμε τα τελευταία χρόνια είναι ότι ένα φλεγμονόσωμα ειδικότερα – το φλεγμονόσωμα NLRP3 – είναι πολύ σημαντικό σε μια σειρά από ασθένειες όπως η παχυσαρκία και η αθηροσκλήρωση, αλλά και σε ασθένειες όπως η νόσος Αλτσχάιμερ και η νόσος Πάρκινσον, πολλές από τις ασθένειες των ηλικιωμένων, ιδίως στον δυτικό κόσμο» διευκρινίζει η καθηγήτρια Clare Bryant από το Τμήμα Ιατρικής του Πανεπιστημίου του Cambridge.
Η ερευνητική ομάδα από Πανεπιστήμιο του Cambridge και το Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας των ΗΠΑ μελέτησε δείγματα αίματος από μια ομάδα 21 εθελοντών, οι οποίοι κατανάλωσαν ένα γεύμα 500 θερμίδων και στη συνέχεια έμειναν νηστικοί για 24 ώρες, πριν καταναλώσουν ένα δεύτερο γεύμα 500 θερμίδων. Η ομάδα διαπίστωσε ότι ο περιορισμός της πρόσληψης θερμίδων αύξησε τα επίπεδα του αραχιδονικού οξέος, μειώνοντας έτσι τη δραστηριότητα του NLRP3. Όμως, αυτά τα επίπεδα μειώθηκαν όταν οι συμμετέχοντες ξανάρχισαν να τρώνε οδηγώντας σε λιγότερη προστασία από τη φλεγμονή.
«Είναι πολύ νωρίς για να συμπεράνουμε ότι η διαλειμματική νηστεία προστατεύει από ασθένειες όπως τη νόσο Αλτσχάιμερ και τη νόσο Πάρκινσον, καθώς οι επιδράσεις του αραχιδονικού οξέος είναι μόνο βραχύβιες, αλλά η εργασία μας προστίθεται σε έναν αυξανόμενο αριθμό επιστημονικής βιβλιογραφίας που επισημαίνει τα οφέλη του περιορισμού των θερμίδων για την υγεία. Υποδηλώνει ότι η τακτική νηστεία για μεγάλο χρονικό διάστημα θα μπορούσε να βοηθήσει στη μείωση της χρόνιας φλεγμονής που συνδέουμε με αυτές τις καταστάσεις» καταλήγει η καθηγήτρια.
Καλύτερη διάθεση και λιγότερες λιγούρες
Σε μια διαφορετική ανασκόπηση μελετών που δημοσιεύθηκε στο Frontiers in Nutrition, οι ερευνητές συνόψισαν τις τρέχουσες επιστημονικές γνώσεις σχετικά με το πώς αυτές οι διαλειμματικές νηστείες οποιουδήποτε τύπου επηρεάζουν τη διατροφική συμπεριφορά, τη διάθεση και τη συνολική ευεξία.
Όπως διαπίστωσαν, τα αποτελέσματά τους ήταν ποικίλα. Για παράδειγμα, σε σύγκριση με τον περιορισμό των θερμίδων, η τήρηση της διαλειμματικής νηστείας μπορεί να οδηγήσει σε χαμηλότερο αίσθημα πείνας, ενώ άλλες διαπίστωσαν ότι οι δύο στρατηγικές είναι ισοδύναμες στη διαχείριση του βάρους. Σε ορισμένες μελέτες, τα αποτελέσματα παρατηρήθηκαν μόνο βραχυπρόθεσμα αλλά όχι για μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα, γεγονός που υποδεικνύει τη δυσκολία της συνέχισης της παρακολούθησης οποιουδήποτε διαιτητικού σχήματος.
Το μεγαλύτερο, ωστόσο, όφελος παρατηρήθηκε στη ρύθμιση της διάθεσης: οι ερευνητές επισημαίνουν ότι η διαλειμματική νηστεία μείωσε σημαντικά το αίσθημα του θυμού, τη σύγχυση, την ένταση, την κατάθλιψη και τη συνολική διαταραχή της διάθεσης, ενώ αύξησε τα επίπεδα της ενέργειας. Ωστόσο, όλα αυτά τα ευρήματα παρατηρήθηκαν βραχυπρόθεσμα.
Πώς εξηγείται
Ο άξονας «εντέρου-εγκεφάλου φαίνεται πως αποτελεί έναν μηχανισμό με σημαντική θέση στα πλεονεκτήματα που προσφέρουν οι διαλειμματικές νηστείες. ιδίως στη διάθεση, όπως διαπίστωσε η ανασκόπηση. Αυτό το διατροφικό πλάνο βελτιώνει την υγεία του εντέρου, η οποία στη συνέχεια συνδέεται με υψηλότερη παραγωγή ενεργών μεταβολιτών και νευροδιαβιβαστών.